ΥΓΕΙΑ

Αντικαταθλιπτικά: Πόσο αυξάνουν τον κίνδυνο αιφνίδιου καρδιακού θανάτου

Σινάνη Αικατερίνη

Ο αιφνίδιος καρδιακός θάνατος είναι ο απροσδόκητος θάνατος ενός ατόμου από πρόβλημα που σχετίζεται με την καρδιά, μεταξύ μίας και 24 ωρών από την έναρξη των συμπτωμάτων.

Αντικαταθλιπτικά: Πόσο αυξάνουν τον κίνδυνο αιφνίδιου καρδιακού θανάτου

Νέα μελέτη έδειξε ότι τα αντικαταθλιπτικά μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο αιφνίδιου καρδιακού θανάτου έως και πέντε φορές.

Δανοί ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι ασθενείς που λάμβαναν τα φάρμακα για ένα έως πέντε χρόνια είχαν 50% υψηλότερο κίνδυνο να πεθάνουν από απροσδόκητο καρδιακό πρόβλημα.

H λήψη των φαρμάκων που βελτιώνουν τη διάθεση για έξι ή περισσότερα χρόνια αυξάνει τον κίνδυνο περισσότερο από 100%.

Ένας στους επτά Βρετανούς παίρνουν αντικαταθλιπτικά, ενώ το ποσοστό αυξάνεται σε ετήσια βάση.

Παγκοσμίου φήμης ψυχίατροι δήλωσαν ότι τα ευρήματα αποτελούν ένα «σοκαριστικό» παράδειγμα των κινδύνων που εγκυμονεί η χορήγηση των φαρμάκων σε εκατομμύρια ανθρώπους, προσθέτοντας ότι «οι ασθενείς πρέπει να προειδοποιούνται».

Οι Δανοί επιστήμονες, οι οποίοι ανέλυσαν όλους τους θανάτους που καταγράφηκαν στη χώρα το 2010, διαπίστωσαν 6.002 περιπτώσεις αιφνίδιου καρδιακού θανάτου, το ένα τρίτο των οποίων αφορούσε ασθενείς που έπαιρναν αντικαταθλιπτικά.

Συνολικά, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα άτομα στα οποία χορηγήθηκαν αντικαταθλιπτικά είχαν πολύ περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν με αυτόν τον τρόπο σε σύγκριση με τους μη χρήστες, με τον κίνδυνο να αυξάνεται όσο περισσότερο καιρό λάμβαναν οι ασθενείς τα φάρμακα.

Όμως ο αυξημένος κίνδυνος ήταν υψηλότερος σε συγκεκριμένες ηλικιακές ομάδες.

Ο υψηλότερος αυξημένος κίνδυνος παρατηρήθηκε στους 30-39 ετών, οι οποίοι είχαν τριπλάσιο κίνδυνο αιφνίδιου καρδιακού θανάτου εάν έπαιρναν αντικαταθλιπτικά για ένα έως πέντε χρόνια και πενταπλάσιο κίνδυνο εάν τα έπαιρναν για έξι χρόνια ή περισσότερο.

Ο λόγος πίσω από αυτόν τον αυξημένο κίνδυνο θανάτου παραμένει ασαφής.

«Ο αυξημένος κίνδυνος αιφνίδιου καρδιακού θανάτου μπορεί να αποδοθεί στις πιθανές ανεπιθύμητες επιδράσεις των αντικαταθλιπτικών. Ο χρόνος έκθεσης στα αντικαταθλιπτικά θα μπορούσε επίσης να χρησιμεύσει ως δείκτης για πιο σοβαρή υποκείμενη ασθένεια. Επιπλέον, η αύξηση θα μπορούσε να επηρεαστεί από παράγοντες συμπεριφοράς ή τρόπου ζωής που σχετίζονται με την κατάθλιψη, όπως η καθυστέρηση στην αναζήτηση υγειονομικής περίθαλψης και η κακή καρδιαγγειακή υγεία. Απαιτείται περαιτέρω έρευνα», λένε οι ερευνητές.

Η παγκοσμίου φήμης ψυχίατρος του University College του Λονδίνου, καθηγήτρια Joanna Moncrieff, δήλωσε στη MailOnline ότι οι γιατροί γνώριζαν εδώ και χρόνια ότι τα αντικαταθλιπτικά είναι «καρδιοτοξικά», δηλαδή βλάπτουν την καρδιά.

Η μελέτη είναι, όπως είπε, η ισχυρότερη απόδειξη ότι οδηγούν σε θανάτους.

«Είναι ακόμη ένα συγκλονιστικό παράδειγμα μιας παρενέργειας που άργησε πολύ να αποκαλυφθεί, παρόλο που είχαμε βάσιμες υποψίες ότι αυτά τα φάρμακα είναι καρδιοτοξικά. Γνωρίζουμε ότι επηρεάζουν την καρδιά, αλλάζουν τον τρόπο που χτυπά η καρδιά, τον ρυθμό της καρδιάς. Είναι μια παρενέργεια που οι γιατροί και οι ασθενείς δεν γνώριζαν καλά στο παρελθόν, οπότε οι άνθρωποι πρέπει να προειδοποιούνται γι' αυτήν».

