ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Επεξεργασμένες τροφές στην εγκυμοσύνη: Πόσο αυξάνουν τον κίνδυνο παχυσαρκίας για τα παιδιά

Οι έγκυες που τρώνε μπισκότα, κέικ, πατατάκια και άλλες επεξεργασμένες τροφές, είναι πιο πιθανό να φέρουν στον κόσμο υπέρβαρα παιδιά, σύμφωνα με νέα μελέτη.

Επεξεργασμένες τροφές στην εγκυμοσύνη: Πόσο αυξάνουν τον κίνδυνο παχυσαρκίας για τα παιδιά

Τα παιδιά που γεννιούνται από μητέρες που κάνουν υπερβολική κατανάλωση επεξεργασμένων τροφίμων στη διάρκεια της κύησης, έχουν πάνω από 25% περισσότερες πιθανότητες να είναι παχύσαρκα, ανεξάρτητα από άλλους παράγοντες του τρόπου ζωής, διαπίστωσαν οι επιστήμονες.

Οι ειδικοί πιστεύουν ότι η ανθυγιεινή διατροφή της μητέρας, μπορεί να αλλάξει τα γονίδια που εμπλέκονται στη ρύθμιση της ανάπτυξης, της ενεργειακής ισορροπίας και της αντίστασης στην ινσουλίνη στα παιδιά.

Προτρέπουν τις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας να περιορίσουν το πρόχειρο φαγητό και να βελτιώσουν τη διατροφή τους προς όφελος των παιδιών τους.

Οι υπερεπεξεργασμένες τροφές έχουν γενικά μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε ζάχαρη, αλάτι και κορεσμένα λιπαρά σε σύγκριση με τα λιγότερο επεξεργασμένα τρόφιμα.

Ερευνητές από το Γενικό Νοσοκομείο της Μασαχουσέτης, στη Βοστώνη, χρησιμοποίησαν δεδομένα από μια αμερικανική μελέτη διαρκείας που παρακολουθούσε τον τρόπο ζωής σχεδόν 20.000 παιδιών που γεννήθηκαν από περίπου 14.500 μητέρες.

Οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν αρχικά ένα ερωτηματολόγιο για την υγεία και τον τρόπο ζωής τους και παρακολουθούνταν κάθε χρόνο μεταξύ 1997 και 2001 και στη συνέχεια κάθε δύο χρόνια.

Συνολικά, το 12% (2.471) των παιδιών έγιναν υπέρβαρα ή παχύσαρκα κατά τη διάρκεια μιας μέσης περιόδου παρακολούθησης 4 ετών.

Ο κίνδυνος ήταν κατά 26% υψηλότερος για εκείνα, οι μητέρες των οποίων έτρωγαν τα περισσότερα υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα, που ταξινομήθηκαν ως 12,1 μερίδες την ημέρα, σε σύγκριση με την ομάδα χαμηλότερης κατανάλωσης (3,4 μερίδες / ημέρα).

Οι συγγραφείς είπαν ότι αυτές οι συσχετίσεις ήταν παρόμοιες μεταξύ των συμμετεχόντων με διαφορετικά προφίλ κινδύνου, συμπεριλαμβανομένου του σωματικού βάρους της μητέρας, του ιστορικού επιπλοκών εγκυμοσύνης, της αύξησης βάρους κατά την κύηση, του φύλου των παιδιών, του βάρους γέννησης και της διάρκειας κύησης.

Το Ηνωμένο Βασίλειο αντιμετωπίζει επιδημία παχυσαρκίας με τα δύο τρίτα των ενηλίκων και το ένα τρίτο των παιδιών να είναι υπέρβαροι.

Περίπου ένα στα επτά παιδιά είναι παχύσαρκα όταν ξεκινούν το γυμνάσιο, ενώ περίπου το 26% εκατό των ανδρών και το 29% των γυναικών είναι παχύσαρκοι.

Στις ΗΠΑ, ένα στα έξι παιδιά είναι υπέρβαρα και το 20% παχύσαρκα. Στους ενήλικες το ποσοστό είναι διπλάσιο, με το ένα τρίτο αυτών να είναι υπέρβαροι και δύο στους πέντε να είναι παχύσαρκοι.

Σύμφωνα με τη Hilda Mulrooney, αναπληρώτρια καθηγήτρια διατροφής στο Πανεπιστήμιο Kingston του Λονδίνου, η μελέτη φέρνει στο φως νέα στοιχεία για τη σημασία της διατροφής των γυναικών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.

«Γνωρίζουμε εδώ και πολύ καιρό ότι η διατροφή της μητέρας είναι ένας σημαντικός παράγοντας κινδύνου για τα παιδιά και ότι η υγιεινή διατροφή στην εγκυμοσύνη και κατά την παιδική ηλικία δεν είναι σημαντική μόνο για την επαρκή θρέψη των παιδιών, αλλά και για τη διαμόρφωση των συμπεριφορών τους. Αν θέλετε τα παιδιά να τρώνε υγιεινές τροφές, τρώτε κι εσείς υγιεινές τροφές. Έτσι διαμορφώνετε το περιβάλλον τους και κάνουν ανάλογες επιλογές».

Τα υπερβολικά επεξεργασμένα τρόφιμα έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε πρόσθετα λιπαρά, ζάχαρη και αλάτι, χαμηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες και φυτικές ίνες και περιέχουν τεχνητές χρωστικές, γλυκαντικές ουσίες και συντηρητικά.

Ο όρος καλύπτει τα τρόφιμα που περιέχουν συστατικά τα οποία ένα άτομο δεν προσθέτει στο φαγητό που μαγειρεύει στο σπίτι, όπως είναι οι χημικές ουσίες, οι χρωστικές και τα συντηρητικά.

Έτοιμα γεύματα, παγωτά, λουκάνικα, τηγανητό κοτόπουλο και κέτσαπ είναι μερικά από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα.

Αυτά τα τρόφιμα διαφέρουν από τα τρόφιμα που έχουν υποστεί επεξεργασία προκειμένου να διαρκέσουν περισσότερο ή να αποκτήσουν καλύτερη γεύση, όπως είναι τα αλλαντικά, το τυρί και το φρέσκο ​​ψωμί.

Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιθεώρηση British Medical Journal.