Γιατί οι διαβητικοί διατρέχουν διπλάσιο κίνδυνο να αναπτύξουν υπέρταση
Περισσότεροι από τέσσερις στους δέκα άνδρες και περισσότερες από τρεις στις δέκα γυναίκες ηλικίας άνω των 40 ετών πάσχουν από αρτηριακή υπέρταση, αλλά το ένα τρίτο παραμένουν αδιάγνωστοι.
Από όσους έχουν διαγνωστεί μόνο το 30% ρυθμίζει αποτελεσματικά την πίεση, σύμφωνα με επιδημιολογική μελέτη στην Ελλάδα.
Η αρτηριακή υπέρταση είναι μία σοβαρή νόσος, η οποία αυξάνει σημαντικά τους κινδύνους για την καρδιά, τον εγκέφαλο, τους νεφρούς και άλλα όργανα.
Αποτελεί κύρια αιτία πρόωρου θανάτου παγκοσμίως. Σε ετήσια βάση υπολογίζεται ότι κοστίζει 7,5 εκατομμύρια ζωές (ή το 12,8% των συνολικών θανάτων σε όλο τον κόσμο), σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ).
Παρότι είναι τόσο συχνή, στις περισσότερες περιπτώσεις η ακριβής αιτία της παραμένει άγνωστη. Γι' αυτό το λόγο, περισσότερο από το 90% των ασθενών χαρακτηρίζονται ως πάσχοντες από ιδιοπαθή υπέρταση.
Ωστόσο στο 5-10% των περιπτώσεων η υπέρταση είναι δευτεροπαθής, δηλαδή απόρροια συγκεκριμένων νοσημάτων και δυνητικά αναστρέψιμη.
Σε τέτοιες περιπτώσεις, η υπέρταση μπορεί να είναι επίμονη και να μην ρυθμίζεται ικανοποιητικά με τα αντιϋπερτασικά φάρμακα ή/και να είναι πάρα πολύ υψηλή (ακόμα και πάνω από 180/120 mmHg).
Ανάμεσα στις παθήσεις που μπορεί να προκαλέσουν δευτεροπαθή υπέρταση συμπεριλαμβάνονται και ορισμένες παθήσεις των ενδοκρινών αδένων, οι οποίες προσβάλλουν ολοένα περισσότερα άτομα.
Ο σακχαρώδης διαβήτης σχετίζεται στενά με την αρτηριακή υπέρταση μέσω πολύπλοκων βιολογικών μηχανισμών.
Εκτός από την αντίσταση στην ινσουλίνη, τα αυξημένα επίπεδα γλυκόζης αίματος προκαλούν πολλές βλάβες στον οργανισμό που ευνοούν την υπέρταση η οποία, αν δεν αντιμετωπιστεί, αυξάνει τον κίνδυνο για σοβαρές επιπλοκές (π.χ. εγκεφαλικό επεισόδιο, έμφραγμα του μυοκαρδίου, νεφρική ανεπάρκεια κ.λπ.).
Μελέτες έχουν δείξει ότι η αρτηριακή υπέρταση εκδηλώνεται με διπλάσια συχνότητα στους πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη. Οι ασθενείς αυτοί έχουν επίσης τετραπλάσιες πιθανότητες να εκδηλώσουν καρδιακή νόσο, σε σύγκριση με τους μη-διαβητικούς συνομηλίκους τους.
Επιπλέον, η συνύπαρξη του σακχαρώδους διαβήτη με την αρτηριακή υπέρταση επιταχύνει την εκδήλωση και εξέλιξη των επιπλοκών του διαβήτη, όπως είναι η οφθαλμοπάθεια, η νεφροπάθεια, η στεφανιαία νόσος κ.λπ.
Εκτιμάται ότι το περίπου 40% των ενηλίκων πασχόντων από τύπου 1 διαβήτη και το 75% των πασχόντων από τύπου 2 διαβήτη έχουν πρώτου βαθμού υπέρταση (συστολική πίεση 130-139mmHg ή διαστολική 80-89mmHg) ή δεύτερου βαθμού υπέρταση (συστολική πίεση πάνω από 140mmHg ή διαστολική πάνω από 90 mmHg).
Συστολική πίεση είναι ο μεγάλος αριθμός στη μέτρηση και διαστολική ο μικρός.
Πολυάριθμες καλά σχεδιασμένες μελέτες έχουν καταδείξει βελτίωση της νοσηρότητας με τη μείωση της αυξημένης αρτηριακής πίεσης στους διαβητικούς ασθενείς. Στόχος πρέπει να είναι πίεση κάτω από 130/80 mmHg για τους περισσότερους από αυτούς. Ο καλός γλυκαιμικός έλεγχος, η απώλεια σωματικού βάρους στους παχύσαρκους και η συστηματική άσκηση, σε συνδυασμό με την όσο το δυνατόν μικρότερη έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση, μπορούν να βοηθήσουν στην επίτευξη αυτού του στόχου.
Δεδομένων των αυξημένων κινδύνων που υποκρύπτει ο συνδυασμός διαβήτη-υπέρτασης, είναι εξαιρετικά σημαντικό να γίνεται μέτρηση της αρτηριακής πίεσης των ασθενών με σακχαρώδη διαβήτη σε κάθε ιατρική επίσκεψη.
Η ακριβής μέτρηση της αρτηριακής πίεσης, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης ενός σωστού μεγέθους και κατάλληλα τοποθετημένου περιχειριδίου βραχίονα, είναι η πιο κρίσιμη πτυχή της διάγνωσης της υπέρτασης.
Συνιστώνται τουλάχιστον δύο ή τρεις μετρήσεις της αρτηριακής πίεσης, σε δύο ξεχωριστές επισκέψεις για τη διάγνωση. Για ασθενείς που έχουν διακύμανση της αρτηριακής πίεσης ή πιθανή υπέρταση λευκής μπλούζας, συνιστάται 24ωρη περιπατητική παρακολούθηση της αρτηριακής πίεσης.
Οι ειδικοί τονίζουν ότι η παρακολούθηση της αρτηριακής πίεσης και ο έλεγχος της υπέρτασης μπορεί να προσθέσουν χρόνια στη ζωή των πασχόντων από νοσήματα όπως ο σακχαρώδης διαβήτης.
Με πληροφορίες από την Ελληνική Ενδοκρινολογική Εταιρεία - Πανελλήνια Ένωση Ενδοκρινολόγων (ΕΕΕ-ΠΕΕ).