Η Moncrieff τόνισε ότι ενώ ο συνολικός κίνδυνος αιφνίδιου καρδιακού θανάτου ήταν χαμηλός στη μελέτη, περίπου ένας στους 1.000 κάθε χρόνο, θα μπορούσαν να κινδυνεύσουν.

«Είναι τόσοι πολλοί οι άνθρωποι που παίρνουν αυτά τα φάρμακα που ακόμη και αν ο αιφνίδιος καρδιακός θάνατος είναι σπάνιος, είναι και πάλι σημαντικός ο αριθμός των ανθρώπων που επηρεάζονται».

Άλλοι εμπειρογνώμονες πάντως εκτιμούν ότι ο αυξημένος κίνδυνος αιφνίδιου καρδιακού θανάτου θα μπορούσε να οφείλεται στην κατάθλιψη και όχι στα φάρμακα.

Ο Δρ. Paul Keedwell, ψυχίατρος και μέλος του Βασιλικού Κολλεγίου Ψυχιάτρων, δήλωσε: «Η κατάθλιψη συνδέεται με υψηλά επίπεδα καρδιακών παθήσεων, συμπεριλαμβανομένου του αιφνίδιου καρδιακού θανάτου, 60% υψηλότερου από ό,τι οι μη καταθλιπτικοί, 50-90% αύξηση του κινδύνου απειλητικού για τη ζωή ανώμαλου καρδιακού ρυθμού και διπλάσιου κινδύνου εμφράγματος».

Οι ασθενείς με κατάθλιψη τείνουν επίσης να έχουν γενικότερα χειρότερη σωματική υγεία, παράγοντας που θα μπορούσε να αυξήσει τον κίνδυνο σοβαρών καρδιακών προβλημάτων.

«Τα καταθλιπτικά άτομα ακολουθούν ανθυγιεινό τρόπο ζωής - είναι πιο ανενεργά και δεν έχουν το κίνητρο να μαγειρεύουν υγιεινά λόγω της ασθένειάς τους», πρόσθεσε.

Ο Δρ. Keedwell τόνισε επίσης ότι ακόμη και αν ο κίνδυνος καρδιακών θανάτων από τα φάρμακα ήταν πραγματικός, ο κίνδυνος αυτοκτονίας μεταξύ αυτών των ασθενών θα ήταν και πάλι μεγαλύτερος, οπότε τα φάρμακα θα συνταγογραφούνταν ούτως ή άλλως.

«Ο αιφνίδιος καρδιακός θάνατος είναι ένα σχετικά σπάνιο γεγονός στο σύνολο του πληθυσμού των καταθλιπτικών ατόμων, ιδίως κάτω των 40 ετών, ενώ ο απόλυτος κίνδυνος πρόωρου θανάτου από αυτοκτονία και άλλα προβλήματα σωματικής υγείας είναι πιθανότατα πολύ υψηλότερος. Χρειάζονται περισσότερες έρευνες για να συγκριθεί άμεσα το προσδόκιμο ζωής σε θεραπευόμενη και μη θεραπευόμενη κατάθλιψη, αλλά, όπως έχουν τα πράγματα, η βαρύτητα των στοιχείων υποστηρίζει ότι ο κίνδυνος πρόωρου θανάτου είναι πολύ υψηλότερος όταν η κατάθλιψη παραμένει χωρίς θεραπεία από ό,τι όταν θεραπεύεται», πρόσθεσε.

Η χρήση αντικαταθλιπτικών έχει αυξηθεί κατακόρυφα τα τελευταία χρόνια, παρά την αυξανόμενη ανησυχία των ειδικών σχετικά με την αποτελεσματικότητα των φαρμάκων στη θεραπεία της κατάθλιψης.

Ωστόσο, πολλοί ασθενείς που τα παίρνουν επιμένουν ότι λειτουργούν.

Προηγούμενες μελέτες έχουν συνδέσει τη χρήση τους με προβλήματα υγείας, όπως καρδιακά προβλήματα σε νέους ανθρώπους, παράλληλα με μακροχρόνια ή και μόνιμη σεξουαλική δυσλειτουργία.

Οι ψυχίατροι συμβουλεύουν τους ασθενείς που ανησυχούν για τις παρενέργειες των αντικαταθλιπτικών να συζητήσουν με τον γιατρό τους για τις επιλογές τους.

Οι κλινικοί γιατροί μπορούν να προσφέρουν μια εναλλακτική δόση, ένα διαφορετικό φάρμακο ή να συνταγογραφήσουν ένα άλλο φάρμακο για την καταπολέμηση των παρενεργειών.

Προτρέπουν τους ασθενείς που τα παίρνουν να μην τα σταματήσουν χωρίς να μιλήσουν πρώτα με τον γιατρό τους.

Η δανική μελέτη παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Καρδιακού Ρυθμού στη Βιέννη.

Πηγή: Mail Online