ΥΓΕΙΑ

To θρεπτικό συστατικό που αυξάνει τον κίνδυνο ενδομητρίωσης

Σινάνη Αικατερίνη

Η ενδομητρίωση είναι χρόνια πάθηση που αφορά την ανάπτυξη κυττάρων του ενδομητρίου, το οποίο καλύπτει το εσωτερικό της ενδομήτριας κοιλότητας, έξω από τη μήτρα, προκαλώντας πόνο, φλεγμονή και προβλήματα γονιμότητας.

To θρεπτικό συστατικό που αυξάνει τον κίνδυνο ενδομητρίωσης

Εκτιμάται ότι επηρεάζει το 6-10% των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας, οι μισές από τις οποίες αντιμετωπίζουν υπογονιμότητα.

Νέα μελέτη υποδεικνύει σχέση μεταξύ της υψηλότερης πρόσληψης ψευδαργύρου και του αυξημένου κινδύνου ενδομητρίωσης στις γυναίκες, συγκριτικά με εκείνες που προσλαμβάνουν λιγότερο ψευδάργυρο.

Ο ψευδάργυρος είναι ένα ιχνοστοιχείο απαραίτητο για πολλές σωματικές λειτουργίες, από την παραγωγή ινσουλίνης μέχρι την υγεία του ανοσοποιητικού συστήματος.

Παίζει επίσης ρόλο στη ρύθμιση των ορμονών, στη σύνθεση του DNA και των πρωτεϊνών, καθώς και στη διαίρεση και την ανάπτυξη των κυττάρων.

Το σώμα μας δεν μπορεί να αποθηκεύσει ψευδάργυρο, γι' αυτό πρέπει να λαμβάνεται μέσω της διατροφής.

Η διατήρηση της ισορροπίας των επιπέδων ψευδαργύρου είναι σημαντική, καθώς τόσο ο πολύς ψευδάργυρος όσο και η έλλειψή του, μπορούν να διαταράξουν την ανθρώπινη φυσιολογία.

Η νέα μελέτη περιελάμβανε δευτερογενή ανάλυση δεδομένων που συλλέχθηκαν από την Εθνική Έρευνα Υγείας και Διατροφής (National Health and Nutrition Examination Survey), η οποία διεξήχθη μεταξύ 1999 και 2006 και επικεντρώθηκε σε Αμερικανίδες ηλικίας 20 έως 54 ετών.

Οι συμμετέχουσες ανέφεραν οι ίδιες τη διάγνωση ενδομητρίωσης απαντώντας σε ερωτηματολόγιο αναπαραγωγικής υγείας, καθώς και την πρόσληψη ψευδαργύρου μέσω 24ωρων ανακλήσεων πρόσληψης τροφής.

Οι ερευνητές αξιολόγησαν μία από αυτές τις 24ωρες ανακλήσεις για να εκτιμήσουν τη συνήθη διατροφική πρόσληψη ψευδαργύρου για κάθε συμμετέχουσα.

Έλαβαν επίσης υπόψη διάφορους παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα αποτελέσματα, συμπεριλαμβανομένων των φαρμάκων και της χρήσης συμπληρωμάτων διατροφής, της ηλικίας, του δείκτη μάζας σώματος, των επιπέδων σωματικής δραστηριότητας, του καπνίσματος και άλλων.

Συνολικά 4.315 γυναίκες συμπεριλήφθηκαν στο τελικό δείγμα και 331 (7,7%) από αυτές ανέφεραν ότι είχαν διαγνωστεί με ενδομητρίωση.

Όσον αφορά τα δημογραφικά στοιχεία, περίπου το 64% των συμμετεχουσών ταξινομήθηκαν ως υπέρβαρες, το 39,4% προσδιορίστηκαν ως καπνίστριες και το 47% ανέφεραν ότι χρησιμοποιούν συμπληρώματα διατροφής.

Η ηλικιακή κατανομή έδειξε ότι περίπου το 53% ήταν κάτω των 40 ετών, το 33% ήταν μεταξύ 40 και 50 ετών και το 14% ήταν άνω των 50 ετών.

Οι ερευνητές διεξήγαγαν πολλαπλές στατιστικές αναλύσεις για να εξετάσουν τη σχέση μεταξύ της πρόσληψης ψευδαργύρου και του κινδύνου ενδομητρίωσης λαμβάνοντας υπόψη αυτούς τους παράγοντες επιρροής.

Οι γυναίκες που λάμβαναν συμπληρώματα διατροφής, ασκούνταν μέτρια και ζούσαν με σύντροφο ή είχαν υψηλότερο εισόδημα, έτειναν να προσλαμβάνουν περισσότερο ψευδάργυρο στη διατροφή τους.

Είναι ενδιαφέρον ότι οι ερευνητές υπέθεσαν αρχικά ότι τα υψηλότερα επίπεδα ψευδάργυρου θα μείωναν τον κίνδυνο ενδομητρίωσης.

Διαπίστωσαν όμως ότι η υψηλότερη πρόσληψη ψευδαργύρου μπορεί να αυξήσει την πιθανότητα εμφάνισης ενδομητρίωσης.

Οι γυναίκες που κατανάλωναν πάνω από 14 χιλιοστόγραμμα (mg) ψευδαργύρου ημερησίως φάνηκε να έχουν 60% υψηλότερο κίνδυνο ενδομητρίωσης σε σύγκριση με εκείνες που κατανάλωναν 8 mg ημερησίως ή λιγότερο.

Δεν παρατήρησαν καμία στατιστικά σημαντική αλλαγή στον κίνδυνο ενδομητρίωσης μεταξύ εκείνων που κατανάλωναν 8 έως 14 mg ψευδαργύρου ημερησίως.

