Διαλειμματική νηστεία: Είναι η λύση ΚΑΙ στη χαμηλή λίμπιντο;
Η νηστεία είναι ένα ανοιχτό πεδίο έρευνας, επειδή η μειωμένη πρόσληψη τροφής και ο περιορισμός των θερμίδων έχει ποικίλες επιδράσεις στον οργανισμό πέρα από την απώλεια βάρους.

Νέα έρευνα έδειξε ότι η μακροχρόνια νηστεία σε 24ωρους κύκλους αύξησε τη σεξουαλική ορμή αρσενικών ποντικών, μειώνοντας τη συγκέντρωση του νευροδιαβιβαστή σεροτονίνη στον εγκέφαλο.
Το αποτέλεσμα αυτό συνδέεται με την προκαλούμενη από τη δίαιτα έλλειψη της πρόδρομης ουσίας τρυπτοφάνη - ενός αμινοξέος που πρέπει να λαμβάνεται μέσω της τροφής.
Οι ερευνητές στο Γερμανικό Κέντρο Νευροεκφυλιστικών Νοσημάτων (DZNE) σε συνεργασία με κινέζους ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Qingdao, υποστηρίζουν ότι παρόμοιοι μηχανισμοί μπορεί να υπάρχουν και στον άνθρωπο και θεωρούν τη νηστεία ως μια πιθανή προσέγγιση για την αντιμετώπιση της απώλειας της σεξουαλικής επιθυμίας.
«Μας ενδιαφέρουν οι επιδράσεις της νηστείας στη γήρανση. Χρησιμοποιώντας ποντίκια ως μοντέλο, διερευνούμε τους υποκείμενους βιολογικούς μηχανισμούς. Στόχος μας είναι να αποκτήσουμε γνώσεις που μπορεί να αφορούν και τους ανθρώπους», λέει ο Δρ. Dan Ehninger, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας στο DZNE και κύριος συγγραφέας της μελέτης.
Τα ευρήματά τους βασίζονται σε μια τυχαία ανακάλυψη, καθώς ο Ehninger και οι συνεργάτες του είχαν θέσει αρχικά άλλο στόχο: να εξετάσουν πώς επηρεάζει η νηστεία τους απογόνους αρσενικών ποντικών.
Ένα συγκεκριμένο εύρημα ωστόσο, οδήγησε την έρευνά τους προς μια νέα κατεύθυνση: τα ηλικιωμένα αρσενικά ποντίκια -ηλικιωμένα άτομα για τα ανθρώπινα δεδομένα- που είχαν νηστέψει για παρατεταμένες περιόδους παρήγαγαν ασυνήθιστα μεγάλο αριθμό απογόνων.
Σε αντίθεση με τις αρχικές υποθέσεις, το φαινόμενο αυτό δεν οφειλόταν σε επιπτώσεις της νηστείας στα αναπαραγωγικά όργανα ή στην ενδοκρινική κατάσταση των ζώων. Για παράδειγμα, οι μεταβολές στους όρχεις που σχετίζονται με την ηλικία, η μειωμένη ποιότητα του σπέρματος και τα χαμηλότερα επίπεδα τεστοστερόνης συνηγορούσαν κατά της υψηλής γονιμότητας.
«Τελικά, συνειδητοποιήσαμε ότι είναι θέμα συμπεριφοράς. Τα νηστικά αρσενικά είχαν σημαντικά περισσότερες σεξουαλικές επαφές από τα ποντίκια που μπορούσαν να φάνε ελεύθερα. Με άλλα λόγια, τα ζώα αυτά είχαν ασυνήθιστα υψηλή συχνότητα ζευγαρώματος και, ως αποτέλεσμα, ασυνήθιστα υψηλό αριθμό απογόνων για την ηλικία τους. Η συμπεριφορά τους στο ζευγάρωμα αντιστάθμιζε και με το παραπάνω τους φυσιολογικούς περιορισμούς που σχετίζονταν με την ηλικία».
Νηστεία σε 24ωρο ρυθμό
Ξεκινώντας από την ηλικία των δύο μηνών, τα αρσενικά αυτά ποντίκια υποβλήθηκαν σε μια συγκεκριμένη μορφή διαλείπουσας νηστείας. Η πρόσβασή τους στην τροφή ακολουθούσε ένα επαναλαμβανόμενο 24ωρο μοτίβο: τα ζώα είχαν τη δυνατότητα να τρέφονται ελεύθερα για 24 ώρες, ενώ για τις επόμενες 24 ώρες είχαν πρόσβαση μόνο σε νερό.
Κατά τη διάρκεια των 22 μηνών νηστείας, τα αρσενικά συμβίωναν μαζί χωρίς να έχουν επαφή με θηλυκά. Αργότερα συμβίωναν με θηλυκά ηλικίας τριών μηνών που είχαν μεγαλώσει χωρίς διατροφικούς περιορισμούς.
Παρατηρήθηκε αυξημένη συμπεριφορά ζευγαρώματος και στα νεότερα ποντίκια. Αυτά τα αρσενικά είχαν επίσης ξεκινήσει τη διαλείπουσα νηστεία σε ηλικία δύο μηνών, αλλά είχαν ακολουθήσει αυτή τη δίαιτα μόνο για έξι μήνες πριν συμβιώσουν με θηλυκά. Και αυτά ήταν πιο ενεργά σεξουαλικά από τα συνομήλικα τους που είχαν τραφεί ελεύθερα.
Ωστόσο, η επίδραση αυτή απουσίαζε σε άλλες πειραματικές ομάδες -τόσο νεαρής όσο και μεγάλης ηλικίας- που νηστεύανε για λίγες μόνο εβδομάδες.
