Πόσο έχουν αυξηθεί οι γεννήσεις στις γυναικών άνω των 50 ετών;
Οι γεννήσεις από μητέρες μεγαλύτερης ηλικίας έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια.
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία από τις υπηρεσίες της Μ. Βρετανίας, ενώ οι γεννήσεις από γυναίκες άνω των 50 ετών εξακολουθούν να είναι σχετικά σπάνιες, μόλις το 0,04% όλων των γεννήσεων στην Αγγλία από το 2019-21, ο αριθμός αυξάνεται. Υπήρξαν δηλαδή 824 νέες μητέρες ηλικίας άνω των 50 ετών κατά την περίοδο αυτή, σημειώνοντας αύξηση 15%.
Όπως εξηγεί Δρ. Ιωάννης Βασιλόπουλος - Γυναικολόγος Μαιευτήρας, Ιατρός Αναπαραγωγής του κέντρου υποβοηθούμενης αναπαραγωγής Institute of Life, αυτή η αύξηση ακολουθεί την αύξηση στον μέσο όρο ηλικίας που οι γυναίκες γίνονται για πρώτη φορά μητέρες και την αύξηση στις θεραπείες υποβοηθούμενης αναπαραγωγής που επιτρέπουν σε γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας να αποκτήσουν παιδιά. Αποτελεί δηλαδή μέρος μιας ευρύτερης τάσης που αφορά τις γυναίκες που γεννούν αργότερα.
Έχει ξανασυμβεί αυτό;
Όπως επισημαίνει ο Δρ. Ι. Βασιλόπουλος, αυτή δεν είναι η πρώτη έκρηξη γεννήσεων στις άνω των 45 ετών στην Αγγλία και την Ουαλία. Τα χρόνια μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο, είδαν επίσης σχετικά υψηλά επίπεδα γεννήσεων σε αυτή την ηλικιακή ομάδα, παρά το γεγονός ότι η μέση ηλικία μητρότητας στα τέλη της δεκαετίας του 1920 ήταν τα 28 ή 29 έτη. Τα τελευταία χρόνια έχουν ξεπεράσει τη μεταπολεμική περίοδο όσον αφορά το ποσοστό των μητέρων που γεννούν στα τέλη της δεκαετίας του '40.
Τι ισχύει στο σήμερα
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με ανάλυση των στοιχείων του Guardian, μεταξύ 2016-18 και 2019-21 σημειώθηκε αύξηση κατά 15% στον αριθμό των γυναικών που γεννούν στην Αγγλία, ηλικίας άνω των 50 ετών. Την περίοδο 2019-21 γέννησαν επτά γυναίκες άνω των 60 ετών, με δύο από αυτές άνω των 65 ετών.
Όσο για την Ελλάδα έχει το μεγαλύτερο ποσοστό γέννησης πρώτου παιδιού μετά τα 40 με ποσοστό περίπου 6 στις δέκα γεννήσεις επισημαίνει ο Δρ. Βασιλόπουλος σχολιάζοντας τα εξής:
«Ένας λόγος που συμβαίνει αυτό είναι ότι η εξωσωματική γονιμοποίησης και οι βελτιωμένες θεραπείες γονιμότητας διευκολύνουν τις γυναίκες αυτής της ηλικιακής ομάδας, καθιστώντας τις γεννήσεις σε μεγαλύτερες ηλικίες όλο και πιο πιθανές. Από την άλλη υπενθυμίζει ότι η μέση ηλικία για ασθενείς με εξωσωματική γονιμοποίηση αυξήθηκε στη χώρα μας στα 54 δίνοντας την ευκαιρία σε γυναίκες άνω των πενήντα να επανεξετάσουν τις δυνατότητές τεκνοποίησης».
Ποιες είναι αυτές οι γυναίκες
Όπως αναφέρει ο κύριος Βασιλόπουλος από την μέχρι τώρα εμπειρία τους ως ειδικός στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, η μία κατηγορία γυναικών που επιδιώκουν εγκυμοσύνη μετά τα πενήντα είναι εκείνες που συνήθως έχουν ξεκινήσει τις προσπάθειες για τεκνοποίηση περίπου μια δεκαετία πριν και δεν τα έχουν καταφέρει, έχουν στο ιστορικό τους αποτυχημένες προσπάθειες εξωσωματικής, όμως συνεχίζουν να προσπαθούν. Σε αυτές τις γυναίκες, αν δεν έχουν καταψύξει ωάρια ή έμβρυα, συστήνεται για την αύξηση των ποσοστών επιτυχίας της εξωσωματικής η χρήση ωαρίων δότριας. Μία άλλη κατηγορία είναι οι γυναίκες που έχουν ήδη ένα παιδί ή περισσότερα και χωρίζουν και συνεχίζουν τη ζωή τους με νέο σύντροφο, με τον οποίο θέλουν να αποκτήσουν παιδί.
Η εγκυμοσύνη στις γυναίκες άνω των 50 πρέπει να θεωρείται υψηλού ρίσκου
Όπως εξηγεί ο Δρ. Βασιλόπουλος, παρόλο που η αλλαγή στη νομοθεσία δίνει τη δυνατότητα στις γυναίκες να επανεξετάσουν το παράθυρο γονιμότητας, υπάρχουν καλά τεκμηριωμένοι υψηλότεροι κίνδυνοι επιπλοκών σε αυτή την ηλικία, συμπεριλαμβανομένης της υπέρτασης, του διαβήτη, της προεκλαμψίας, σύμφωνα και με το National Childbirth Trust. Οι μεγαλύτερες ηλικιακά μητέρες έχουν επίσης υψηλότερες πιθανότητες επιπλοκών κατά τη διάρκεια του τοκετού και υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα πρόωρου τοκετού και χρωμοσωμικών ανωμαλιών στα μωρά τους, όπως τα σύνδρομα Down, Edwards και Patau, αν και το πιθανότερο είναι ότι σε αυτές τις ηλικίες η εγκυμοσύνη είναι εφικτή με ωάρια δότριας.
Παρόλα αυτά οι ιατρικοί κίνδυνοι πρέπει να εξεταστούν παράλληλα με τα οφέλη που κερδίζει η γυναίκα από την ευκαιρία να γίνει ή ξαναγίνει μητέρα.
«Οι γυναίκες προσπαθούν να πάρουν τις καλύτερες αποφάσεις για τον εαυτό τους και τις οικογένειές τους στις συνθήκες στις οποίες βρίσκονται και εμείς χρειάζεται να τις υποστηρίξουμε σε αυτό» καταλήγει ο γιατρός.