Μεσογειακή διατροφή και άθληση τα όπλα κατά της υπέρτασης - Συνέντευξη της καρδιολόγου Π. Πιετρή
Η κληρονομικότητα, η παχυσαρκία και το άγχος είναι οι κυριότεροι παράγοντες για την εμφάνιση αρτηριακής υπέρτασης. Η επίδραση του άγχους στην εμφάνιση της αρτηριακής υπέρτασης γίνεται πιο έκδηλη στην σημερινή εποχή της οικονομικής κρίσης, όπου υπάρχει μια τάση αύξησης των περιστατικών νεοεμφανιζόμενης υπέρτασης, με το άγχος να αναγνωρίζεται ως ο σπουδαιότερος εκλυτικός παράγοντας. Η κυρία Παναγιώτα Πιετρή, Καρδιολόγος και Διευθύντρια Μονάδας Υπέρτασης Πρότυπο Κέντρο Καρδιάς και Αγγείων του Ιατρικού Κέντρου Αθηνών, μας παρουσιάζει την έκταση της ασθένειας και τους άμεσους τρόπους αντιμετώπισής του.
Της Μαρίνας Πρωτονοταρίου
Το πλήρες κείμενο της συνέντευξης έχει ως εξής:
1. Σε τι ποσοστό εμφανίζεται η αρτηριακή υπέρταση;
Η αρτηριακή υπέρταση είναι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα, ενώ είναι η πρώτη αιτία για αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο. Εμφανίζεται στο 30-40% του πληθυσμού. Σε ηλικίες άνω των 65 ετών το ποσοστό αυτό είναι ακόμα υψηλότερο, ξεπερνώντας το 60%. Στην Ελλάδα, περισσότεροι από 2.000.000 Έλληνες πάσχουν από αρτηριακή υπέρταση, ενώ μόλις το 30% αυτών που λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή κατορθώνουν να ρυθμίσουν επαρκώς την αρτηριακή τους πίεση.
2. Πού οφείλεται η αρτηριακή υπέρταση; Ποια άτομα κινδυνεύουν περισσότερο να εμφανίσουν αρτηριακή υπέρταση;
Η αρτηριακή υπέρταση στο 90-95% των περιπτώσεων είναι ιδιοπαθής, δηλαδή αγνώστου αιτιολογίας. Σε μικρότερο ποσοστό, 5-10%, οφείλεται σε αναγνωρίσιμα αίτια, με τα πιο συνήθη τα νοσήματα των νεφρών, των επινεφριδίων και του θυρεοειδούς αδένα, τα οποία θα πρέπει να διερευνώνται σε όλους τους ασθενείς που διαγιγνώσκονται με αρτηριακή υπέρταση, αφού η έγκαιρη διάγνωσή τους μπορεί να συμβάλει στην αποτελεσματικότερη θεραπεία της υπέρτασης.
Μολονότι η αρτηριακή υπέρταση είναι ιδιοπαθής, εντούτοις πολλοί παράγοντες έχουν ενοχοποιηθεί για την εμφάνισή της. Η κληρονομικότητα σε μεγάλο ποσοστό, η παχυσαρκία, η κακή διατροφή, η έλλειψη άσκησης και το άγχος είναι παράγοντες που συντελούν στην εμφάνιση της υπέρτασης. Κατ' επέκταση, τα άτομα που κινδυνεύουν περισσότερο να εμφανίσουν αρτηριακή υπέρταση είναι άτομα με κληρονομικό ιστορικό αρτηριακής υπέρτασης, όπως και τα παχύσαρκα άτομα με μεταβολικό σύνδρομο, δηλ. άτομα με κοιλιακή παχυσαρκία (περίμετρος μέσης > 108 cm στους άνδρες, > 88 cm στις γυναίκες) και αυξημένα επίπεδα σακχάρου και λιπιδίων. Επίσης, το άγχος μπορεί να πυροδοτήσει την αύξηση της αρτηριακής πίεσης, κυρίως μέσω της διέγερσης του συμπαθητικού νευρικού συστήματος, μια κατάσταση που αν παραμείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα οδηγεί στην εγκατάσταση μόνιμης αρτηριακής υπέρτασης.
3. Πόσο συνηθισμένη είναι η νευροπίεση και πώς αντιμετωπίζεται;
Ο όρος νευροπίεση έχει επικρατήσει από το παρελθόν αλλά πλέον είναι αδόκιμος και δεν χρησιμοποιείται. Το άγχος μπορεί να συμβάλει στην αύξηση της αρτηριακής πίεσης, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω. Όταν η αρτηριακή πίεση παραμένει σε υψηλά επίπεδα για μεγάλο χρονικό διάστημα, τότε χρήζει φαρμακευτικής αγωγής με αντιυπερτασικά φάρμακα. Ωστόσο, παράλληλα με την αντιυπερτασική θεραπεία, ενθαρρύνεται η διαχείριση και αντιμετώπιση του άγχους με τους καταλληλότερους και πιο ενδεδειγμένους, για κάθε ασθενή, τρόπους (φαρμακευτικούς ή μη). Η επίδραση του άγχους στην εμφάνιση της αρτηριακής υπέρτασης γίνεται πιο έκδηλη στη σημερινή εποχή της οικονομικής κρίσης, όπου υπάρχει μια τάση αύξησης των περιστατικών νεοεμφανιζόμενης υπέρτασης, με το άγχος να αναγνωρίζεται ως ο σπουδαιότερος εκλυτικός παράγοντας.
