ΦΑΡΜΑΚO

Νέο στοχευμένο φάρμακο - ελπίδα για ασθενείς με μυελοΐνωση

Νεότερα δεδομένα για την αντιμετώπιση της μυελοΐνωσης ανακοινώθηκαν την Τετάρτη σε ειδική συνέντευξη τύπου με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Σπανίων Παθήσεων που διοργάνωσε η φαρμακευτική εταιρεία Novartis με την επιστημονική υποστήριξη της Ελληνικής Αιματολογικής Εταιρείας. Τα δεδομένα αφορούν ειδικότερα, σε ένα νέο στοχευμένο φάρμακο, το οποίο δημιουργεί μεγάλες ελπίδες για τους ασθενείς.

Νέο στοχευμένο φάρμακο - ελπίδα για ασθενείς με μυελοΐνωση

Οι χημειοθεραπείες- με τις οποίες αντιμετωπιζόνταν μέχρι σήμερα η εν λόγω ασθένεια- όπως τόνισαν οι επιστήμονες, μοιάζουν με τον πόλεμο του Βιετνάμ και τις βόμβες Ναπάλμ μαζί με τα καρκινικά κύτταρα σκοτώνονται και τα υγιή, και το συγκεκριμένο φάρμακο αλλάζει δραστικά τα δεδομένα. Πλέον η Αιματολογία έχει αλλάξει αιώνα, σημείωσαν χαρακτηριστικά.

Η μυελοΐνωση αποτελεί μια σπάνια αιματολογική κακοήθεια που χαρακτηρίζεται από αλλοίωση (ίνωση) του μυελού των οστών και σημαντική διόγκωση του σπλήνα (σπληνομεγαλία). Αναπτύσσεται όταν η ανεξέλεγκτη σηματοδότηση του μονοπατιού JAK – που ρυθμίζει την παραγωγή των κυττάρων του αίματος – αναγκάζει το σώμα να παράγει κύτταρα αίματος που δεν λειτουργούν σωστά.

«Η μυελοΐνωση είναι μία σοβαρή, απειλητική για την ζωή πάθηση με φτωχή πρόγνωση και περιορισμένες θεραπευτικές επιλογές. Χαρακτηρίζεται από έντονα και εξαντλητικά συμπτώματα που περιλαμβάνουν κόπωση, πυρετό, νυχτερινή εφίδρωση, φαγούρα, πόνο στα οστά, κοιλιακό άλγος και απώλεια βάρους, και συνεπώς επηρεάζει σημαντικά την ποιότητα ζωής των ασθενών,» επισημαίνει ο Δρ. Δημ. Καρακάσης, Αιματολόγος, Διευθυντής, Αιματολογική-Λεμφωμάτων Κλινική, Υπεύθυνος Μονάδας Μεταμόσχευσης Μυελού των Οστών, Γ.Ν.Α.«Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ» και Πρόεδρος της Ελληνικής Αιματολογικής Εταιρείας.

Σύμφωνα με μελέτες, οι ασθενείς με μυελοΐνωση έχουν μικρό προσδόκιμο επιβίωσης, με διάμεση συνολική επιβίωση στα 5,7 έτη. Η αντιμετώπιση της ασθένειας μέχρι πρόσφατα αφορούσε μόνο στην υποστήριξη των ασθενών με μεταγγίσεις, σε φαρμακευτική αγωγή που σε μερικές περιπτώσεις βοηθά στην άνοδο του αιματοκρίτη, και σε ήπια χημειοθεραπεία για την ελάττωση του μεγέθους του σπλήνα. Συγκεκριμένα, η χρήση των ανδρογόνων (danazol) και της κορτιζόνης μπορεί να αυξήσει τον αιματοκρίτη σε ένα ποσοστό ασθενών, και να συμβάλει στην αποφυγή των μεταγγίσεων. Η υδροξυουρία μπορεί να μειώσει το μέγεθος του σπλήνα, αλλά δεν επηρεάζει κατά κανόνα τα συμπτώματα της ασθένειας, ενώ δεν παύει να είναι ένα χημειοθεραπευτικό φάρμακο με όλες τις πιθανές επιπλοκές του. Η μεταμόσχευση μυελού των οστών από υγιή δότη μπορεί να θεραπεύσει την ασθένεια, αλλά εφαρμόζεται μόνο σε μικρό ποσοστό ασθενών (λιγότερο από το 10%) που έχουν επαρκή φυσική κατάσταση και την κατάλληλη ηλικία για να ανταπεξέλθουν στις δυσκολίες της μεταμόσχευσης.

