ΥΓΕΙΑ

Τι είναι η χρονοδιατροφή και πώς επηρεάζει το βάρος ανδρών και γυναικών

Σινάνη Αικατερίνη

Για να διατηρήσετε το βάρος σας υπό έλεγχο, είναι σημαντικό να ελέγχετε όχι μόνο τι τρώτε αλλά και τις ώρες που τρώτε.

Τι είναι η χρονοδιατροφή και πώς επηρεάζει το βάρος ανδρών και γυναικών

Σύμφωνα με νέα μελέτη, υπάρχουν δύο συνήθειες που σχετίζονται με χαμηλότερο δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) μακροπρόθεσμα: η μεγαλύτερη περίοδος νηστείας κατά τη διάρκεια της νύχτας και η κατανάλωση πρωινού νωρίς το πρωί.

Στη μελέτη με επικεφαλής το Ινστιτούτο Παγκόσμιας Υγείας της Βαρκελώνης (ISGlobal), συμμετείχαν περισσότεροι από 7.000 εθελοντές ηλικίας 40-65 ετών. Το 2018, οι συμμετέχοντες απάντησαν σε ερωτηματολόγια σχετικά με το βάρος και το ύψος τους, τις διατροφικές τους συνήθειες, συμπεριλαμβανομένων των ωρών των γευμάτων, άλλες συνήθειες και την κοινωνικοοικονομική τους κατάσταση.

Το 2023, μετά από πέντε χρόνια, περισσότεροι από 3.000 συμμετέχοντες εξετάστηκαν πάλι από τους ερευνητές, οι οποίοι κατέγραψαν εκ νέου τα χαρακτηριστικά τους και συμπληρώθηκαν νέα ερωτηματολόγια.

«Τα ευρήματά μας, επιβεβαιώνοντας άλλες πρόσφατες μελέτες, υποδεικνύουν ότι η παράταση της ολονύκτιας νηστείας θα μπορούσε να βοηθήσει στη διατήρηση ενός υγιούς βάρους, εάν συνοδεύεται από κατανάλωση δείπνου και πρωινού όσο το δυνατόν νωρίτερα. Πιστεύουμε ότι αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι η κατανάλωση φαγητού νωρίτερα μέσα στην ημέρα είναι πιο συμβατή με τους κιρκάδιους ρυθμούς και επιτρέπει την καλύτερη καύση θερμίδων και τη ρύθμιση της όρεξης, η οποία μπορεί να βοηθήσει στη διατήρηση ενός υγιούς βάρους», εξηγεί η ερευνήτρια Luciana Pons-Muzzo.

Διαφορές μεταξύ των δύο φύλων

Η ανάλυση των δεδομένων ανά φύλο έδειξε ότι, σε σύγκριση με τους άνδρες, οι γυναίκες παρουσίασαν γενικά χαμηλότερο ΔΜΣ, μεγαλύτερη προσκόλληση στη μεσογειακή διατροφή, μικρότερη τάση για κατανάλωση αλκοόλ, χειρότερη ψυχική υγεία, ενώ ήταν πιθανότερο να είναι υπεύθυνες για την επίβλεψη του νοικοκυριού ή της οικογένειας.

Η ομάδα χρησιμοποίησε στατιστική τεχνική προκειμένου να ομαδοποιήσει άτομα με παρόμοια χαρακτηριστικά. Οι συγγραφείς εντυπωσιάστηκαν από μια μικρή ομάδα ανδρών των οποίων το πρώτο γεύμα της ημέρας ήταν μετά τις 14:00 και οι οποίοι έμειναν κατά μέσο όρο νηστικοί για 17 ώρες.

Σε σύγκριση με τους υπόλοιπους, αυτή η ομάδα ανδρών έτεινε να ακολουθεί λιγότερο υγιεινό τρόπο ζωής (περισσότερες πιθανότητες να καπνίζουν, να πίνουν αλκοόλ, να μην ασκούνται και να μην ακολουθούν τη μεσογειακή διατροφή), είχε χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο και ήταν πιο πιθανό να είναι άνεργοι. Αυτά δεν παρατηρήθηκαν σε καμία ομάδα γυναικών.

Διαλειμματική νηστεία

«Υπάρχουν διάφοροι τρόποι εφαρμογής αυτού που είναι γνωστό ως "διαλειμματική νηστεία" και η μελέτη μας αφορά έναν από αυτούς, που είναι η ολονύκτια νηστεία. Αυτό που παρατηρήσαμε σε μια υποομάδα ανδρών που κάνουν διαλειμματική νηστεία παραλείποντας το πρωινό, είναι ότι η πρακτική αυτή δεν έχει καμία επίδραση στο σωματικό βάρος. Άλλες μελέτες παρέμβασης σε συμμετέχοντες με παχυσαρκία έχουν δείξει ότι αυτή η τακτική δεν είναι πιο αποτελεσματική από τη μείωση της πρόσληψης θερμίδων στη μείωση του σωματικού βάρους μακροπρόθεσμα», λέει η Camille Lassale, ερευνήτρια στο ISGlobal και επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης.

«Η έρευνά μας αποτελεί μέρος ενός αναδυόμενου ερευνητικού πεδίου γνωστού ως "χρονοδιατροφή", το οποίο εστιάζει στην ανάλυση όχι μόνο του τι τρώμε, αλλά και στις ώρες της ημέρας και στον αριθμό των γευμάτων», λέει η ερευνήτρια Anna Palomar-Cros.

«Στη βάση αυτής της έρευνας βρίσκεται η γνώση ότι τα ασυνήθιστα πρότυπα πρόσληψης τροφής μπορούν να συγκρουστούν με το κιρκάδιο σύστημα, το σύνολο των εσωτερικών ρολογιών που ρυθμίζουν τους κύκλους της νύχτας και της ημέρας και τις φυσιολογικές διεργασίες που πρέπει να τους συνοδεύουν», προσθέτει η ίδια.

Η μελέτη αυτή αποτελεί τη συνέχεια μιας σειράς ερευνών του ISGlobal για τη χρονοδιατροφή, το οποίο τα τελευταία χρόνια έχει δημοσιεύσει άλλες δύο μελέτες με αποτελέσματα προς την ίδια κατεύθυνση. Σε αυτές τις μελέτες παρατηρήθηκε ότι η κατανάλωση βραδινού γεύματος και πρωινού νωρίς, συνδέεται με χαμηλότερο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων και διαβήτη τύπου 2, αντίστοιχα.

Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιθεώρηση International Journal of Behavioral Nutrition and Physical Activity.