ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Η μουσική υπόκρουση στα χειρουργεία δυσκολεύει την επικοινωνία της ιατρικής ομάδας

Η μουσική την ώρα που πραγματοποιείται μια χειρουργική επέμβαση μπορεί να πλήξει την επικοινωνία μεταξύ των μελών της ιατρικής ομάδας, κάτι που υποτιμάται ως πιθανός κίνδυνος, σύμφωνα με μια νέα βρετανική έρευνα μικρής κλίμακας, η οποία επισημαίνει ότι ένας χειρουργός είναι πέντε φορές πιθανότερο να χρειαστεί να επαναλάβει κάτι για να ακουστεί -π.χ. να ζητήσει ένα εργαλείο από τον εργαλειοδότη- αν μέσα στο χειρουργείο υπάρχει μουσική.

Η μουσική υπόκρουση στα χειρουργεία δυσκολεύει την επικοινωνία της ιατρικής ομάδας

Σύμφωνα με την έρευνα, η οποία δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Journal of Advanced Nursing, ποσοστό που ξεπερνά το 50% των χειρουργικών επεμβάσεων πραγματοποιούνται με μουσική υπόκρουση, παρ' ότι τα ποσοστά αυτά διαφέρουν από χώρα σε χώρα. Στη Βρετανία, για παράδειγμα, όπου και πραγματοποιήθηκε η έρευνα, το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 72%.

Η μουσική έχει προϊστορία στους χώρους των χειρουργείων. Πριν από 100 χρόνια, ένας πρωτοπόρος χειρουργός στην Αγγλία προσέλαβε μουσικούς για να βοηθούν στη χαλάρωση των αγχωμένων ασθενών μέχρι να δράσει το αναισθητικό που τους χορηγείτο.

Σταδιακά όμως, τη μουσική την είχαν περισσότερη ανάγκη οι γιατροί παρά οι ασθενείς την ώρα των επεμβάσεων.

Δημοφιλείς τηλεοπτικές σειρές, όπως το Nip/Tuck και το Scrubs, παρουσίαζαν συχνά γιατρούς να ακούνε μουσική ενώ χειρουργούν. Σήμερα, πολλές αίθουσες χειρουργείων έχουν ενσωματωμένα ηχοσυστήματα.

Ορισμένοι χειρουργοί υποστηρίζουν ότι ακούνε μουσική για να μειώσουν το στρες ή για να ενισχύσουν την αυτοσυγκέντρωσή τους στη διάρκεια μίας επέμβασης.

Μέχρι σήμερα πάντως οι πιθανές αρνητικές συνέπειες από τη μουσική μέσα στα χειρουργεία δεν είχαν ποτέ διερευνηθεί.

Η ερευνήτρια στο Imperial College του Λονδίνου Σάρον-Μαρί Γουέλντον και οι συνεργάτες της βιντεοσκόπησαν 20 χειρουργικές επεμβάσεις, σε δύο βρετανικά νοσοκομεία σε διάστημα έξι μηνών, κάποιες με μουσική υπόκρουση και άλλες χωρίς, τοποθετώντας κάμερες σε διάφορα σημεία της χειρουργικής αίθουσας, προκειμένου να καταγράψουν την λεκτική και εξωλεκτική επικοινωνία των συμμετεχόντων.

Στο διάρκειας 35 ωρών οπτικοακουστικό υλικό, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι συνήθως οι επικεφαλής γιατροί της ομάδας ήταν εκείνοι που λάμβαναν την απόφαση να βάλουν μουσική και όχι οι νοσηλευτές. Μουσική υπόκρουση υπήρχε στις 16 από τις 20 επεμβάσεις.

Σε πολλές περιπτώσεις, χορευτική μουσική με ντραμς ή μπάσο ακουγόταν πολύ δυνατά, καθιστώντας τις συνομιλίες δύσκολες.
Οι ερευνητές εντόπισαν περισσότερα από 5.000 περιστατικά κατά τα οποία διατυπώθηκε κάποιο αίτημα που απαιτούσε απάντηση από έναν γιατρό ή από κάποιον άλλον παρόντα στη διαδικασία.

Όπως προέκυψε, «επαναλαμβανόμενα αιτήματα ήταν πέντε φορές πιθανότερο να σημειωθούν σε περιπτώσεις που υπήρχε μουσική υπόκρουση».

Μάλιστα, σε κάποιες περιπτώσεις οι νοσηλεύτριες δυσκολεύονταν εμφανώς να ακούσουν τις οδηγίες των χειρουργών, ενώ συγκεκριμένα σε μία επέμβαση η νοσηλεύτρια ζήτησε από τον χειρουργό να κλείσει τη μουσική γιατί της ήταν δύσκολο να μετρήσει πόσα μάκτρα είχαν χρησιμοποιηθεί.

«Ανεξάρτητα από το αν η μουσική μπορεί να αυξήσει τη δυνατότητα αυτοσυγκέντρωσης των χειρουργών και να καλύψει ενοχλητικούς ήχους, οτιδήποτε δύναται να βλάψει την επικοινωνία της ομάδας θα μπορούσε και να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή του ασθενούς», καταλήγει η μελέτη.