Η νόσος θεωρείται σπάνια, καθώς διαγιγνώσκεται μόλις ένα περιστατικό ανά 133.000 άτομα. Ωστόσο η συχνότητα μπορεί να είναι μεγαλύτερη, καθώς πολλά περιστατικά δεν αναφέρονται, ενώ υπάρχουν περιπτώσεις όπου γίνεται λανθασμένη διάγνωση. Στην Ελλάδα, η Ελληνική Αιματολογική Εταιρεία διατηρεί Αρχείο Μυελοΐνωσης, ώστε να καταγραφούν οι ασθενείς με τη νόσο.

«Με πρωτοβουλία του Τμήματος μας, δημιουργήσαμε ένα από τα πρώτα Αρχεία στην Ελλάδα, όπου καταγράφονται τα περιστατικά με μυελοΐνωση, γεγονός που θα βοηθήσει έτσι ώστε να έχουμε μία ολοκληρωμένη εικόνα της νόσου, και της αποτελεσματικότητας των θεραπευτικών προσεγγίσεων,» δήλωσε ο Δρ. Δαμ. Σωτηρόπουλος, Αιματολόγος, Διευθυντής της Αιματολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου Γ. Παπανικολάου και Πρόεδρος του Τμήματος Οξειών Λευχαιμιών και Μυελοϋπερπλαστικών Νεοπλασμάτων της Ελληνικής Αιματολογικής Εταιρείας.

Εδώ και ένα περίπου χρόνο, κυκλοφορεί στην ελληνική αγορά το ruxolitinib (Jakavi®), η πρώτη φαρμακευτική θεραπεία για ασθενείς με μυελοΐνωση, που στοχεύει άμεσα στον υποκείμενο μηχανισμό της νόσου. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα 3,5 ετών της μελέτης Φάσης ΙΙΙ με την ονομασία COMFORT II, φάνηκε ότι o κίνδυνος θανάτου στα 3,5 έτη μειώθηκε κατά 48% σε ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με ruxolitinib, σε σύγκριση με ασθενείς στην ομάδα ελέγχου. Επιπλέον δεδομένα δείχνουν ότι, το ruxolitinib μείωσε ή σταθεροποίησε την εξέλιξη της ίνωσης του μυελού των οστών, η οποία αποτελεί έναν από τους υποκείμενους μηχανισμούς και μία από τις επιπτώσεις της νόσου. Το συγκεκριμένο αποτέλεσμα, το οποίο δείχνει πιθανή τροποποίηση της φυσικής εξέλιξης της νόσου, δεν έχει παρατηρηθεί με τη καθιερωμένη θεραπεία σε ασθενείς με προχωρημένη μυελοΐνωση.

Αναφορικά με τις παρενέργιες του φαρμάκου, όπως τόνισαν οι καθηγητές, αυτές είναι η επιδείνωση της αναιμίας, με αποτέλεσμα για 3 με 4 μήνες να απαιτηθούν μεταγγίσεις αίματος για τον ασθενή και η θρομβοπενία, δηλαδή πέφτουν τα αιμοπετάλια. Το φάρμακο επίσης, είναι ακριβό ωστόσο καλύπτεται.

Πρόσφατα δεδομένα από τη μεγαλύτερη κλινική μελέτη σε ασθενείς με μυελοΐνωση που έλαβαν θεραπεία με ruxolitinib, τα οποία ανακοινώθηκαν στο συνέδριο της Αμερικανικής Αιματολογικής Εταιρείας (ASH), υποστηρίζουν την αποτελεσματικότητα και το προφίλ ασφάλειας του σκευάσματος. Συγκεκριμένα, σε μια ανάλυση 1.144 ασθενών που έχουν ενταχθεί σε θεραπεία με ruxolitinib έως σήμερα στο πλαίσιο αυτής της μελέτης διευρυμένης πρόσβασης, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη, το 69% των ασθενών πέτυχε μείωση μεγαλύτερη ή ίση με 50% στο μέγεθος του σπλήνα σε σύγκριση με τις αρχικές τιμές, ενώ παρουσίασε μια κλινικώς σημαντική βελτίωση στη βαθμολογία συμπτωμάτων για τη μυελοΐνωση – δύο σημαντικοί θεραπευτικοί στόχοι για τους πάσχοντες από μυελοΐνωση.

