ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ

Διάγνωση της κατάθλιψης με μια απλή εξέταση αίματος

Σύντομα θα μπορούμε να διαγνώσουμε την κατάθλιψη από το αίμα, όπως δηλώνουν περήφανα οι επιστήμονες.
Διάγνωση της κατάθλιψης με μια απλή εξέταση αίματος

Σύντομα θα μπορούμε να διαγνώσουμε την κατάθλιψη από το αίμα, όπως δηλώνουν περήφανα οι επιστήμονες.

Οι αμερικάνοι ερευνητές ανακάλυψαν 11 γονίδια κατάθλιψης συγκρίνοντας το αίμα των εφήβων που έχουν κατάθλιψη και αυτών που είναι ψυχικά υγιείς.Ένα μικρό μπουκαλάκι από το αίμα μας μπορεί να αποκαλύψει στους γιατρούς αν όντως πάσχουμε από κατάθλιψη ή όχι.

Η αμερικάνικη αυτή έρευνα που δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες «Translational Pschiatry» και «Le Figaro» αποκαλύπτει τα βιολογικά σημάδια που βρίσκονται στο αίμα και μαρτυρούν μια τέτοια ψυχική κατάσταση στους έφηβους.Οι ερευνητές πήραν αίμα από 14 έφηβους, ηλικίας 15-19, που πάσχουν από μείζων κατάθλιψη και 14 επιπλέον ψυχικά υγιείς. Οι ερευνητές εστίασαν σε 26 γονίδια που προηγουμένως είχαν αποδειχτεί ότι εμφανίζονται σε καταστάσεις κατάθλιψης.

Η σύγκριση των δειγμάτων έδειξε ότι τα 11 από αυτά τα γονίδια των εφήβων είναι όντως απόδειξη ότι αργότερα θα πάσχουν από αυτή την ψυχική νόσο. Μία από τους ερευνητές η Eva Redei, ψυχίατρος στο Northwestern University στο Σικάγο, δηλώνει «αυτά τα 11 γονίδια δεν είναι παρά μόνο μια από τις πλευρές της κατάθλιψης καθώς πρόκειται για πολύπλοκη αρρώστια, αλλά ταυτόχρονα μας βοηθούν να δημιουργήσουμε ένα τεστ αίματος που να μπορεί να διαγνώσει μια τέτοια προδιάθεση των εφήβων».

Μέχρι τώρα την κατάθλιψη μπορούσαν να την διαγνώσουν μόνο οι ψυχίατροι βασιζόμενοι σε υποκειμενικά κριτήρια. Ακόμα, σύμφωνα με τον Alain Braconnier, γάλλο ψυχαναλυτή, η διάγνωση της κατάθλιψης στους εφήβους είναι πολύ δύσκολη καθώς τα συμπτώματα ποικίλουν πολύ περισσότερο σε σχέση με τους ενήλικες και μπορεί να αφορούν προβλήματα του σχολείου και προκειμένου να ξεφύγουν, οι νέοι στρέφονται στα ναρκωτικά.

Ωστόσο, οι ειδικοί τονίζουν ότι αυτό το τεστ αίματος δεν μπορεί να αντικαταστήσει την κλινική εξέταση αλλά μπορεί να βοηθήσει στην καλύτερη εφαρμογή της θεραπείας του ασθενούς.