Σύνδρομο Χρόνιας Κόπωσης: Αμφισβητείται η βιολογική του βάση
Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια των ΗΠΑ υποστηρίζουν ότι το Σύνδρομο Χρόνιας Κόπωσης είναι μια σωματική και όχι ψυχολογική πάθηση, καθώς εντόπισαν διακριτούς δείκτες μεταβολής στη λειτουργία του ανοσοποιητικού των ασθενών. Οι δείκτες αυτοί αντιστοιχούν στα διάφορα στάδια της πάθησης και μπορούν να συμβάλουν στο σχεδιασμό βελτιωμένων μεθόδων διάγνωσης και θεραπείας.
Ωστόσο, αρκετοί παραμένουν επιφυλακτικοί απέναντι στα ευρήματα αυτά.
Το Σύνδρομο Χρόνιας Κόπωσης, γνωστό και ως μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα, είναι μια αμφιλεγόμενη πάθηση που χαρακτηρίζεται από την υπερβολική σωματική και πνευματική κόπωση, την έλλειψη συγκέντρωσης και την ελλιπή λειτουργία της μνήμης, τη διαταραχή του ύπνου και τον πόνο στους μύες και τις αρθρώσεις.
Όπως αναφέρει το σχετικό δημοσίευμα του Fox News, δεν υπάρχει θεραπεία για το σύνδρομο και οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν τι ακριβώς το προκαλεί, όμως εκτιμάται ότι 17 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο πάσχουν από αυτό.
Η νέα μελέτη από το Κολούμπια, η οποία δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Science Advances, αναφέρει πως παρατηρούνται συγκεκριμένα μοτίβα λειτουργίας του ανοσοποιητικού σε άτομα που πάσχουν από ΣΧΚ για τρία ή λιγότερα χρόνια, μοτίβα που δεν εντοπίζονται σε υγιή άτομα ή σε άτομα που πάσχουν από το σύνδρομο για περισσότερα από τρία χρόνια.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η πρώτη υπο-ομάδα παρουσίαζε αυξημένα επίπεδα πολλών διαφορετικών μορίων που ονομάζονται κυτοκίνες (κυτταροκίνες). Ιδιαίτερα έντονη ήταν η συσχέτιση με μια συγκεκριμένη κυτοκίνη, την ιντερφερόνη γ, η οποία συνδέεται με την κόπωση που εκδηλώνεται έπειτα από μια ιογενή λοίμωξη.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της μελέτης, ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης Michael Sharpe επισημαίνει πως το συγκεκριμένο είδος μελέτης (μελέτη ασθενών-μαρτύρων) καταλήγει συχνά σε συμπεράσματα που άλλοι ερευνητές αδυνατούν στη συνέχεια να αναπαράγουν.
Με τη σειρά του, ο Stephen Lawrie, ειδικός σε θέματα Ψυχιατρικής από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, δηλώνει πως τα μοτίβα λειτουργίας του ανοσοποιητικού που εντόπισαν οι ερευνητές μπορεί «να είναι απλώς συγκυριακά, οδηγώντας σε ψευδώς θετικές συσχετίσεις».
Διαβάστε επίσης: