ΥΓΕΙΑ

Εμμηνόπαυση: Πρέπει οι γυναίκες να κάνουν ορμονοθεραπεία; Οφέλη και κίνδυνοι

Σινάνη Αικατερίνη

Η εμμηνόπαυση μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία της καρδιάς, αλλά πολλές γυναίκες αγνοούν αυτή τη σημαντική σχέση.

Εμμηνόπαυση: Πρέπει οι γυναίκες να κάνουν ορμονοθεραπεία; Οφέλη και κίνδυνοι

Οι ορμονικές μεταβολές που συνοδεύουν την εμμηνόπαυση, σηματοδοτούν το τέλος της αναπαραγωγικής ηλικίας μιας γυναίκας και συμβάλλουν σε αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων, την πιο κοινή αιτία θανάτου στις γυναίκες παγκοσμίως.

Καθώς τα επίπεδα των οιστρογόνων μειώνονται, οι αλλαγές στη χοληστερόλη, την αρτηριακή πίεση, τη φλεγμονή και την κατανομή του λίπους, μπορεί να οδηγήσουν σε συσσώρευση πλάκας στα αιμοφόρα αγγεία, η οποία αποτελεί σημαντική αιτία καρδιακών παθήσεων.

Η ορμονοθεραπεία συνταγογραφείται εδώ και πολλά χρόνια για την ανακούφιση από τα ενοχλητικά συμπτώματα της εμμηνόπαυσης, αλλά έρευνες που δημοσιεύθηκαν το 2002 και το 2004 εγείρουν ανησυχίες σχετικά με την ασφάλειά της, ιδίως όσον αφορά την καρδιαγγειακή υγεία.

Τα ευρήματα αυτά προκάλεσαν σύγχυση και συζητήσεις στον ιατρικό κόσμο. Παρόλο που η ορμονοθεραπεία συνταγογραφούνταν παλαιότερα και για την πρόληψη χρόνιων ασθενειών, όπως οι καρδιαγγειακές παθήσεις, οι σύγχρονες κατευθυντήριες οδηγίες δεν τη συνιστούν.

Οι καρδιολόγοι που μελετούν την πρόληψη των καρδιακών παθήσεων σε γυναίκες στην εμμηνόπαυση, διερευνούν πώς οι ορμονικές αλλαγές επηρεάζουν την υγεία της καρδιάς και πώς μπορούν να βελτιωθούν οι θεραπείες για τη μείωση του κινδύνου καρδιαγγειακών παθήσεων.

Καθώς η έρευνα συνεχίζει να ρίχνει φως στην εμμηνόπαυση και την υγεία της καρδιάς, γίνεται όλο και πιο σαφές ότι η ορμονοθεραπεία που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία των συμπτωμάτων της εμμηνόπαυσης σε νεότερες, υγιείς γυναίκες δεν είναι μόνο ασφαλής για την καρδιά, αλλά μπορεί να προσφέρει ακόμη και κάποια καρδιαγγειακά οφέλη.

Η εξήγηση για τη σχέση οιστρογόνων-καρδιαγγειακών

Η εμμηνόπαυση, που ορίζεται ως 12 συνεχόμενοι μήνες χωρίς έμμηνο ρύση, σηματοδοτεί το τέλος της αναπαραγωγικής ηλικίας μιας γυναίκας και συνήθως συμβαίνει μεταξύ των ηλικιών 45 έως 55 ετών. Η περίοδος μετάβασης που οδηγεί στην εμμηνόπαυση, γνωστή ως περιεμμηνόπαυση, μπορεί να διαρκέσει αρκετά χρόνια και χαρακτηρίζεται από κυμαινόμενα επίπεδα ορμονών, συμπεριλαμβανομένων των οιστρογόνων και της προγεστερόνης. Αυτές οι ορμονικές αλλαγές συχνά προκαλούν συμπτώματα όπως εξάψεις, νυχτερινές εφιδρώσεις και διαταραχές του ύπνου.

Αυτό που είναι λιγότερο γνωστό είναι ότι η εμμηνόπαυση και η έλλειψη οιστρογόνων οδηγούν επίσης σε αλλαγές στην καρδιά και τα αιμοφόρα αγγεία.

