«Εφεύρεση» των Αρχαίων Ελλήνων η μεσογειακή διατροφή
Οι γιατροί στην Αρχαία Ελλάδα ήταν οι εμπνευστές της περίφημης μεσογειακής διατροφής, καθώς αξιοποίησαν την πλούσια γεύση των τροφίμων για τη θεραπεία των ασθενών τους, αποκαλύπτει νέα μελέτη από το βρετανικό Πανεπιστήμιο του Έξετερ.
Οι ερευνητές ανέλυσαν τα κείμενα Αρχαίων Ελλήνων γιατρών και διαπίστωσαν ότι μια επικρατούσα πεποίθηση την εποχή εκείνη ήταν ότι η πλούσια γεύση ενισχύει τη διατροφική αξία ενός γεύματος.
Ο σπουδαίος γιατρός Κλαύδιος Γαληνός, συγκεκριμένα, «συνταγογραφούσε» στους ασθενείς σκόρδο και κρεμμύδι για καλύτερη υγεία.
Σύμφωνα με τις αναλύσεις των ερευνητών, οι γιατροί στην Αρχαία Ελλάδα έθεσαν τις βάσεις για τη γνωστή σε όλους μας μεσογειακή διατροφή, η οποία έχει αποδειχθεί πολλάκις ότι έχει ευεργετική και προστατευτική δράση για τον ανθρώπινο οργανισμό.
Παράλληλα, ο φιλόσοφος Πλάτωνας εξυμνεί στα κείμενά του τη σημασία της διατροφής για την υγεία μας, ενώ ο Ιπποκράτης είχε πει τη φράση «Η τροφή σου να είναι το φάρμακό σου και το φάρμακό σου η τροφή σου».
Όπως εξηγεί ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Έξετερ, John Wilkins, ειδήμων σε θέματα που αφορούν στον Ελληνικό Πολιτισμό, οι Αρχαίοι Έλληνες γιατροί «θεωρούσαν τη γεύση μέτρο για την αξία των τροφών, καθώς πίστευαν πως η δριμύτητα ενός άγουρου μήλου ή ενός κρεμμυδιού αντανακλά την πιθανή επίδραση που θα έχει η συγκεκριμένη τροφή στον οργανισμό».
Θα πρέπει να σημειωθεί πως ο Γαληνός θεωρούσε τη διατροφή πυλώνα της Ιατρικής Τέχνης, μαζί με τη Φαρμακολογία και τη Χειρουργική.
«Η διατροφή των Αρχαίων Ελλήνων έμοιαζε με αυτό που ονομάζουμε σήμερα μεσογειακή διατροφή, χωρίς όμως να περιλαμβάνει πορτοκάλια και λεμόνια από την Κίνα ή ντομάτες από τη Λατινική Αμερική. Η διατροφή των Αρχαίων Ελλήνων βασιζόταν κατά κύριο λόγο σε φυτικά προϊόντα της περιοχής, τα οποία και προτιμούσαν οι γιατροί έναντι εισαγόμενων προϊόντων πολυτελείας. Επίσης, η αρχαιοελληνική μεσογειακή διατροφή δεν περιελάμβανε μεγάλες ποσότητες ζωικών προϊόντων. Η γη παρείχε τρόφιμα με εκλεπτυσμένη γεύση κι έτσι τα δημητριακά ήταν μια συνήθης επιλογή», καταλήγει ο Wilkins.
Η σχετική μελέτη δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Journal of Ethnopharmacology.