«Στη μυελοΐνωση υπάρχει επιτακτική ανάγκη για νέες θεραπείες, και το ruxolitinib έχει ήδη δείξει ενθαρρυντικά αποτελέσματα, μειώνοντας σημαντικά το μέγεθος του σπλήνα και βελτιώνοντας τα βασανιστικά συμπτώματα των ασθενών. Για τη σωστή διάγνωση της νόσου χρειάζεται προσεκτική εκτίμηση τόσο των κλινικών, όσο και των εργαστηριακών δεδομένων. Στα κλινικά στοιχεία συνήθως περιλαμβάνεται η ύπαρξη σπληνομεγαλίας, και στα εργαστηριακά η ύπαρξη αναιμίας, ενώ ο αριθμός των λευκών αιμοσφαιρίων και των αιμοπεταλίων μπορεί να είναι φυσιολογικός, μειωμένος ή και αυξημένος. Σημαντική για τη σωστή διάγνωση είναι η ανίχνευση μεταλλάξεων του γονιδίου JAK-2, που παρατηρείται στο 50% των ασθενών, ή άλλων γονιδιακών μεταλλάξεων, όπως του γονιδίου της cal-reticulin ή του MPL.

Οι εξετάσεις αυτές απαιτούν μία απλή γενική αίματος, πρέπει όμως να γίνονται σε άκρως εξειδικευμένα εργαστήρια. Σημαντικό είναι πάντως, ότι τα θεραπευτικά αποτελέσματα με το ruxolitinib είναι ανεξάρτητα της ύπαρξης ή όχι των παραπάνω μεταλλάξεων, του σταδίου της νόσου, ή οποιασδήποτε άλλης προηγούμενης θεραπείας. Ιδιαίτερα ελπιδοφόρο είναι το γεγονός ότι έχουμε αρχίσει να βλέπουμε θετικές ενδείξεις όσον αφορά στην βελτίωση της συνολικής επιβίωσης των ασθενών, καθώς και την αποτελεσματικότητα του σε άλλες αιματολογικές κακοήθειες, όπως η αληθής πολυκυτταραιμία,» δήλωσε ο Δρ. Παν. Παναγιωτίδης, Αιματολόγος, Καθηγητής ΕΚΠΑ, A' Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική, Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών «Λαϊκό», και Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Αιματολογικής Εταιρείας.

Photo 2

Σχετικά με το ruxolitinib

Το ruxolitinib (Jakavi) είναι ένας από του στόματος αναστολέας των κινασών της τυροσίνης JAK 1 και JAK 2. Εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Αύγουστο του 2012 για τη θεραπεία της σχετικής με τη νόσο σπληνομεγαλίας ή συμπτωμάτων, σε ενήλικες ασθενείς με πρωτοπαθή μυελοΐνωση (επίσης γνωστή ως χρόνια ιδιοπαθής μυελοΐνωση), μυελοΐνωση μετά από αληθή πολυκυτταραιμία ή μυελοΐνωση μετά από ιδιοπαθή θρομβοκυττάρωση. Το ruxolitinib είναι εγκεκριμένο σε περισσότερες από 70 χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Καναδά, της Ιαπωνίας και ορισμένων κρατών της Ασίας, της Λατινικής και της Νότιας Αμερικής.

Επιπλέον, στις 23 Ιανουαρίου 2015 το ruxolitinib έλαβε θετική γνωμοδότηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την θεραπεία ενήλικων ασθενών με αληθή πολυκυτταραιμία, οι οποίοι παρουσιάζουν αντοχή ή δυσανεξία στην υδροξυουρία.

Διαβάστε ακόμη:

Mυελοΐνωση: Νέα ελπιδοφόρα δεδομένα δείχνει κλινική μελέτη