«Για να αυξήσει η διαλείπουσα νηστεία τη σεξουαλική ορμή, χρειάζεται κάποιος χρόνος. Με βάση τα πειράματά μας, η ελάχιστη διάρκεια φαίνεται να είναι κάπου μεταξύ έξι εβδομάδων και έξι μηνών», λένε οι ερευνητές.

Ο ρόλος της σεροτονίνης
Κατά τη διάρκεια της διερεύνησης των αιτιών, η προσοχή στράφηκε τελικά στους νευροδιαβιβαστές που επηρεάζουν τη σεξουαλική συμπεριφορά. Ορισμένοι έχουν διεγερτική δράση, ενώ άλλοι δρουν ως αναστολείς. Ανάμεσα στα σεξουαλικά ενεργά αρσενικά ποντίκια, ένας παράγοντας ξεχώριζε: η σεροτονίνη -ένας χημικός αγγελιοφόρος που γενικά συνδέεται με ανασταλτικές επιδράσεις- ήταν παρούσα σε ασυνήθιστα χαμηλά επίπεδα.
«Αυτά τα ποντίκια ήταν, κατά κάποιον τρόπο, σε σεξουαλική αναστολή», λέει ο Ehninger.
Η σεροτονίνη παράγεται κυρίως στον γαστρεντερικό σωλήνα, αλλά και στον εγκέφαλο, όπου δρα ως νευροδιαβιβαστής που μεσολαβεί στην επικοινωνία μεταξύ των νευρώνων. Ωστόσο, η σύνθεσή της εξαρτάται από το αμινοξύ τρυπτοφάνη, το οποίο πρέπει να λαμβάνεται μέσω της διατροφής ή να απελευθερώνεται μέσω της διάσπασης των πρωτεϊνικών αποθεμάτων του ίδιου του οργανισμού, όπως αυτά που βρίσκονται στον μυϊκό ιστό.
Η τρυπτοφάνη θεωρείται απαραίτητο αμινοξύ, πράγμα που σημαίνει ότι ούτε τα ποντίκια ούτε οι άνθρωποι μπορούν να το συνθέσουν. Ως αποτέλεσμα, η διατροφική πρόσληψη παίζει βασικό ρόλο στη ρύθμιση των επιπέδων τρυπτοφάνης στο σώμα. Βρίσκεται, μάλιστα, σε πολλά κοινά τρόφιμα.
«Η έλλειψη σεροτονίνης ήταν σαφώς αποτέλεσμα της νηστείας», εξηγούν οι ερευνητές.
Παίζει ρόλο ο τύπος νηστείας;
«Συνολικά, τα νηστικά ποντίκια κατανάλωναν σχεδόν 15% λιγότερες θερμίδες από τα ζώα της ομάδας ελέγχου. Αυτό ισχύει περίπου και για την πρόσληψη τρυπτοφάνης. Προς το παρόν δεν είναι σαφές αν η μείωση των επιπέδων σεροτονίνης συνδέεται με το συγκεκριμένο σχήμα διατροφής ή αν θα συνέβαινε και με άλλους τύπους νηστείας».
Είναι επίσης πιθανό ότι το φαινόμενο θα μπορούσε να εμφανιστεί και εξαιτίας γενικού θερμιδικού περιορισμού, όπου η τροφή είναι συνεχώς διαθέσιμη αλλά σε μειωμένες ποσότητες.
«Οι χημικοί αγγελιοφόροι παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση της σεξουαλικής συμπεριφοράς στον άνθρωπο. Αυτό ισχύει ιδίως για τη σεροτονίνη», λέει ο Ehninger.
Όπως επισημαίνει, αυτό είναι εμφανές, για παράδειγμα, στη χρήση των εκλεκτικών αναστολέων επαναπρόσληψης σεροτονίνης, μιας κατηγορίας αντικαταθλιπτικών φαρμάκων που αυξάνουν τα επίπεδα σεροτονίνης. Μια πιθανή παρενέργεια αυτής της θεραπείας είναι η μειωμένη λίμπιντο. Αντίθετα, τα χαμηλότερα επίπεδα σεροτονίνης είναι γνωστό ότι προάγουν τη σεξουαλική επιθυμία.
«Λαμβάνοντας υπόψη αυτό, θεωρώ πολύ πιθανό η σεξουαλική επιθυμία στους ανθρώπους να επηρεάζεται από τη νηστεία - πιθανώς όχι μόνο στους άνδρες, αλλά και στις γυναίκες, αφού η σεροτονίνη επηρεάζει και τη δική τους λίμπιντο. Κατά τη γνώμη μου, θα είχε νόημα να το διερευνήσουμε λεπτομερώς. Βλέπω δυνατότητες για θεραπευτικές εφαρμογές. Η έλλειψη σεξουαλικής επιθυμίας δεν γίνεται απαραίτητα αντιληπτή ως προβληματική - αλλά κάποιοι άνθρωποι υποφέρουν από αυτήν. Η κατάσταση αυτή είναι γνωστή ως διαταραχή υποδραστικής σεξουαλικής επιθυμίας και επηρεάζει ιδιαίτερα τους ηλικιωμένους. Η νηστεία θα μπορούσε ενδεχομένως να χρησιμεύσει ως μια χρήσιμη προσθήκη στις υπάρχουσες θεραπευτικές επιλογές», καταλήγουν οι επιστήμονες.
Τα ευρήματα δημοσιεύονται στην επιστημονική επιθεώρηση Cell Metabolism.