ΥΓΕΙΑ

Πρόωρη εμμηνόπαυση: Οι επιπτώσεις στην υγεία

Η εμμηνόπαυση είναι ένα φυσιολογικό στάδιο στη ζωή κάθε γυναίκας, που εμφανίζεται γύρω στην ηλικία των 50 ετών.

Πρόωρη εμμηνόπαυση: Οι επιπτώσεις στην υγεία

Πολλές γυναίκες ωστόσο, περίπου μία στις 100, ηλικίας κάτω των 40 ετών, μπαίνουν πρόωρα στην εμμηνόπαυση.

Η αιτία είναι η πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια, δηλαδή τα ωοθυλάκιά τους εξαντλούνται ή υπολειτουργούν.

Οι περισσότερες γυναίκες δεν γνωρίζουν γιατί συμβαίνει αυτό, καθώς συνήθως η αιτιολογία είναι άγνωστη. Άλλες φορές είναι απόρροια διαταραχών του ενδοκρινικού, λοιμώξεων ή χειρουργικών επεμβάσεων στην πύελο.

Η πρόωρη εμμηνόπαυση σχετίζεται με μία σειρά επιπλοκών, οι βασικότερες από τις οποίες είναι οι εξής:

Οστεοπόρωση

Η οστεοπόρωση είναι πολύ συνηθισμένη μετά την εμμηνόπαυση, καθώς η έλλειψη των οιστρογόνων οδηγεί σε μείωση της οστικής πυκνότητας και διαταραχή της μικροαρχιτεκτονικής του οστίτη ιστού. Το αποτέλεσμα είναι εύθραυστα οστά και αυξημένος κίνδυνος καταγμάτων. Ο κίνδυνος αυτός είναι ιδιαίτερα αυξημένος στις γυναίκες με πρόωρη εμμηνόπαυση, οι οποίες δίχως θεραπεία θα εκδηλώσουν οστεοπόρωση σε πολύ μικρότερη ηλικία από το φυσιολογικό. Για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης στις μικρές ηλικίες, μπορεί να χρειαστεί θεραπεία υποκατάστασης των οιστρογόνων, η οποία προστατεύει και από τις άλλες επιπλοκές της πρώιμης ωοθηκικής ανεπάρκειας. Οι γυναίκες πρέπει επίσης να λαμβάνουν καθημερινά αρκετό ασβέστιο, βιταμίνη D και μαγνήσιο, ώστε να διαφυλάξουν όσο το δυνατόν περισσότερο την υγεία των οστών τους.

Καρδιαγγειακά προβλήματα

Η πρόωρη εμμηνόπαυση σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο καρδιοπάθειας, στηθάγχης και καρδιακής ανεπάρκειας, και όσο νωρίτερα έχει εκδηλωθεί η πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος αυτός. Αυτό οφείλεται στο ότι τα οιστρογόνα είναι καρδιοπροστατευτικά, αφού αυξάνουν την καλή χοληστερόλη (HDL) και μειώνουν την κακή χοληστερόλη (LDL), την ολική χοληστερόλη και τα τριγλυκερίδια. Επιπλέον, χαλαρώνουν τα τοιχώματα των αγγείων και μειώνουν την αγγειακή αντίσταση, διατηρώντας χαμηλή την αρτηριακή πίεση. Ο κίνδυνος αυτός είναι ένας από τους κύριους λόγους για τους οποίους συνιστάται στις γυναίκες με πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια να προσέχουν πολύ τον τρόπο ζωής τους (π.χ. να μην καπνίζουν, να μην κάνουν κατάχρηση αλκοόλ, να τρέφονται υγιεινά, να γυμνάζονται συστηματικά κ.λπ.)

Αγγειοκινητικά συμπτώματα

Η απότομη μείωση των οιστρογόνων μπορεί να προκαλέσει εξάψεις, νυχτερινές εφιδρώσεις, «φτερουγίσματα» της καρδιάς και πονοκεφάλους. Μπορεί επίσης να οδηγήσει σε αύξηση του σωματικού βάρους, ξηρότητα στον κόλπο και δυσπαρευνία (πόνος κατά το σεξ), ακράτεια ούρων, καθώς και ευερεθιστότητα, αφηρημάδα, αϋπνία και μειωμένη ικανότητα προσοχής.

Υπογονιμότητα

Σε γυναίκες με πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια, είναι δύσκολο να επιτευχθεί φυσική εγκυμοσύνη. Στην πραγματικότητα, μόνο το 10% των γυναικών κατορθώνουν να μείνουν έγκυοι χωρίς υποβοήθηση, ενώ μπορεί να χρειασθούν αρκετά χρόνια έως ότου συμβεί αυτό. Οι περισσότερες δύσκολα θα μείνουν έγκυες με δικά τους ωάρια και έτσι συνήθως υποβάλλονται σε εξωσωματική με δανεικά ωάρια.

Πρόωρη γήρανση

Μελέτες έχουν δείξει ότι οι γυναίκες που παρουσιάζουν πολύ νωρίς εμμηνόπαυση παρουσιάζουν ορισμένες αλλαγές στο DNA τους, που είναι χαρακτηριστικές της πρόωρης γήρανσης. Οι αλλαγές αυτές εντοπίζονται στα τελομερή, δηλαδή στα ακριανά τμήματα των χρωμοσωμάτων που προστατεύουν το DNA από τις βλάβες. Το μικρό μήκος των τελομερών αποτελεί ένδειξη επιταχυνόμενης γήρανσης.

Νευρολογικές και ψυχολογικές διαταραχές

Μελέτες έχουν συσχετίσει την πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια με αυξημένο κίνδυνο εκδηλώσεως νευρολογικών παθήσεων που φυσιολογικά σχετίζονται με την ηλικία, όπως η νόσος Αλτσχάιμερ. Επιπλέον, οι ασθενείς είναι πιθανό να διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο αγχώδους διαταραχής, κατάθλιψης και άλλων διαταραχών της διάθεσης.

Σεξουαλικά προβλήματα

Οι γυναίκες με πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια συχνά έχουν μειωμένη γενική και σεξουαλική ευεξία, και είναι λιγότερο ικανοποιημένες από την σεξουαλική τους ζωή.

Κάθε νεαρή γυναίκα που παρουσιάζει ακανόνιστο έμμηνο κύκλο για τουλάχιστον τρεις συνεχόμενους μήνες, χωρίς να έχει προηγηθεί λήψη αντισυλληπτικών και χωρίς να πάσχει από σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, πρέπει να απευθύνεται στον γυναικολόγο της για αξιολόγηση, καθώς η έγκαιρη διάγνωση της διαταραχής είναι εξαιρετικά σημαντική για τη συνολική υγεία.