Πόνος στον αυχένα: Μπορεί να γίνει χρόνιος;
Οι τομογραφίες εγκεφάλου μπορούν να προειδοποιήσουν εγκαίρως για το ποιος θα αναπτύξει χρόνιο πόνο μετά από τραυματισμό στον αυχένα, σύμφωνα με μια νέα μελέτη.
Τα υψηλότερα επίπεδα επικοινωνίας μεταξύ δύο συγκεκριμένων περιοχών του εγκεφάλου εντός μίας έως τριών ημερών από τον τραυματισμό, αυξάνουν τον κίνδυνο ο πόνος να γίνει χρόνιος, διαπίστωσαν οι ερευνητές.
Όσο περισσότερο ο ιππόκαμπος (το κέντρο μνήμης του εγκεφάλου) «συνομιλούσε» με τον φλοιό (που εμπλέκεται στη μακροπρόθεσμη μνήμη), τόσο πιο πιθανό ήταν ένα άτομο να αναπτύξει χρόνιο πόνο.
Επιπλέον, όσο υψηλότερο ήταν το άγχος του ατόμου αμέσως μετά τον τραυματισμό, τόσο πιο ακριβής ήταν η πρόβλεψη των γιατρών για τον χρόνιο πόνο που θα αισθανόταν ο τραυματίας ένα χρόνο αργότερα.
Τα ευρήματα αναδεικνύουν τον ρόλο που παίζει η μνήμη στην αντίληψη του πόνου ενός ατόμου, δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής Paulo Branco, επίκουρος καθηγητής αναισθησιολογίας και ιατρικής του πόνου στην Ιατρική Σχολή Feinberg του Πανεπιστημίου Northwestern.
«Ενώ συνήθως σκεφτόμαστε ότι ο πόνος σχετίζεται μόνο με έναν τραυματισμό, είναι στην πραγματικότητα ο εγκέφαλος που συνθέτει την εμπειρία του πόνου», δήλωσε ο Branco.
«Ο εγκέφαλος λαμβάνει την απόφαση για το αν μια κίνηση πρέπει να είναι επώδυνη ή όχι, και πιστεύουμε ότι αυτό μπορεί να βασίζεται σε προηγούμενες εμπειρίες που είναι αποθηκευμένες στη μνήμη».
Οι ερευνητές συγκέντρωσαν στοιχεία για περισσότερους από 200 ασθενείς με πόνο στον αυχένα, εκ των οποίων 177 υποβλήθηκαν σε μαγνητική τομογραφία του εγκεφάλου τους εντός τριών ημερών από τον τραυματισμό τους. Τα δεδομένα συλλέχθηκαν από τον Μάρτιο του 2016 έως τον Δεκέμβριο του 2021.
Στη συνέχεια, οι ασθενείς παρακολουθήθηκαν κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους για να διαπιστωθεί ποιοι συνέχισαν να υποφέρουν από χρόνιο πόνο και ποιοι ανάρρωσαν πλήρως.
Η αυξημένη επικοινωνία που παρατηρήθηκε μεταξύ του ιππόκαμπου και του φλοιού του εγκεφάλου θα μπορούσε να εδραιώσει νέες μνήμες που σχετίζονται με τον αρχικό πόνο του τραυματισμού, δήλωσαν οι ερευνητές.
«Ο ιππόκαμπος είναι υπεύθυνος για την μετατροπή των νέων αναμνήσεων σε μακροχρόνιες», εξήγησε ο Branco.
Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, ο εγκέφαλος αυτών των ασθενών κωδικοποιεί μια ισχυρή μνήμη που συνδέει την κίνηση του κεφαλιού και του αυχένα με τον πόνο.
«Αυτό δημιουργεί προσδοκίες και συσχετισμούς», δήλωσε ο Branco. «Εάν η μνήμη έχει υψηλή συναισθηματική σημασία, τότε κάνει αυτούς τους ασθενείς να συνδέουν αυτή την κίνηση με τον πόνο. Όταν ο εγκέφαλος λαμβάνει αυτά τα σήματα, τους δίνει μεγαλύτερη προσοχή με βάση τις επώδυνες αναμνήσεις που διαμορφώθηκαν από το ατύχημα».
Αν αυτό αποδειχθεί αληθές, τότε η διαχείριση του πόνου και του άγχους ενός ατόμου αμέσως μετά από έναν τραυματισμό θα μπορούσε να έχει άμεσο αντίκτυπο στον κίνδυνο εμφάνισης χρόνιου πόνου, δήλωσαν οι ερευνητές.
«Τώρα που γνωρίζουμε ότι υπάρχει αυτή η κρίσιμη χρονική περίοδος κατά την οποία συμβαίνει αυτό, μπορούμε να εστιάσουμε τις θεραπευτικές μας προσπάθειες σε αυτό το πρώιμο στάδιο για την πρόληψη του χρόνιου πόνου αντί να προσπαθήσουμε να τον θεραπεύσουμε, κάτι που είναι πολύ πιο δύσκολο», δήλωσε ο ερευνητής Apkar Apkarian, διευθυντής του Κέντρου Μεταφραστικής Έρευνας για τον Πόνο στην Ιατρική Σχολή Feinberg του Πανεπιστημίου Northwestern.
«Δεδομένου ότι το άγχος παίζει σημαντικό ρόλο για τις αλλαγές στον εγκέφαλο, η στόχευση του άγχους αμέσως μετά τον τραυματισμό μπορεί να είναι σε θέση να σταματήσει αυτές τις αλλαγές, ενδεχομένως μέσω φαρμάκων κατά του άγχους ή άλλων φαρμάκων», δήλωσε ο Apkarian. «Μελλοντικές νέες θεραπείες που στοχεύουν στη δραστηριότητα και τη συνδεσιμότητα του ιππόκαμπου μέσω της φαρμακολογίας ή μέσω τεχνικών νευροδιαμόρφωσης είναι επίσης πιθανές».
Η μελλοντική έρευνα θα επικεντρωθεί στους υποκείμενους μηχανισμούς που κρύβονται πίσω από αυτή την επικοινωνία του εγκεφάλου ως απάντηση στον τραυματισμό, αξιολογώντας τους φυσικούς και ψυχικούς παράγοντες που μπορεί να τους οδηγούν, δήλωσαν οι ερευνητές.
Θα εξετάσουν επίσης κατά πόσον τα ευρήματα που σχετίζονται με τον πόσο στον αυχένα, θα μπορούσαν να εφαρμοστούν και σε άλλες καταστάσεις χρόνιου πόνου.
Τα νέα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Nature Mental Health.