Πρόσθετη ανάλυση αποκάλυψε ότι ο τρόπος ζωής ή δημογραφικοί παράγοντες όπως το κάπνισμα, η παχυσαρκία ή η φυλή δεν φαίνεται να επηρεάζουν τη σχέση μεταξύ της υψηλότερης πρόσληψης ψευδαργύρου και του κινδύνου ενδομητρίωσης.

«Η έρευνα αυτή αμφισβητεί μέρος της προηγούμενης βιβλιογραφίας για τον ρόλο του ψευδαργύρου στην αναπαραγωγική υγεία», λένε οι ερευνητές.

Εκτιμούν ότι η διαφορά αυτή μπορεί να οφείλεται στον τρόπο απορρόφησης και μεταβολισμού του ψευδαργύρου σε μελέτες που εξετάζουν τα επίπεδα στο αίμα έναντι των ούρων ή επειδή οι προηγούμενες μελέτες περιλάμβαναν μικρότερα μεγέθη δείγματος.

Πώς μπορεί ο ψευδάργυρος να συμβάλλει στην ενδομητρίωση;

Ο ψευδάργυρος μπορεί να παίζει ρόλο στην ενδομητρίωση μέσω της διαχείρισης των ανοσολογικών αντιδράσεων του οργανισμού και της μείωσης του οξειδωτικού στρες, το οποίο μπορεί να συμβάλλει στην ανάπτυξη ενδομητρίωσης.

Βοηθά επίσης στον έλεγχο των ενζύμων που ονομάζονται μεταλλοπρωτεϊνάσες της μήτρας (MMPs), τα οποία είναι σημαντικά για την επιδιόρθωση και την ανάπτυξη των ιστών.

Μελέτες δείχνουν ότι οι γυναίκες με ενδομητρίωση μπορεί να έχουν υψηλότερα επίπεδα ορισμένων τύπων αυτών των ενζύμων, συγκεκριμένα των MMP-2 και MMP-9.

Εικάζεται ότι τα ένζυμα μπορεί να συμβάλλουν στην εξάπλωση του ιστού του ενδομητρίου εκτός της φυσιολογικής θέσης του.

Καθώς αυτά τα ένζυμα διασπούν την εξωκυτταρική μήτρα (δομή του περιβάλλοντος ιστού), προάγουν την απελευθέρωση ορισμένων φλεγμονωδών μορίων και βοηθούν τα ενδομητριακά κύτταρα να εξαπλωθούν σε κοντινούς ιστούς.

«Ένας άλλος πιθανός μηχανισμός περιλαμβάνει μια πρωτεΐνη που δεσμεύει τον ψευδάργυρο μετά την απορρόφησή του από τη διατροφή, τη μεταλλοθειονίνη», λένε οι ερευνητές.

Καθώς οι άνθρωποι γερνούν ή όταν έχουν χρόνια φλεγμονή, η ποσότητα της μεταλλοθειονίνης στο σώμα τείνει να αυξάνεται. Όταν η μεταλλοθειονίνη παγιδεύει τον ψευδάργυρο, λιγότερος ψευδάργυρος είναι διαθέσιμος για να βοηθήσει ορισμένα ένζυμα να λειτουργήσουν και να μπλοκάρουν τα MMPs.

Επιπλέον, «ενώ η χαμηλή διαθεσιμότητα ψευδαργύρου δημιουργεί ανησυχία, η υψηλή διαθεσιμότητα ψευδαργύρου μπορεί να οδηγήσει σε ανοσοκαταστολή», προσθέτουν οι ειδικοί.

Αυτό είναι σχετικό επειδή η ενδομητρίωση έχει συνδεθεί με δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και χρόνια φλεγμονή.

Τέλος, οι ειδικοί τονίζουν ότι ο υψηλός ψευδάργυρος μπορεί επίσης «να επηρεάσει την ενδομητρίωση δρώντας ως μεταλλοοιστρογόνο, ή ένα μεταλλικό ιόν που δεσμεύει και διεγείρει τους υποδοχείς οιστρογόνων».

Η ενδομητρίωση είναι μια οιστρογονοεξαρτώμενη πάθηση, που σημαίνει ότι βασίζεται στα οιστρογόνα για την ανάπτυξη και την εξέλιξή της. Ως εκ τούτου, ο ψευδάργυρος σε υψηλές δόσεις μπορεί να είναι ένας ενδοκρινικός διαταράκτης, που παρεμβαίνει στην ισορροπία των ορμονών του σώματος. Αυτό μπορεί ενδεχομένως να ενθαρρύνει την ανάπτυξη και την εξάπλωση της ενδομητρίωσης.

Οι ανάγκες σε ψευδάργυρο μπορεί να διαφέρουν μεταξύ των γυναικών με βάση παράγοντες όπως οι διατροφικές συνήθειες και η κατάσταση της υγείας τους.

Η μελέτη υποδεικνύει ότι περίπου 8 mg ψευδαργύρου ημερησίως από τα τρόφιμα, θα μπορούσαν να είναι ένας κατάλληλος στόχος για τις περισσότερες μη έγκυες γυναίκες, μειώνοντας ενδεχομένως τον κίνδυνο ενδομητρίωσης σε σύγκριση με υψηλότερες προσλήψεις.

Η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη για μια έγκυο αυξάνεται στα 11 mg ψευδαργύρου.

Τροφέ πλούσιες σε ψευδάργυρο είναι τα σγτρείδια, το βοδινό κρέας, οι σπόροι κολοκύθας, η γαλοπούλα, οι φακές, το γιαούρτι.

Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό BMC Public Health.