Ευρωπαϊκή Εταιρεία Καρδιολογίας: Οδηγίες πρόληψης καρδιαγγειακών νόσων και διαβήτη
Η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Καρδιολογίας δημοσίευσε κατευθυντήριες οδηγίες πρόληψης καρδιαγγειακών νόσων και διαβήτη.
Οι συστάσεις αυτές δημιουργήθηκαν σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Εταιρεία Έρευνας για το Διαβήτη (EASD- Europena Association for the Study of Diabetes).
Ο παγκόσμιος επιπολασμός του διαβήτη αυξάνεται όλο και περισσότερο. Πάνω από 600 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως θα αναπτύξουν διαβήτη τύπου 2 μέχρι το 2045 και περίπου ο ίδιος αριθμός θα εμφανίσει προδιαβήτη (σ.τ.σ: ενδιάμεση κατάσταση μεταξύ του φυσιολογικού σακχάρου στο αίμα και της αρχής εκδήλωσης διαβήτη).
Οι πρόεδροι της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Καρδιολογίας και της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Έρευνας για το Διαβήτη Φρανσέσκο Κοσεντίνο, καθηγητής Καρδιολογίας στο Ινστιτούτο Καρολίνσλκα του Νοσοκομείου της Στοκχόλμης, και Πίτερ Γκραντ, καθηγητής Ιατρικής του Πανεπιστημίου του Λιντς, παραθέτουν πληροφορίες για τους τρόπους πρόληψης των επιπτώσεων του διαβήτη στο καρδιακό και κυκλοφορικό σύστημα με βάση νέα ερευνητικά δεδομένα που αφορούν κυρίως τους αναστολείς SGLT2 και τους αγωνιστές υποδοχέων GLP-1.
Στις νέες προτάσεις περιλαμβάνονται αλλαγές στον τρόπο ζωής και υιοθέτηση πιο υγιεινών συνηθειών, καθώς αυτές προλαμβάνουν προδιαβητικές καταστάσεις όπως διαταραγμένη ανοχή γλυκόζης. Η σωματική άσκηση για παράδειγμα βελτιώνει τον έλεγχο της γλυκόζης και μειώνει τις καρδιαγγειακές επιπλοκές. Συνολικά συνιστώνται η διακοπή του καπνίσματος, η μείωση του βάρους, η μεσογειακή διατροφή, η αποφυγή του αλκοόλ και 150 λεπτά σωματικής άσκησης την εβδομάδα.
Επιπρόσθετα δε, συνιστάται η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ καθώς νέες έρευνες ανατρέπουν την ευρέως διαδεδομένη αντίληψη ότι το λίγο αλκοόλ είναι ωφέλιμο για το καρδιαγγειακό σύστημα.
Σύμφωνα με τον Κοσεντίνο, ο προσωπικός έλεγχος της γλυκόζης του αίματος είναι σύμμαχος στην διαχείριση του διαβήτη, ωστόσο δεν μπορούμε να βασιζόμαστε πλέον σε περιστασιακές μετρήσεις της γλυκόζης, δεδομένου ότι πλέον νέες τεχνολογίες έχουν αναπτύξει αισθητήρες στο δέρμα που μετρούν διαρκώς τα επίπεδα της γλυκόζης και την πίεση του αίματος.
Παρά τα οφέλη τους, η χορήγηση στατινών πρέπει να αποφεύγεται στις έγκυες γυναίκες. Οι αναστολείς PCSK9 χρησιμοποιούνται σε άτομα με διαβήτη που δεν μπορούν να μειώσουν τα επίπεδα της «κακής» χοληστερίνης (LDL- Low Density Lipoprotein) μέσω στατινών.
Ο τύπος αυτός της χοληστερίνης πρέπει να είναι όσο το δυνατόν χαμηλότερα ιδιαίτερα σε αυτούς που διατρέχουν μεγάλο κίνδυνο και δεν έχει υπάρχουν χαμηλά επίπεδα που θεωρούνται επικίνδυνα. Η ανοχή του ανθρώπινου οργανισμού στις στατίνες είναι πάρα πολύ καλή και ελάχιστες φορές έχουν παρατηρηθεί μυοπάθειες. Γενικά τα οφέλη τους υπερβαίνουν τις πιθανές παρενέργειες. Η θεραπεία με στατίνες χρησιμοποιείται λιγότερο στα άτομα άνω των 75 ετών, παρά ταύτα μπορεί να έχει οφέλη.
Τα συμπληρώματα ιχθυελαίου μαζί με τις στατίνες μειώνουν κατά ένα τέταρτο τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής και εγκεφαλικού σε ασθενείς με υπερτριγλυκεριδαιμία.
