Έλλειψη Βιταμίνης D: Αποτελεί πραγματική πανδημία;
Ανανεώθηκε:
Παρά τις γενικότερες επιφυλάξεις που κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί σχετικά με την αναγκαιότητα διατήρησης υψηλών «φυσιολογικών» επιπέδων βιταμίνης D στον γενικό πληθυσμό, είναι απόλυτα τεκμηριωμένο ότι η παρατεταμένη έλλειψη της βιταμίνης D είναι επιζήμια κυρίως για τη σκελετική υγεία παιδιών και ενηλίκων.
Ο επιπολασμός της ανεπάρκειας βιταμίνης D είναι πολύ χαμηλότερος στις βορειότερες χώρες (Σουηδία, Νορβηγία, Ισλανδία, Φινλανδία) συγκριτικά με χώρες σε μεσαία γεωγραφικά πλάτη (Ηνωμένο Βασίλειο, Ιρλανδία, Κάτω Χώρες, Γερμανία). Οι διαφορές αυτές αποδίδονται κυρίως στην εκτεταμένη χρήση συμπληρωμάτων και ενισχυμένων με βιταμίνη D τροφών –κυρίως γαλακτοκομικών– στις σκανδιναβικές χώρες.
Σχετικές μελέτες που περιλάμβαναν ή διενεργήθηκαν αποκλειστικά στην Ελλάδα δείχνουν ότι το ποσοστό των ατόμων με ανεπάρκεια βιταμίνης D (<30 ng/ml), κυμαίνεται μεταξύ 96% και 97,4%.
Τι συμβάλλει στην ανεπάρκεια της βιταμίνης D;
Περιβαλλοντικές συνθήκες
Η γεωγραφική θέση και οι ατμοσφαιρικές συνθήκες επηρεάζουν την ένταση της ακτινοβολίας UVB και συνεπώς την παραγωγή βιταμίνης D στο δέρμα.
Μέτρα προστασίας από την έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία, (χρόνος έκθεσης, χρήση προστατευτικού ρουχισμού, καπέλων, αντηλιακών) εμποδίζουν την επαρκή παραγωγή βιταμίνης D3, εκτός εάν υπάρχει επαρκής διατροφική πρόσληψη.
Bρέφη που θηλάζουν αποκλειστικά
Βρέφη που θηλάζουν αποκλειστικά διατρέχουν υψηλό κίνδυνο ανεπάρκειας βιταμίνης D. Το ανθρώπινο γάλα παρέχει γενικά 10-80 IU βιταμίνης D/λίτρο, που αντιστοιχεί σε 0,2-1,5 μg/ημέρα (8-60 IU/ημέρα), με μέση ημερήσια πρόσληψη γάλακτος 0,75 L.
Χρώμα του δέρματος
Τα άτομα με σκουρόχρωμη επιδερμίδα συνθέτουν λιγότερη βιταμίνη D λόγω της ανταγωνιστικής δράσης της μελατονίνης.
Γενετικές παραλλαγές
Η βιοδιαθεσιμότητα της βιταμίνης D εξαρτάται από το επίπεδο μιας πρωτεΐνης δέσμευσης βιταμίνης D, που δεσμεύει το 85%-90% της κυκλοφορούσας 25(OH)D, οι συγκεντρώσεις της οποίας επηρεάζονται από γενετικές παραλλαγές.
Ηλικιωμένοι
Οι ηλικιωμένοι έχουν μειωμένη ικανότητα σύνθεσης βιταμίνης D όταν εκτίθενται σε ακτινοβολία UVB, ενώ είναι πιθανότερο να παραμένουν σε κλειστούς χώρους ή να χρησιμοποιούν αντηλιακό.
Χρόνια νεφρική νόσος (CKD)
Η ανεπάρκεια βιταμίνης D σε ασθενείς με διαταραχή της νεφρικής λειτουργίας οφείλεται σε μειωμένη σύνθεση 1,25(OH)2D και αυξημένη απώλεια 25-(OH)D στα ούρα.
Σύνδρομα δυσαπορρόφησης λιπών
Η ανεπάρκεια της βιταμίνης D είναι συνηθισμένη μεταξύ των ατόμων με κυστική ίνωση και ηπατική νόσο εξαιτίας της μειωμένης απορρόφησης και μετατροπής της βιταμίνης D σε 25(ΟΗ)D.
Φλεγμονώδης νόσος του εντέρου
Τα άτομα με φλεγμονώδη νόσο του εντέρου φαίνεται να διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο ανεπάρκειας βιταμίνης D.
Παχυσαρκία
Η παχυσαρκία (δείκτης μάζας σώματος ≥30 kg/m2) αυξάνει τον κίνδυνο ανεπάρκειας βιταμίνης D λόγω της ελαττωμένης βιοδιαθεσιμότητας αυτής.
Ανεπάρκεια μαγνησίου
Η έλλειψη μαγνησίου αυξάνει τον κίνδυνο ανεπάρκειας βιταμίνης D, καθώς παρεμβάλλεται στον μεταβολισμό της βιταμίνης D.
Ευάγγελος Ι. Καζάκος, MD, MSc,PhD,DTM&H
Ιατρός Βιοπαθολόγος