4. Υπάρχει δυνατότητα έγκαιρης διάγνωσης της υπέρτασης; Έχει συμπτώματα;
H αρτηριακή υπέρταση συνήθως δεν έχει συμπτώματα. Κάποιοι ασθενείς αναφέρουν άτυπη συμπτωματολογία, όπως κεφαλαλγία, ζάλη ή εύκολη κόπωση, αλλά το σύνηθες είναι να μην υπάρχουν συμπτώματα. Συνεπώς, η διάγνωση της αρτηριακής υπέρτασης γίνεται μόνο μετά από μέτρηση της αρτηριακής πίεσης με το πιεσόμετρο. Όταν οι μετρήσεις γίνονται στο ιατρείο, τιμές συστολικής αρτηριακής πίεσης μεγαλύτερες από 140 mmHg και διαστολικής αρτηριακής πίεσης μεγαλύτερες από 90 mmHg θεωρούνται διαγνωστικές αρτηριακής υπέρτασης. Όταν οι μετρήσεις γίνονται στο σπίτι, τα όρια είναι ελαφρώς χαμηλότερα και διαγνωστικές αρτηριακής υπέρτασης θεωρούνται οι τιμές συστολικής αρτηριακής πίεσης μεγαλύτερες από 135 mmHg και διαστολικής αρτηριακής πίεσης μεγαλύτερες από 85 mmHg, αντίστοιχα. Σε περιπτώσεις που υπάρχει αμφιβολία για την διάγνωση (π.χ. όταν στο ιατρείο οι τιμές αρτηριακής πίεσης είναι υψηλές αλλά στο σπίτι φυσιολογικές), συστήνεται η 24ωρη καταγραφή αρτηριακής πίεσης με την τοποθέτηση ειδικής συσκευής (Holter πιέσεως). Λόγω του υψηλού ποσοστού εμφάνισης αρτηριακής υπέρτασης, ενθαρρύνονται όλοι οι ενήλικες να μετρούν την αρτηριακή τους πίεση κατά περιοδικά διαστήματα.
5. Με ποιους τρόπους μπορεί να μειωθεί η αρτηριακή πίεση, εκτός από την φαρμακευτική αγωγή;
Συνήθως η αντιμετώπιση της αρτηριακής υπέρτασης βασίζεται στον συνδυασμό φαρμακευτικής και υγιειονοδιαιτητικής αγωγής. Παρ' όλα αυτά, σε ήπιες μορφές υπέρτασης και όταν δεν υπάρχουν ενδείξεις εγκατεστημένης καρδιαγγειακής νόσου ή υποκλινικής βλάβης ζωτικών οργάνων λόγω της υπέρτασης, τα υγιεινοδιαιτητικά μέτρα και μόνο μπορούν να βοηθήσουν στην ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης ή και στην επιβράδυνση της έναρξης της φαρμακευτικής αγωγής.
Υγιειονοδιαιτητικά μέτρα που προτείνονται για την μείωση της αρτηριακής πίεσης είναι τα ακόλουθα:
Απώλεια βάρους: Μια απώλεια βάρους, κατά μέσο όρο, 5 κιλών έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της συστολικής και διαστολικής αρτηριακής πίεσης κατά περίπου 4.5 και 3.5 mmHg, αντίστοιχα.
Αερόβια άσκηση: Η τακτική αερόβια άσκηση οδηγεί σε μείωση της συστολικής αρτηριακής πίεσης κατά περίπου 3-7 mmHg και της διαστολικής αρτηριακής πίεσης κατά 2.5-5 mmHg, αντίστοιχα. Συστήνεται η αερόβια άσκηση (περπάτημα, τρέξιμο, κολύμπι, ποδηλασία) τουλάχιστον για 30 λεπτά, 5-7 ημέρες την εβδομάδα.
Mειωμένη πρόσληψη άλατος: Η μείωση της κατανάλωσης του άλατος στα 5 γραμμάρια ημερησίως έχει ως αποτέλεσμα την μείωση της αρτηριακής πίεσης κατά 4-5 mmHg στους υπερτασικούς ασθενείς. Το 80% της καθημερινής κατανάλωσης άλατος βρίσκεται «κρυμμένο» σε τροφές όπως το ψωμί, τα τυριά, οι μαργαρίνες και όλα τα προπαρασκευασμένα φαγητά.
Mεσογειακή διατροφή: Η μεσογειακή διατροφή έχει ευεργετική επίδραση στο καρδιαγγειακό σύστημα. Στους υπερτασικούς ασθενείς, αλλά και στο γενικό πληθυσμό, συστήνεται η κατανάλωση ψαριών τουλάχιστον 2 φορές την εβδομάδα και η κατανάλωση 300-400 γρ. φρούτων και λαχανικών ημερησίως. Τροφές πλούσιες σε κάλιο, όπως το πορτοκάλι, βοηθούν στην ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης και ενθαρρύνεται η κατανάλωση τους.
Η κυρία Παναγιώτα Πιέτρη είναι Καρδιολόγος, Διευθύντρια Μονάδας Υπέρτασης στο Πρότυπο Κέντρο Καρδιάς και Αγγείων Ιατρικό Κέντρο Αθηνών Τηλ: 210 6862236
Διαβάστε ακόμη: