ΥΓΕΙΑ

Ποια η σχέση του υποθυρεοειδισμού και της υψηλής χοληστερίνης

Πολλοί ασθενείς με θυρεοειδοπάθεια έχουν και αυξημένη χοληστερίνη, γεγονός που γεννά το ερώτημα αν η μία κατάσταση αποτελεί συνέπεια της άλλης.

Ποια η σχέση του υποθυρεοειδισμού και της υψηλής χοληστερίνης

Στους παράγοντες που είναι γνωστό ότι ευνοούν την αύξηση της χοληστερόλης, περιλαμβάνονται η κληρονομικότητα, η παχυσαρκία, η κακή διατροφή, η κακή ψυχολογία κλπ.

Μελέτη έχει δείξει ότι οι ασθενείς που λαμβάνουν την τυπική θεραπεία λεβοθυροξίνης (LT4) για την αντιμετώπιση του υποθυρεοειδισμού, συχνά συνεχίζουν να έχουν παθολογικά επίπεδα χοληστερόλης αίματος παρά την επαναφορά της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης (TSH) σε φυσιολογικές τιμές.

Η χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνη (LDL) και η ολική χοληστερόλη (TC) θεωρούνται αντικειμενικοί δείκτες της σηματοδότησης των θυρεοειδών ορμονών. Ωστόσο, είναι άγνωστο αν η επαναφορά των επιπέδων της TSH σε φυσιολογικές τιμές μέσω θεραπείας με LT4 μπορεί να επαναφέρει τη φυσιολογική σηματοδότηση των θυρεοειδών ορμονών.

«Έχει ήδη αποδειχθεί ότι στους ασθενείς με υποθυρεοειδισμό που δεν λαμβάνουν θεραπεία, τα επίπεδα της χοληστερόλης είναι αυξημένα», σύμφωνα με τη συγγραφέα σχετικής μελέτης, Δρα Ελίζαμπεθ ΜακΆνινχ.

Τα τελευταία δεδομένα δείχνουν ότι «αυτοί που λαμβάνουν LT4 έχουν σημαντικά αυξημένα επίπεδα LDL ορού και ολικής χοληστερόλης σε σχέση με την ομάδα ελέγχου, γεγονός που δείχνει ότι η ομοιόσταση των λιπιδίων που εξαρτάται από τις θυρεοειδείς ορμόνες δεν είχε διορθωθεί», όπως είπε η ΜακΆνινχ.

«Τα ευρήματα δείχνουν ότι η θεραπεία με λεβοθυροξίνη μπορεί να μην είναι αρκετή για τους ασθενείς με υποθυρεοειδισμό», συμπλήρωσε.

Οι ερευνητές εξηγούν ότι ο φυσιολογικός θυρεοειδής αδένας παράγει και εκκρίνει τόσο θυροξίνη (Τ4) όσο και τριιωδοθυρονίνη (Τ3). Η Τ4 θεωρείται πρόδρομη μορφή καθώς έχει μικρότερη συγγένεια για τους υποδοχείς των θυρεοειδών ορμονών, ενώ η Τ3 αποτελεί τη δραστική μορφή.

Η τυπική θεραπεία του υποθυρεοειδισμού, μίας πάθησης που επηρεάζει το 5% περίπου του πληθυσμού, περιλαμβάνει χορήγηση λεβοθυροξίνης (LT4), δηλαδή μίας συνθετικής μορφής της Τ4, σε δόσεις ικανές να επαναφέρουν την TSH εντός φυσιολογικών ορίων.

Στο παρελθόν οι γιατροί πίστευαν ότι η μονοθεραπεία με LT4 στις παραπάνω δόσεις, μπορούσε να μετατρέψει επαρκώς την Τ3 και να διατηρήσει την ομοιόσταση, ωστόσο η προσέγγιση αυτή αμφισβητείται τελευταία.

Το 20% των ασθενών με υποθυρεοειδισμό που λαμβάνουν LT4 αναφέρουν ότι τα συμπτώματά τους δεν έχουν υποχωρήσει, παρά τα φυσιολογικά επίπεδα της TSH.

Επιπλέον, οι ασθενείς αυτοί έχουν αυξημένη αναλογία Τ4:Τ3 στον ορό. Αρκετοί ασθενείς των οποίων τα συμπτώματα δεν ανακουφίζονται μόνο με την LT4 αναφέρουν ότι χρειάζονται και Τ3. Η χορήγηση Τ4 μαζί με Τ3 στους ασθενείς που δεν ανταποκρίνονται στη μονοθεραπεία με Τ4 αποτελεί αντικείμενο συζήτησης τα τελευταία χρόνια.

Μετα-ανάλυση επιστημόνων στο Rush University εξέτασε δεδομένα από 99 έρευνες, στις οποίες είχαν λάβει μέρος εθελοντές με πρωτοπαθή υποθυρεοειδισμό που λάμβαναν μονοθεραπεία με LT4 με σκοπό να επιτευχθούν φυσιολογικά επίπεδα της TSH στον ορό.

Οι 65 από αυτές τις έερευνες είχαν δεδομένα σχετικά με τα επίπεδα χοληστερόλης των ασθενών.

Οι ασθενείς που λάμβαναν θεραπεία με LT4, παρά τα φυσιολογικά επίπεδα TSH στον ορό, είχαν σημαντικά αυξημένα επίπεδα LDL χοληστερόλης σε σχέση με τις ομάδες ελέγχου, καθώς και αυξημένα επίπεδα ολικής χοληστερόλης.

Στις έρευνες που δεν είχαν ομάδα ελέγχου, τα επίπεδα της LDL στον ορό ήταν επίσης αυξημένα, σε σχέση με τις φυσιολογικές τιμές αναφοράς. Το ίδιο συνέβαινε και για την ολική χοληστερόλη.

Σύμφωνα με την ΜακΆνινχ, τα ευρήματα ενοχοποιούν νέους παράγοντες για τη μη υποχώρηση των συμπτωμάτων σε αυτούς τους ασθενείς, οι οποίοι αναφέρουν αίσθημα κόπωσης και αύξηση του σωματικού βάρους, παρά το γεγονός ότι τα επίπεδα της TSH βρίσκονται εντός φυσιολογικών ορίων.

Μία θεωρία υποστηρίζει ότι η TSH δεν αποτελεί ακριβές μέτρο εκτίμησης της λειτουργίας του θυρεοειδούς. Έρευνες σε ποντίκια έχουν δείξει ότι τα φυσιολογικά επίπεδα της TSH δεν συνοδεύονται πάντοτε από φυσιολογικές τιμές άλλων δεικτών της λειτουργίας του θυρεοειδούς.