Τα οιστρογόνα έχουν προστατευτικές επιδράσεις στο καρδιαγγειακό σύστημα και η μείωσή τους μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη ακαμψία των αιμοφόρων αγγείων, με αποτέλεσμα υψηλή αρτηριακή πίεση, υψηλότερα επίπεδα χοληστερόλης, περισσότερες φλεγμονές και μετατοπίσεις στην εναπόθεση λίπους, οι οποίες οδηγούν σε μεγαλύτερο κίνδυνο καρδιακής νόσου.

Ένας λόγος γι' αυτό είναι ότι τα οιστρογόνα βοηθούν να διατηρούνται τα αιμοφόρα αγγεία ευέλικτα και υποστηρίζουν την παραγωγή νιτρικού οξειδίου, ενός μορίου που επιτρέπει στα αγγεία να χαλαρώνουν και να επιτρέπουν την ομαλή ροή του αίματος. Τα οιστρογόνα επηρεάζουν επίσης τον τρόπο με τον οποίο το σώμα επεξεργάζεται τη χοληστερόλη, βοηθώντας να γίνουν αλλαγές στη χοληστερόλη για να μειωθεί η συσσώρευση πλάκας στα τοιχώματα των αρτηριών. Όταν τα επίπεδα των οιστρογόνων μειώνονται κατά την εμμηνόπαυση, αυτοί οι προστατευτικοί παράγοντες μειώνονται, καθιστώντας τις αρτηρίες πιο επιρρεπείς στη δυσκαμψία, τη συσσώρευση πλάκας και τη φλεγμονή. Αυτές οι βιολογικές διεργασίες αυξάνουν τον κίνδυνο μακροχρόνιας καρδιαγγειακής νόσου.

Η ιστορία της ορμονοθεραπείας

Η ορμονοθεραπεία με τη χρήση οιστρογόνων ή συνδυασμού οιστρογόνων και προγεστερόνης, αποκαθιστά τα επίπεδα των οιστρογόνων και αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης.

Συνοδεύεται ωστόσο από ορισμένους κινδύνους, οι οποίοι εξαρτώνται από παράγοντες όπως η ηλικία της γυναίκας, ο χρόνος έναρξης της εμμηνόπαυσης και η γενική υγεία.

Η άποψη της ιατρικής κοινότητας για την ορμονοθεραπεία έχει αλλάξει δραματικά με την πάροδο των ετών. Στη δεκαετία του 1970, η ορμονοθεραπεία θεωρούνταν πηγή νεότητας και συνταγογραφούνταν συχνά για την πρόληψη χρόνιων παθήσεων που σχετίζονται με την ηλικία, όπως είναι το έμφραγμα και το εγκεφαλικό επεισόδιο.

Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, γυναίκες που συμμετείχαν σε μία από τις μεγαλύτερες κλινικές δοκιμές που δοκίμασαν την από του στόματος ορμονοθεραπεία, διαπίστωσε αυξημένο κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου και καρκίνου του μαστού σε όσες έκαναν χρήση ορμονοθεραπείας. Οι γιατροί σταμάτησαν απότομα να τη συνταγογραφούν και οι κατευθυντήριες γραμμές άλλαξαν τις συστάσεις τους, λέγοντας ότι η θεραπεία είχε περισσότερους κινδύνους από ό,τι οφέλη.

Η κακή φήμη της ορμονοθεραπείας στις αρχές της δεκαετίας του 2000

Πρόσθετες αναλύσεις δεδομένων και αποτελέσματα από περαιτέρω μελέτες ανέδειξαν τον ρόλο του χρονισμού, ότι δηλαδή οι κίνδυνοι και τα οφέλη της ορμονοθεραπείας εξαρτώνται από το πότε αρχίζει.

Σύμφωνα με αυτή την υπόθεση, η ορμονοθεραπεία μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο καρδιακής νόσου στις γυναίκες που την αρχίζουν πριν από την ηλικία των 60 ετών και εντός 10 ετών από την έναρξη της εμμηνόπαυσης και οι οποίες είναι υγιείς κατά τα άλλα. Οι γυναίκες που αρχίζουν την ορμονοθεραπεία πολύ αργότερα -μετά την ηλικία των 60 ετών ή πάνω από 10 χρόνια μετά την έναρξη της εμμηνόπαυσης- μπορεί να αντιμετωπίζουν αυξημένους καρδιαγγειακούς κινδύνους.