Δεδομένα ερευνών του 2016 έδειξαν πως η υψηλη Lp(α) συνδέεται με αθηροσκληρωτικές καρδιαγγειακές νόσους και πως οι πάσχοντες από αυτή διατρέχουν τον ίδιο κίνδυνο με εκείνους που έχουν υπερχοληστερολαιμία για καρδιακή προσβολή και εγκεφαλικό. Δεδομένου ότι σε μεγάλο βαθμό η υψηλή Lp(α) είναι κληρονομική θα πρέπει να μετράται τουλάχιστον μια φορά στην ενήλικη ζωή.
Δύο φάρμακα που αποδείχθηκε ότι έχουν ευεργετικά αποτελέσματα είναι οι αγωνιστές υποδοχέων GLP-1 και οι γλιφοζίνες (SGLT2) και πρέπει να χρησιμοποιούνται ως θεραπείες πρώτης γραμμής για άτομα με διαβήτη τύπου 2 που πάσχουν ήδη από κάποια καρδιακή νόσο ή βρίσκονται σε ομάδες υψηλού κινδύνου.
Τα φάρμακα που προλαμβάνουν τη δημιουργία θρόμβων στο αίμα θεωρούνται βοηθητικά στις περιφερικές καρδιακές νόσους και η συγχορήγησή τους με ασπιρίνη δρα ευεργετικά στους ασθενείς που έχουν κακή κυκλοφορία αίματος στα πόδια.
Η οξεία πνευμονική εμβολή είναι η τρίτη αιτία θανάτου από καρδιαγγειακές νόσους στην Ευρώπη μετά το εγκεφαλικό και την καρδιακή προσβολή. Θρόμβος σε μια φλέβα (συνήθως στο πόδι) φτάνει στους πνεύμονες και φράζει ένα αγγείο.
Ο καθηγητής Σταύρος Κωνσταντινίδης από το Πανεπιστήμιο Γιοχάνες Γκούτενμπεργκ στο Μάιντς εξηγεί: «Η δύσπνοια και ο πόνος στο στήθος είναι συμπτώματα και άλλων ιατρικών καταστάσεων με αποτέλεσμα πολλοί ασθενείς να μένουν αδιάγνωστοι και χωρίς θεραπεία».
Η διάγνωση συνήθως προκύπτει μετά από κάποιο σύμπτωμα και συγκεκριμένες εξετάσεις αίματος που στην συνέχεια ακολουθούνται από μια τομογραφία των αγγείων των πνευμόνων.
Τα αντιπηκτικά φάρμακα βοηθούν την απόφραξη των αρτηριών, είναι χρήσιμα για την αντιμετώπιση του επεισοδίου, αλλά για την πρόληψη νέων επεισοδίων, ωστόσο αυξάνουν τον κίνδυνο αιμορραγίας. Έτσι οι κατευθυντήριες οδηγίες δίνουν πληροφορίες για την κατάλληλη διάρκεια θεραπείας, το πότε και για πόσο οι γιατροί πρέπει να παρακολουθούν τους ασθενείς. Αν ο θρόμβος πρέπει να αφαιρεθεί άμεσα, συνιστώνται θρομβολυτικά φάρμακα, καθετήρες ή χειρουργική επέμβαση.
Για την αξιολόγηση της σοβαρότητας της πνευμονικής εμβολής έχουμε νέα δεδομένα, καθώς πλέον στην τομογραφία (CT) μπορούμε να ξεχωρίσουμε τους νέους θρόμβους από τα χρόνια εμπόδια που παρατηρούνται στη χρόνια πνευμονική υπέρταση που απαιτεί διαφορετική θεραπεία.
Οι επιστήμονες δίνουν και στους ίδιους τους ασθενείς κατευθυντήριες οδηγίες προτείνοντάς τους να είναι σε επαγρύπνηση για ενδείξεις πνευμονικής εμβολής. Αν βρίσκονται σε ομάδα υψηλού κινδύνου ή έχουν κάνει εισαγωγή για παρόμοιες καταστάσεις να ρωτούν τους ειδικούς για μεθόδους πρόληψης, αν έχουν τα συμπτώματα, να ξαπλώσουν στο πάτωμα μένοντας ακίνητοι, αν έχουν υποστεί ήδη πνευμονική εμβολή να κλείνουν επαναληπτικά ραντεβού.
Η αντιμετώπιση της πνευμονικής εμβολής απαιτεί συνεργασία πολλών διαφορετικών ειδικοτήτων που θα διασφαλίζουν τη μακροπρόθεσμη φροντίδα και παρακολούθηση του ασθενούς για την πρόληψη επανεμφάνισης μιας τέτοιας κατάστασης.
(ΑΠΕ-ΜΠΕ)