Χρόνια φλεγμονή και έλλειψη βιταμίνης D: Πώς συνδέονται
Η φλεγμονή αποτελεί βασικό μέρος της διαδικασίας επούλωσης του σώματος.
Η συστηματική χαμηλού βαθμού φλεγμονή όμως, συνδέεται με ένα ευρύ φάσμα παθήσεων, όπως ο διαβήτης τύπου 2, οι καρδιακές παθήσεις και τα αυτοάνοσα νοσήματα.
Νέα μελέτη επιστημόνων στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Αυστραλίας, δείχνει μια άμεση σχέση μεταξύ των χαμηλών επιπέδων βιταμίνης D και των υψηλών επιπέδων φλεγμονής, παρέχοντας έναν σημαντικό βιοδείκτη για τον εντοπισμό ατόμων με υψηλότερο κίνδυνο ή σοβαρότητα χρόνιων ασθενειών με φλεγμονώδη συνιστώσα.
Η επιστημονική ομάδα εξέτασε τα γενετικά δεδομένα 294.970 συμμετεχόντων στη βρετανική βιοτράπεζα, χρησιμοποιώντας τη Μεντελιανή τυχαιοποίηση, για να δείξει τη σχέση μεταξύ της βιταμίνης D και των επιπέδων της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης, ενός δείκτη φλεγμονής.
Ο επικεφαλής ερευνητής, Δρ. Ανγκ Ζου δήλωσε ότι τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι η ενίσχυση της βιταμίνης D σε άτομα με έλλειψη μπορεί να μειώσει τη χρόνια φλεγμονή.
«Η φλεγμονή είναι ο τρόπος του σώματός σας να προστατεύει τους ιστούς σας εάν έχετε τραυματιστεί ή έχετε μια μόλυνση», εξήγησε ο ερευνητής.
«Τα υψηλά επίπεδα της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης παράγονται από το ήπαρ ως απάντηση στη φλεγμονή, οπότε όταν το σώμα σας βιώνει χρόνια φλεγμονή, εμφανίζει υψηλότερα επίπεδα C-αντιδρώσας πρωτεΐνης», πρόσθεσε.
«Αυτή η μελέτη εξέτασε τη βιταμίνη D και τις C-αντιδρώσες πρωτεΐνες και βρήκε μια μονόδρομη σχέση μεταξύ των χαμηλών επιπέδων βιταμίνης D και των υψηλών επιπέδων της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης, που εκφράζεται ως φλεγμονή. Η ενίσχυση της βιταμίνης D σε άτομα με έλλειψη, μπορεί να μειώσει τη χρόνια φλεγμονή, βοηθώντας τους να αποφύγουν μια σειρά από σχετικές ασθένειες», δήλωσε ο Δρ. Ζου.
Η μελέτη αναφέρει επίσης ότι οι επαρκείς συγκεντρώσεις βιταμίνης D, μπορούν να μετριάσουν τις επιπλοκές της παχυσαρκίας και να μειώσουν τον κίνδυνο ή τη σοβαρότητα χρόνιων ασθενειών όπως τα καρδιαγγειακά νοσήματα, ο διαβήτης και τα αυτοάνοσα νοσήματα.
Η επικεφαλής ερευνήτρια και διευθύντρια του Κέντρου Ακριβείας Υγείας του Πανεπιστημίου της Νότιας Αυστραλίας, Ελίνα Χίπονεν, είπε ότι τα αποτελέσματα αυτά είναι σημαντικά και παρέχουν μια εξήγηση για ορισμένες από τις αντιφάσεις στις αναφερόμενες συσχετίσεις με τη βιταμίνη D.
«Έχουμε δει επανειλημμένα αποδείξεις για οφέλη στην υγεία από την αύξηση των συγκεντρώσεων της βιταμίνης D σε άτομα με πολύ χαμηλά επίπεδα, ενώ για άλλους φαίνεται να υπάρχει μικρό έως καθόλου όφελος», σημείωσε η καθηγήτρια.
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση International Journal of Epidemiology.