Η σημασία της εξατομικευμένης προσέγγισης στη θεραπεία της εμμηνόπαυσης

Μελέτη του 2019 ανέλυσε δεδομένα από 31 κλινικές δοκιμές σε γυναίκες που ξεκίνησαν ορμονοθεραπεία σε διαφορετικές ηλικίες και διαπίστωσε ότι οι γυναίκες κάτω των 60 ετών που χρησιμοποίησαν ορμονοθεραπεία, έτειναν να ζουν περισσότερο και έχουν λιγότερες πιθανότητες να πεθάνουν από καρδιακές παθήσεις.

Διαπιστώθηκε όμως και αυξημένος κίνδυνος θρόμβων αίματος και εγκεφαλικού επεισοδίου με την ορμονοθεραπεία. Ο κίνδυνος αυτός ήταν παρών στις εμμηνοπαυσιακές γυναίκες κάτω των 60 ετών και αυξανόταν σταθερά καθώς οι γυναίκες γερνούσαν.

Επιπλέον, η έρευνα έδειξε ότι οι διαφορετικές μέθοδοι λήψης ορμονοθεραπείας μπορεί να επηρεάσουν τον αντίκτυπό της στην καρδιαγγειακή υγεία.

Για παράδειγμα, η χρήση επιθεμάτων οιστρογόνων που τοποθετούνται στην επιδερμίδα, μπορεί να έχει χαμηλότερο κίνδυνο θρόμβων σε σύγκριση με την ορμονοθεραπεία που λαμβάνεται σε μορφή χαπιού.

Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η ορμονοθεραπεία που λαμβάνεται από το στόμα, επεξεργάζεται από το ήπαρ πριν εισέλθει στην κυκλοφορία του αίματος. Το ήπαρ παράγει παράγοντες πήξης, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο θρόμβων αίματος.

Αντίθετα, τα αυτοκόλλητα οιστρογόνων βάζουν το φάρμακο στην κυκλοφορία του αίματος, παρακάμπτοντας το ήπαρ, και δεν αυξάνουν αυτόν τον κίνδυνο.

Συνολικά, διαπιστώσαμε ότι οι γυναίκες που λάμβαναν ορμονοθεραπεία από το στόμα είχαν την τάση να έχουν χαμηλότερα επίπεδα χοληστερόλης, και αυτό το αποτέλεσμα παρέμεινε για πολλά χρόνια. Για τις υγιείς νεότερες γυναίκες που βρίσκονται εντός 10 ετών από την έναρξη της εμμηνόπαυσης, η ορμονοθεραπεία είναι ασφαλής από καρδιαγγειακή άποψη και μπορεί ακόμη και να προσφέρει οφέλη.

Ωστόσο, η ορμονοθεραπεία εξακολουθεί να μη συνιστάται για γυναίκες με υπάρχουσα καρδιακή νόσο, ιστορικό θρόμβων αίματος, προηγούμενο εγκεφαλικό επεισόδιο, νόσο της χοληδόχου κύστης ή ορισμένους τύπους καρκίνου.

Οι γιατροί αναγνωρίζουν πλέον ότι δεν ενδείκνυται να γίνονται γενικευμένες συστάσεις υπέρ ή κατά της ορμονοθεραπείας. Αντ' αυτού, οι αποφάσεις για τη θεραπεία πρέπει να εξατομικεύονται, λαμβάνοντας υπόψη παράγοντες όπως η ηλικία, ο χρόνος από την έναρξη της εμμηνόπαυσης και η συνολική υγεία.

Εάν εξετάζετε το ενδεχόμενο ορμονοθεραπείας, η συζήτηση των κινδύνων και των οφελών με τον πάροχο υγείας σας είναι ζωτικής σημασίας.

Ακολουθούν ερωτήσεις που πρέπει να θέσετε στον γιατρό σας:

  • Είμαι καλή υποψήφια για ορμονοθεραπεία με βάση το ιστορικό της υγείας μου;
  • Ποιοι είναι οι κίνδυνοι και τα οφέλη από την έναρξη ορμονοθεραπείας στην ηλικία μου;
  • Ποιος τύπος ορμονοθεραπείας -χάπια, επιθέματα, τζελ- είναι ασφαλέστερος και αποτελεσματικότερος για μένα;
  • Πόσο καιρό πρέπει να ακολουθήσω την ορμονοθεραπεία;

Πηγή: The Conversation