ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΥΓΕΙΑΣ

Γρηγοράκος: μεγάλη μεταρρύθμιση το ΠΕΔΥ αλλά να επανασχεδιάσουμε το ΕΣΥ

Στην ανάγκη για επανασχεδιασμό του ΕΣΥ, μία πολιτική η οποία είναι συνυφασμένη με την έξοδό μας από την κρίση, αλλά και στη δημιουργία Μονάδων Οικογενειακής Ιατρικής (ΜΟΙ), ως «μικρά αστικά Κέντρα Υγείας» αναφέρθηκε ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας κ. Λεωνίδας Γρηγοράκος, ο οποίος συμμετείχε σε Ημερίδας στην συμπρωτεύουσα με θέμα «Ο νέος χάρτης στην Πρωτοβάθμια Υγεία: Στόχοι και Προοπτικές».

Γρηγοράκος: μεγάλη μεταρρύθμιση το ΠΕΔΥ αλλά να επανασχεδιάσουμε το ΕΣΥ

Ο κ. Γρηγοράκος, δεσμεύθηκε μάλιστα, να στηρίξει το αίτημα του διοικητή της 3ης ΥΠΕ κ. Δημοσθένη Ανδριόπουλου, για επαναλειτουργία στη Θεσσαλονίκη του μεταπτυχιακού τμήματος για τα στελέχη της δημόσιας υγείας.

Αναλυτικά, ο Υπουργός Αναπληρωτής, στο πλαίσιο της παρουσίας του στην Θεσσαλονίκη, ανέφερε:

«Είναι ζωτική ανάγκη να επανασχεδιάσουμε το σύνολο των πολιτικών μας, έχοντας ως στρατηγική μας επιλογή τη θεμελίωση ενός νέου Εθνικού Συστήματος Υγείας. Ο επανασχεδιασμός των πολιτικών υγείας είναι συνυφασμένος με την έξοδο από την κρίση. Στον ένα μεγάλο πυλώνα του ΕΣΥ, τα Νοσοκομεία, προστίθεται και η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας. Η ολοκληρωμένη φροντίδα, το τρίπτυχο της πρόληψης -θεραπείας- αποκατάστασης και η δημιουργία υπηρεσιών σε όλη τη χώρα που θα είναι προσβάσιμες 24 ώρες το 24ωρο και θα παρέχουν υψηλού επιπέδου υπηρεσίες σε όλους ήταν και παραμένει κυρίαρχος στόχος του ΕΣΥ».

Για την ανάπτυξη της οικογενειακής ιατρικής πιο συγκεκριμένα ο κ. Γρηγοράκος ανέφερε:

«Η ουσιαστική ανάπτυξη της οικογενειακής ιατρικής προϋποθέτει ειδικές δομές και υπηρεσίες. Για το λόγο αυτό, εξετάζουμε τη δημιουργία Μονάδων Οικογενειακής Ιατρικής (ΜΟΙ). Μια ΜΟΙ είναι ουσιαστικά ένα «μικρό αστικό Κέντρο Υγείας» που στελεχώνεται από 5-10 ιατρούς (παθολόγους, γενικής ιατρικής και παιδιάτρους) και το αναγκαίο νοσηλευτικό και διοικητικό προσωπικό. Η υποδομή του συνίσταται σε ένα χώρο χωρίς ιδιαίτερο εργαστηριακό εξοπλισμό –τα αναγκαία μόνο για την ολοκλήρωση της κλινικής εξέτασης, διάγνωσης και παρακολούθησης των ασθενών.
Στις ΜΟΙ εγγράφονται όλοι οι πολίτες, ανεξάρτητα από το αν είναι ασφαλισμένοι ή ανασφάλιστοι, και έτσι επιτυγχάνουμε την πλήρη και ισότιμη και καθολική πρόσβαση. Η αναλογία εγγραφής είναι περίπου 1.700 πολίτες ανά γιατρό, ενώ για την κάλυψη των κατοίκων των αστικών περιοχών απαιτούνται περίπου 3.600 ιατροί σε 600 μονάδες. Οι ΜΟΙ λειτουργούν από τις 8.00 το πρωί μέχρι τις 8.00 το βράδυ και είναι σε (τηλεφωνική) ετοιμότητα τις υπόλοιπες 12 ώρες του 24ωρου, καθώς και τις αργίες».

Ο Υπουργός αναπληρωτής Υγείας στη συνέχεια παρευρέθη το απόγευμα της Πέμπτης σε υπαίθρια εκδήλωση του ΟΚΑΝΑ στην Θεσσαλονίκη, στο πλαίσιο της οποίας δήλωσε:

«Θεώρησα υποχρέωση μου, μιας και ήμουν στη Θεσσαλονίκη και με κάλεσαν οι υπεύθυνοι του ΟΚΑΝΑ, να είμαι εδώ μαζί τους. Είναι νέα παιδιά που δίνουν έναν πολύ μεγάλο αγώνα και είμαστε δίπλα τους. Όπως η κοινωνία είναι δίπλα σ΄ αυτούς τους ανθρώπους, έτσι και η Πολιτεία. Και πρέπει πολύ περισσότερο τώρα να είμαστε δίπλα τους, στους καιρούς τους δύσκολους που όλα αυτά τα πράγματα καμιά φορά είναι κράχτες για τη μελαγχολία και τις δυσκολίες που περνάει ο κόσμος. Άρα τούτη τη φορά πρέπει να είμαστε πιο πολύ κοντά τους και να είμαστε πιο ανοιχτοχέρηδες. Οι δομές αυτές περνάνε δύσκολες στιγμές και πρέπει να αναμορφώσουμε τις απόψεις μας γύρω από αυτές τις δομές που προσφέρουν πραγματικά πολλά πράγματα στην κοινωνία».

