ΥΓΕΙΑ

Καρκίνος ωοθηκών: Γιατί αυξάνει τον κίνδυνο η αϋπνία

Σινάνη Αικατερίνη

Την αιτιώδη σχέση μεταξύ του κινδύνου ανάπτυξης επιθηλιακού καρκίνου των ωοθηκών και της αϋπνίας, διερεύνησαν οι επιστήμονες.

Καρκίνος ωοθηκών: Γιατί αυξάνει τον κίνδυνο η αϋπνία

Ο επιθηλιακός καρκίνος των ωοθηκών αποτελεί σημαντική αιτία θανάτου από καρκίνο στις γυναίκες. Η έγκαιρη ανίχνευσή του παραμένει πρόκληση για τους επιστήμονες λόγω της απουσίας ειδικών συμπτωμάτων, τα οποία γίνονται εμφανή μόνο σε προχωρημένα στάδια της πάθησης. Ο επιθηλιακός καρκίνος των ωοθηκών έχει επίσης υψηλό ποσοστό υποτροπής.

Είναι ως εκ τούτου επείγουσα η ανάγκη εντοπισμού τόσο των τροποποιήσιμων όσο και των προγνωστικών παραγόντων κινδύνου που μπορούν να διευκολύνουν την έγκαιρη ανίχνευση της συγκεκριμένης μορφής καρκίνου. Οι διαταραχές του ύπνου, για παράδειγμα, είναι γνωστό ότι αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού και των ωοθηκών, καθώς και ότι επηρεάζουν αρνητικά την πρόγνωσή τους.

Ο ύπνος είναι βασική φυσιολογική λειτουργία του ανθρώπου και εμπλέκεται ποικιλοτρόπως σε ενδοκρινικές, μεταβολικές και ανοσορρυθμιστικές οδούς, οι οποίες με τη σειρά τους εμπλέκονται σε διάφορους καρκίνους. Αυτά τα κοινά μονοπάτια μπορεί να εξηγούν τον αυξημένο κίνδυνο διαταραχών του ύπνου μεταξύ των ασθενών με καρκίνο, με την αϋπνία να είναι η πιο διαδεδομένη διαταραχή του ύπνου σε αυτόν τον πληθυσμό. Στην πραγματικότητα, έως και το 60% των ασθενών με επιθηλιακό καρκίνο ωοθηκών, πάσχουν επίσης από αϋπνία.

Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι η αϋπνία και η διαταραχή του κιρκάδιου κύκλου, η οποία συχνά προκύπτει λόγω της εργασίας σε νυχτερινή βάρδια, αυξάνουν τον κίνδυνο τόσο για διηθητικό επιθηλιακό καρκίνο των ωοθηκών, όσο και για καρκίνο των ωοθηκών τελικού σταδίου.

Η παρούσα μελέτη είχε ως στόχο να εξετάσει την αϋπνία χρησιμοποιώντας τους γενετικούς της παράγοντες σε μια μελέτη συσχέτισης σε επίπεδο γονιδιώματος (GWAS). Για τον σκοπό αυτό, οι ερευνητές εφάρμοσαν την Μεντελιανή τυχαιοποίηση δύο δειγμάτων (MR), μια καθιερωμένη μέθοδο για τον προσδιορισμό της αιτιώδους επίδρασης μεταξύ ενός τροποποιήσιμου παράγοντα και της κλινικής έκβασης.

Τα δεδομένα των συμμετεχόντων στη μελέτη αντλήθηκαν τόσο από τράπεζες δεδομένων (UK Biobank και 23andMe, ενώ τα δεδομένα γενετικής συσχέτισης από την κοινοπραξία GWAS του Ovarian Cancer Association Consortium (OCAC). Συνολικά, η μελέτη περιελάμβανε σχεδόν 66.500 γυναίκες, όλες με κλινικό ιστορικό και παρακολούθηση.

Τι έδειξε η μελέτη;

Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν πάνω από 550 πολυμορφισμούς ενός νουκλεοτιδίου (SNPs) για την ανάλυσή τους, η οποία έδειξε 60% υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης ενδομητριοειδούς καρκινώματος στις γυναίκες με αϋπνία. Συγκριτικά, ο κίνδυνος άλλων κακοηθειών, συμπεριλαμβανομένης της καθαροκυτταρικής EOC και της ορώδους EOC υψηλού βαθμού (HGSOC), μειώθηκε κατά 50% και 20% αντίστοιχα.

Όταν εξετάστηκε η επιβίωση των ασθενών με επιθηλιακό καρκίνο ωοθηκών, η διηθητική μορφή του συσχετίστηκε με μικρότερη επιβίωση, με τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου να είναι σχεδόν 50% υψηλότερος. Όταν προσαρμόστηκε για τον ιστοτύπο του καρκίνου, ο κίνδυνος παρέμεινε σημαντικός, αλλά μειώθηκε στο 26%. Για το υψηλού βαθμού ορώδες καρκίνωμα των ωοθηκών, ο κίνδυνος θνησιμότητας αυξήθηκε κατά 40%, ωστόσο η συσχέτιση δεν ήταν πλέον σημαντική όταν προσαρμόστηκε για τον δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ), καθώς και για την ηλικία τόσο κατά την εμμηναρχή όσο και κατά την εμμηνόπαυση.

Η ανταπόκριση στη θεραπεία αξιολογήθηκε με τη χρήση δεδομένων γενετικής συσχέτισης από τον Άτλαντα Γονιδιώματος Καρκίνου (The Cancer Genome Atlas - TCGA). Παρατηρήθηκε διπλάσια αύξηση του κινδύνου πρόωρου θανάτου σε γυναίκες με αϋπνία στις οποίες χορηγήθηκε τυπική χημειοθεραπεία για υψηλού βαθμού ορώδες καρκίνωμα των ωοθηκών.

Οι ερευνητές διεξήγαγαν επίσης μια ανάλυση με βάση τη βιβλιογραφία για να διερευνήσουν περαιτέρω τους βιολογικούς μηχανισμούς που μπορεί να συνδέουν τις διαταραχές του ύπνου με τον καρκίνο των ωοθηκών. Η μελατονίνη, η λεπτίνη, η κινάση σερίνης/θρεονίνης AKT 1 (AKT1) και οι πρωτο-ογκογονικές πρωτεΐνες c-akt εντοπίστηκαν συχνότερα σε αυτή την αναζήτηση.

Τόσο η λεπτίνη όσο και το μονοπάτι σηματοδότησης Akt έχουν εμπλακεί στη βιολογία του καρκίνου. Η λεπτίνη, για παράδειγμα, είναι μια ορμόνη που σχετίζεται κυρίως με τη ρύθμιση της πείνας και της ενέργειας και έχει αποδειχθεί ότι προάγει τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό και αναστέλλει την απόπτωση. Το μονοπάτι σηματοδότησης Akt ρυθμίζει τόσο την επιβίωση όσο και την ανάπτυξη των κυττάρων, με τη δυσλειτουργία αυτού του μονοπατιού να εμπλέκεται στην ανάπτυξη όγκων.

Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό eBioMedicine.