ΑΝΤΙΓΗΡΑΝΣΗ

Χορτοφαγική διατροφή: Πώς συνδέεται με τη μείωση της βιολογικής ηλικίας

Σινάνη Αικατερίνη

Η υιοθέτηση χορτοφαγικής διατροφής για οκτώ εβδομάδες συνδέεται με μειώσεις στις εκτιμήσεις της βιολογικής ηλικίας που βασίζονται στα επίπεδα μεθυλίωσης του DNA - ενός είδους χημικής τροποποίησης του DNA (γνωστή ως επιγενετική τροποποίηση) που μεταβάλλει την έκφραση των γονιδίων αλλά όχι το ίδιο το DNA.

Χορτοφαγική διατροφή: Πώς συνδέεται με τη μείωση της βιολογικής ηλικίας

Προηγούμενες έρευνες έδειξαν ότι τα αυξημένα επίπεδα μεθυλίωσης του DNA σχετίζονται με τη γήρανση.

Τα νέα ευρήματα βασίζονται σε μικρή, τυχαιοποιημένη, ελεγχόμενη δοκιμή στην οποία συμμετείχαν 21 ζευγάρια ενήλικων ομοζυγωτικών διδύμων.

Οι Varun Dwaraka, Christopher Gardner και οι συνεργάτες τους διερεύνησαν τις μοριακές επιδράσεις μιας βραχυπρόθεσμης χορτοφαγικής δίαιτας, αναθέτοντας στο ένα μέλος κάθε ζεύγους διδύμων να ακολουθεί παμφάγα διατροφή για οκτώ εβδομάδες -περιλαμβάνοντας 170 έως 225 γραμμάρια κρέατος, ένα αυγό και μιάμιση μερίδα γαλακτοκομικών κάθε μέρα- και στο άλλο μέλος να ακολουθεί μια χορτοφαγική δίαιτα για το ίδιο χρονικό διάστημα.

Το δείγμα αποτελούνταν σε ποσοστό 77% από γυναίκες, ο μέσος όρος ηλικίας των συμμετεχόντων ήταν τα 40 έτη και ο μέσος δείκτης μάζας σώματος 26.

Για τις πρώτες τέσσερις εβδομάδες της μελέτης, οι συμμετέχοντες έτρωγαν γεύματα που είχαν ετοιμαστεί γι' αυτούς, ενώ για τις επόμενες τέσσερις εβδομάδες, έτρωγαν γεύματα που είχαν ετοιμάσει οι ίδιοι, αφού παρακολούθησαν μαθήματα διατροφής από εκπαιδευτές υγείας.

Οι συγγραφείς διερεύνησαν τις επιπτώσεις της διατροφής στα επίπεδα μεθυλίωσης του DNA αναλύοντας δείγματα αίματος που συλλέχθηκαν από τους συμμετέχοντες κατά την έναρξη, την τέταρτη και την όγδοη εβδομάδα της μελέτης. Χρησιμοποίησαν τα επίπεδα μεθυλίωσης του DNA για να συμπεράνουν τις βιολογικές ηλικίες των συμμετεχόντων και των οργανικών τους συστημάτων.

Μέχρι το τέλος της μελέτης, οι συγγραφείς παρατήρησαν μειώσεις στις εκτιμήσεις της βιολογικής ηλικίας -επιγενετικά ρολόγια γήρανσης- στους συμμετέχοντες που έκαναν χορτοφαγική διατροφή, αλλά όχι σε εκείνους που ακολουθούσαν διατροφή που περιείχε όλες τις τροφές. Παρατήρησαν επίσης μειώσεις στις ηλικίες της καρδιάς, των ορμονών, του ήπατος και των φλεγμονωδών και μεταβολικών συστημάτων των συμμετεχόντων που έκαναν χορτοφαγική, αλλά όχι παμφάγα διατροφή, για οκτώ εβδομάδες.

Οι συγγραφείς διευκρινίζουν ότι, ο βαθμός στον οποίο οι διαφορές που παρατηρήθηκαν μεταξύ των συμμετεχόντων που ακολουθούσαν διαφορετικές δίαιτες μπορούν να αποδοθούν στη διατροφική τους σύνθεση, δεν είναι σαφής.

Σημειώνουν ότι οι συμμετέχοντες που έκαναν χορτοφαγική διατροφή έχασαν κατά μέσο όρο δύο κιλά περισσότερα από εκείνους που έκαναν παμφάγα διατροφή, λόγω των διαφορών στο θερμιδικό περιεχόμενο των γευμάτων κατά τη διάρκεια των αρχικών τεσσάρων εβδομάδων της μελέτης.

Υποστηρίζουν ότι αυτές οι διαφορές στην απώλεια βάρους θα μπορούσαν να έχουν συμβάλλει στις παρατηρούμενες διαφορές στην επιγενετική ηλικία μεταξύ των δύο ομάδων. Χρειάζεται περαιτέρω έρευνα για να διερευνηθεί η σχέση μεταξύ της σύνθεσης της διατροφής, του βάρους και της γήρανσης, εκτός από τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της χορτοφαγικής διατροφής.

Τα ευρήματα δημοσιεύονται στο επιστημονικό περιοδικό BMC Medicine.