Σε ερώτηση Δημοσιογράφου, κατά πόσο είναι εύκολο να στηριχθούν οικονομικά οι διομές αυτές, ο κ. Γρηγοράκος, απάντησε: «Με μια καλύτερη διαχείριση, γιατί αυτό το θέμα δεν είναι κανενός προσωπικό, ούτε της οικογενείας τους. Είναι θέμα της κοινωνίας και είναι οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Η πόρτα η δική σου νομίζεις ότι είναι ασφαλισμένη, ότι δεν μπορεί να τη χτυπήσει ένα τέτοιο πράγμα. Και αυτή η ιστορία δεν είναι κάτι που είναι προσωπικό ή ατομικό. Είναι μια μεγάλη κοινωνική μάστιγα και έτσι πρέπει να το βλέπουμε»

Ερωτηθείς για το θέμα του 25ευρου και εάν θα επανέλθει, ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας, τόνισε: «Δεν το ξέρω, δεν έχω συζητήσει με τον υπουργό. Νομίζω ότι αυτόν τον καιρό αυτές οι δράσεις θα πρέπει να είναι πολύ πιο κοινωνικά ευαίσθητες. Περνάει δύσκολα αυτή τη στιγμή ο ελληνικός Λαός. Αυτό που έχω να πω, αυτό που είπα και το πρωί, είναι ότι πρέπει όλοι οι Έλληνες ανασφάλιστοι να έχουν πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας και πρέπει όλα αυτά να τα δούμε με περισσότερη ευαισθησία.

Όχι ότι οι προηγούμενοι δεν ήταν ευαίσθητοι και εμείς είμαστε. Μακριά από μένα οι λαϊκισμοί και μακριά από μένα και κάτι άλλο, η αλλαγή του προγράμματος σταθερότητας. Ο ελληνικός Λαός έχει πληρώσει γι αυτό το πράγμα πάρα πολύ, με πολύ κόπο και αίμα και δεν μπορούμε να αλλάξουμε αυτή τη στιγμή το πρόγραμμά μας. Πάμε σταθερά, κινούμαστε, πολεμάμε και δεν βάζουμε στη διαδικασία τις θυσίες του ελληνικού λαού»

Για το θέμα της απόφασης του Πρωτοδικείου Αθηνών που αναφέρει ότι οι γιατροί δεν χρειάζεται να κλείσουν τα ιατρεία τους για να απασχοληθούν, ο κ. Γρηγοράκος επεσήμανε: «Το ΠΕΔΥ είναι μια μεγάλη μεταρρύθμιση. Αυτή τη μεταρρύθμιση θα πρέπει να τη δούμε, να την αγκαλιάσει η κοινωνία και να έχουμε όλους τους θεσμούς μαζί μας. Θα πρέπει λοιπόν να συζητήσουμε ξανά εφόσον η Δικαιοσύνη πάρει μια διαφορετική απόφαση, να πείσουμε λοιπόν για την ορθότητα της απόφασής μας ή όχι. Είμαστε ανοιχτοί»

Τέλος σε ερώτηση δημοσιογράφου αναφορικά με το ότι «Οι γιατροί λένε ότι απαξιώνονται από το ΠΕΔΥ», ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας απάντησε:

«Εάν ρωτήσετε γιατί πήγα στο υπουργείο Υγείας, όντας ένας άνθρωπος της Υγείας -έχω πραγματικά 35 χρόνια που είμαι ενεργό μέλος της υγείας- ένας από τους λόγους είναι για να μιλήσω ξανά με τους γιατρούς. Να μιλήσουμε ξανά με τους εργαζόμενους στην υγεία και να μιλήσουμε με την κοινωνία γιατί αυτά είχαν κοπεί. Τουλάχιστον προσωπικά θέλω διαύλους συζήτησης με τους γιατρούς, με τους υγειονομικούς με την κοινωνία και με την Πολιτεία».

Τέλος ο κ. Γρηγοράκος σημείωσε, ότι στην Θεσσαλονίκη συναντήθηκε με εργαζομένους του ΕΚΑΒ και της Παναγίας, ενώ θα πάει και στην ΥΠΕ. «Έχουν τα προβλήματά τους, τα άκουσα με πολύ μεγάλη αγάπη και χωρίς λαϊκισμό. Νομίζω ότι είναι ανθρώπινα αυτά που είπαν και ότι είναι μέσα στις δυνατότητες που μπορούμε να κάνουμε χωρίς να παραβιάζουμε καμία συμφωνία ούτε της Πολιτείας ούτε των εργαζομένων. Είναι νομίζω θέματα γραφειοκρατικά και τα δύο που βάλανε», κατέληξε.