Έρευνα: Το επώδυνο σεξ πρόβλημα για σχεδόν μία στις δέκα γυναίκες
Σχεδόν μία στις δέκα γυναίκες (ποσοστό 8%) αισθάνεται πόνο στη διάρκεια του σεξ, σύμφωνα με μια νέα βρετανική έρευνα. Το πρόβλημα –η λεγόμενη δυσπαρευνία– αφορά γυναίκες όλων των ηλικιών, αλλά είναι συχνότερο στις γυναίκες 55 έως 65 ετών, ενώ ακολουθεί σε συχνότητα η ηλικιακή ομάδα 16 έως 24 ετών.
Η έρευνα, από επιστήμονες της Σχολής Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής και του Πανεπιστημιακού Κολεγίου του Λονδίνου με επικεφαλής τη δρα Κίρστιν Μίτσελ, έγινε σε περίπου 6.700 γυναίκες ηλικίας 16 έως 74 ετών και δημοσιεύτηκε στο διεθνές περιοδικό γυναικολογίας και μαιευτικής BJOG: An International Journal of Obstetrics and Gynaecology, σύμφωνα με το BBC.
Η μελέτη επιβεβαιώνει ότι για πολλές γυναίκες το θέμα παραμένει ταμπού και αποφεύγουν να το συζητήσουν, ακόμη και με τον γιατρό τους. Μερικές γυναίκες μάλιστα αποφεύγουν τελείως το σεξ, επειδή φοβούνται τον πόνο που μπορεί να τους προκαλέσει.
Το επώδυνο σεξ συχνά συνδέεται με άλλα προβλήματα, όπως κολπική ξηρότητα, αισθήματα άγχους κατά τη σεξουαλική πράξη, έλλειψη απόλαυσης στο σεξ κ.α. Ιδιαίτερα κατά την ηλικία της εμμηνόπαυσης, το σεξ μπορεί να γίνει επώδυνο για τη γυναίκα λόγω ξηρότητας του κόλπου της.
Η δυσπαρευνία μπορεί να προκύπτει από διάφορους σωματικούς, ψυχολογικούς και συναισθηματικούς παράγοντες, οι οποίοι συχνά καθιστούν περίπλοκη τη θεραπεία της. Ο πόνος μπορεί να προκαλείται από σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, ενδομητρίωση ή άλλες γυναικολογικές παθήσεις, οι οποίες πρέπει να αντιμετωπιστούν. Θεραπεία χρειάζονται επίσης τυχόν ψυχολογικά προβλήματα που μπλοκάρουν τη διαδικασία της απόλαυσης.
Σύμφωνα με τη μελέτη, από τις γυναίκες που νιώθουν πόνο στο σεξ, μία στις τέσσερις αισθάνονται έτσι σχεδόν κάθε φορά που κάνουν σεξ, ενώ μία στις τρεις δηλώνουν ανικανοποίητες από τη σεξουαλική ζωή τους –έναντι μόνο μίας στις δέκα από τις γυναίκες που δεν έχουν πρόβλημα δυσπαρευνίας.
Προηγούμενες έρευνες εμφανίζουν μεγάλες αποκλίσεις στο πόσο συχνή είναι η δυσπαρευνία παγκοσμίως. Οι σχετικές εκτιμήσεις κυμαίνονται από το 3% έως το 18% των γυναικών.
Διαβάστε επίσης: