Προκαλούν τα αντιδιαβητικά φάρμακα καρκίνο του θυρεοειδούς; Τι δείχνει νέα μελέτη
Τα φάρμακα που είναι γνωστά ως αγωνιστές τύπου γλυκαγόνο πεπτιδίου 1 (GLP-1) έχουν γίνει πολύ δημοφιλή για τη θεραπεία του διαβήτη και της παχυσαρκίας, υπάρχουν όμως ανησυχίες ότι μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του θυρεοειδούς.
Νέα σκανδιναβική μελέτη με επικεφαλής ερευνητές του Ινστιτούτου Καρολίνσκα, υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει κάποια ένδειξη που να αιτιολογεί αυτή τη σχέση.
Οι αγωνιστές των υποδοχέων GLP-1 μειώνουν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα και την όρεξη. Χρησιμοποιούνται ευρέως στη θεραπεία του διαβήτη τύπου 2 και της παχυσαρκίας, ενώ η κλινική τους χρήση αυξάνεται σταθερά. Παλαιότερες μελέτες είχαν δείξει ότι τα φάρμακα αυτά θα μπορούσαν να σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης όγκων του θυρεοειδούς.
Λόγω περιορισμών στα δεδομένα και τη μεθοδολογία ωστόσο, δεν κατέστη δυνατή η εξαγωγή σαφών συμπερασμάτων, γεγονός που οδηγεί σε αβεβαιότητα σχετικά με αυτή την πιθανή παρενέργεια.
«Πολλοί άνθρωποι λαμβάνουν αυτά τα φάρμακα, επομένως είναι σημαντικό να μελετηθούν οι πιθανοί κίνδυνοι που σχετίζονται με αυτά», λέει ο Björn Pasternak, κύριος ερευνητής στο Ινστιτούτο Καρολίνσκα στη Σουηδία. «Η μελέτη μας καλύπτει μια ευρεία ομάδα ασθενών και παρέχει ισχυρά στοιχεία ότι οι αγωνιστές GLP-1 δεν σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του θυρεοειδούς».
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα εθνικών μητρώων από τη Δανία, τη Νορβηγία και τη Σουηδία για περίπου 145.000 ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με αγωνιστές GLP-1, κυρίως λιραγλουτίδη ή σεμαγλουτίδη, και 290.000 ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με άλλο φάρμακο για τον διαβήτη (αναστολείς DPP4). Ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου του θυρεοειδούς συγκρίθηκε μεταξύ των ομάδων κατά τη διάρκεια μιας μέσης περιόδου παρακολούθησης τεσσάρων ετών.
Η θεραπεία με GLP-1 δεν συσχετίστηκε με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του θυρεοειδούς. Τα αποτελέσματα ήταν συνεπή και κατά τη σύγκριση με μια τρίτη ομάδα φαρμάκων για τον διαβήτη (αναστολείς SGLT2).
«Δεν μπορούμε να αποκλείσουμε ότι ο κίνδυνος ορισμένων υποτύπων καρκίνου του θυρεοειδούς είναι αυξημένος σε μικρότερες ομάδες ασθενών που δεν μπορέσαμε να μελετήσουμε εδώ, για παράδειγμα σε άτομα με υψηλό συγγενή κίνδυνο εμφάνισης μυελοειδούς καρκινώματος του θυρεοειδούς, στους οποίους συνιστάται η μη χρήση αυτών των φαρμάκων», λένε οι επιστήμονες.
Οι ερευνητές στο Ινστιτούτο Καρολίνσκα μελετούν τις επιδράσεις και τις πιθανές παρενέργειες των νεότερων φαρμάκων για τον διαβήτη, όπως οι αναστολείς GLP-1 και οι αναστολείς SGLT2. Τα φάρμακα αυτά χρησιμοποιούνται πλέον για τη θεραπεία ευρύτερων ομάδων ασθενών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων με παχυσαρκία, καρδιακή ανεπάρκεια και νεφρική ανεπάρκεια.
«Γνωρίζουμε από τυχαιοποιημένες κλινικές δοκιμές ότι έχουν θετικές επιδράσεις, αλλά η κλινική πραγματικότητα είναι διαφορετική με τους ασθενείς να διαφέρουν ως προς τη σοβαρότητα της νόσου, τις συννοσηρότητες και τη συμμόρφωση στις συστάσεις θεραπείας. Επομένως, είναι απαραίτητο να διερευνήσουμε πώς αποδίδουν αυτά τα φάρμακα σε καθημερινές κλινικές συνθήκες» καταλήγουν οι ερευνητές.
Τα ευρήματα δημοσιεύονται στην επιστημονική επιθεώρηση The BMJ.