ΥΓΕΙΑ

Χρόνια προστατίτιδα: Τα πλεονεκτήματα της θεραπείας με κρουστικά κύματα

Προστατίτιδα σημαίνει ότι έχετε φλεγμονή του προστάτη αδένα σας και μπορεί να είναι οξεία (αιφνίδια έναρξη) ή χρόνια (επίμονη).

Χρόνια προστατίτιδα: Τα πλεονεκτήματα της θεραπείας με κρουστικά κύματα

Μπορεί επίσης να είναι μολυσματική (που προκαλείται από λοίμωξη) ή μη μολυσματική. Ωστόσο, η ακριβής αιτία της μορφής της χρόνιας προστατίτιδας δεν είναι γνωστή και υπάρχει μια μεταβλητή απόκριση στα αντιβιοτικά και αντιφλεγμονώδη παυσίπονα. Για τους λόγους αυτούς, οι γιατροί προτιμούν να χρησιμοποιούν τον όρο «σύνδρομο χρόνιου πυελικού άλγους» .

Όπως αναφέρει ο Χειρουργός Ουρολόγος Δρ. Στυλιανός Κοντός, μέλος του Βασιλικού Κολλεγίου Χειρουργών Ουρολόγων Ηνωμένου Βασιλείου, η περιοχή της λεκάνης αποτελεί το «σταυροδρόμι» πολλών οργανικών συστημάτων του ανθρώπου.

Ειδικότερα το Χρόνιο Πυελικό Άλγος μπορεί να έχει χαρακτήρες δυνατού και σταθερού πόνου, πόνου που έρχεται και φεύγει, βαθέως πόνου, οξέος πόνου (σαν μαχαιριά), ή σαν αίσθημα πίεσης και βάρους βαθιά στην πύελο.

Επιπροσθέτως ο/η ασθενής με Χρόνιο Πυελικό Άλγος μπορεί να εμφανίζει πόνο κατά την διάρκεια της σεξουαλικής επαφής, κατά την διάρκεια της εκκένωσης του εντέρου, ή ακόμα και όταν απλά είναι καθήμενος.

Ο πόνος μπορεί να γίνει έντονος όταν ο ασθενής στέκεται για πολλή ώρα, και να ηρεμήσει όταν αυτός ξαπλώσει.

Τα χαρακτηριστικά του πόνου του συνδρόμου του Χρόνιου Πυελικού Άλγους μπορεί να είναι από ήπια μέχρι πολύ βαριά, και από απλώς ενοχλητικά σε τέτοια που να καθιστούν τον ή την ασθενή πρακτικά ανάπηρο.

Μερικές φορές ο πόνος είναι τέτοιος, που ο ασθενής χάνει τον ύπνο του, την ικανότητα να ασκηθεί, ή ακόμα και την δουλειά του.

Συνήθως σε έναν νέο άνδρα, δίνει πολλές φορές την εντύπωση ότι η ασθένειά του τον έχει καταντήσει «ανάπηρο». Αποτέλεσμα όλων αυτών των συμπτωμάτων είναι ότι ο ασθενής μπορεί να περιπέσει σε πραγματική κατάθλιψη.

Σήμερα υπάρχει μια νέα σύγχρονη θεραπευτική επιλογή για ασθενείς με χρόνια προστατίτιδα, χωρίς τη χρήση φαρμάκων και χωρίς την ύπαρξη παρενεργειών. Για πρώτη φορά υπάρχει η δυνατότητα θεραπείας των συμπτωμάτων με τη χρήση κρουστικών κυμάτων χαμηλής έντασης, μία μέθοδο επιστημονικά τεκμηριωμένη που ενεργοποιεί μηχανισμούς νεοαγγείωσης στα σημεία που επενεργεί, με αποτέλεσμα τη βελτίωση της ροής του αίματος στη λεκάνη. Τα κρουστικά κύματα οδηγούν στη δημιουργία νέων αγγειακών κλάδων στην περιοχή.

Πλεονέκτημα της μεθόδου είναι το γεγονός ότι δεν χρειάζεται αναισθησία, αφού είναι εντελώς ανώδυνη, ενώ μέχρι σήμερα δεν έχουν καταγραφεί παρενέργειες.

Οι κλινικές μελέτες επιβεβαιώνουν σταδιακή αποκατάσταση της αγγείωσης στην περιοχή με διενέργεια μαγνητικής αγγειογραφίας. Ειδικότερα, παρατηρήθηκε βελτίωση στη στύση σε ποσοστό άνω του 80%. Ασθενείς που λάμβαναν φάρμακα για χρόνια προστατίτιδα / CPPS, δεν τα χρειάζονταν πλέον σε ποσοστό 60-75%, ενώ σε ασθενείς που δεν ανταποκρίνονταν στα φάρμακα, μετά τη θεραπεία με κρουστικά, τα φάρμακα έδρασαν αποτελεσματικά σε ποσοστό 70%. Οι μετρήσεις έδειξαν επίσης αύξηση της ροής του αίματος στο πέος κατά 140%.

Σύμφωνα τον κ. Κοντό, εξειδικευμένο στη μέθοδο, που εφαρμόζει τη θεραπεία των κρουστικών κυμάτων την τελευταία πενταετία στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς και στη χώρα μας, οι περισσότεροι άνδρες που διαγνώστηκαν με χρόνια προστατίτιδα / CPPS τείνουν να έχουν μια βελτίωση στα συμπτώματά τους κατά τους επόμενους δύο μήνες. Σε μία μελέτη περίπου το ένα τρίτο των ανδρών δεν είχε περαιτέρω συμπτώματα τρεις μήνες αργότερα. Σε μια άλλη μεγάλη μελέτη, το ένα τρίτο των ανδρών έδειξε μέτρια έως σημαντική βελτίωση στο επόμενο 6μηνο.

Η εφαρμογή γίνεται εξωτερικά μέσω μιας ειδικής κεφαλής σε επαφή , που μεταφέρει την ενέργεια των κρουστικών κυμάτων. Κατά τη διάρκεια της συνεδρίας ο ασθενής αισθάνεται πολύ ελαφρά τσιμπήματα.

Η θεραπεία εφαρμόζεται στο ιατρείο, είναι απλή, ανώδυνη και χωρίς παρενέργειες. Δίνονται 2400 κρούσεις σε κάθε συνεδρία σε συγκεκριμένα σημεία στη λεκάνη. Απαιτούνται συνολικά 6 συνεδρίες, 2 φορές την εβδομάδα.

Είναι επίσης απολύτως ασφαλής, εντελώς ανώδυνη, ενώ δεν έχουν αναφερθεί παρενέργειες. Σε κάθε περίπτωση ο γιατρός θα αποφασίσει αν ο ασθενής είναι κατάλληλος για τη θεραπεία.