Επειγόντως επενδύσεις για να ανακάμψει η οικονομία, η υγεία & η κοινωνία
Η βαρύτατη φορολογία (καθώς έχει ξεφύγει εδώ και καιρό από τον χαρακτηρισμό υψηλή), η βαθειά ανεργία κυρίως στις νέες και πιο παραγωγικές ηλικίες, η μετανάστευση λαμπρών μυαλών – από σπουδαστές μέχρι φθασμένους επαγγελματίες - και η έλλειψη επενδύσεων αποτελούν τα μεγάλα «αγκάθια» της ελληνικής οικονομίας σήμερα, με αποτέλεσμα να μην μπορεί αυτή να κινηθεί, και να κάνει έστω και ένα βήμα προς τα εμπρός.
Της Νατάσσας Ν. Σπαγαδώρου
Και όλοι γνωρίζουμε, ότι μία οικονομία που κινείται, είναι αποτελεσματική για τους πολίτες της για την αγορά εργασίας, για την υγεία, για την πρόνοια, για τις επιχειρήσεις για την ίδια την κοινωνία.
Η οικονομία και η επιχειρηματικότητα έχουν κολλήσει ή για την ακρίβεια βρίσκονται σε τέλμα, και μαζί με αυτές, όπως είναι λογικό, υποφέρει και ολόκληρος ο κοινωνικός ιστός της χώρας.
Ήδη 7 χρόνια Μνημονίων και σχεδόν 9 χρόνια με μηδενική ανάπτυξη, είναι πάρα πολλά όπως έχει γράψει πολλές φορές το onMed. Οι Έλληνες, εργαζόμενοι, σπουδαστές, επιχειρηματίες, συνταξιούχοι, άνεργοι, ανασφάλιστοι, ενόψει της Β’ Αξιολόγησης του Ελληνικού Προγράμματος, στις 5 Δεκεμβρίου, αναμένουν ένα καλό νέο και εύχονται βαθειά μέσα τους, να μην έχουμε άλλα επώδυνα μέτρα, τα οποία μόνο πίσω θα μας οδηγήσουν.
Το εβδομαδιαίο δελτίο του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών αλλά και μία έρευνα του ΙΟΒΕ, αποτυπώνουν ένα δύσκολο περιβάλλον ακόμη για την Ελλάδα, ενώ είναι χαρακτηριστική η παραίνεση του ΣΕΒ που μιλά για ανάγκη έξυπνης φορολογικής πολιτικής.
200.000 επιχειρηματίες λιγότεροι στην Ελλάδα το 2015
Ειδικότερα, καθ' όλα δυσάρεστα είναι τα στοιχεία τα καταγράφονται στην έρευνα Global Enterpreneushrip Monitor, την οποία εκπονεί, για την Ελλάδα, το ΙΟΒΕ, καθώς αποκαλύπτεται ότι κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, περίπου 200.000 άνθρωποι αναγκάστηκαν να διακόψουν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα.
Την ίδια ώρα αποκαλύπτεται ότι ακόμη και εάν κάποιος επιθυμεί να δημιουργήσει μία νέα επιχείρηση στη χώρα μας, πέραν της ούτως ή άλλως «βαριάς» γραφειοκρατίας, βρίσκεται αντιμέτωπος και με υψηλό κόστος, καθώς η έναρξη επιχείρησης στην Ελλάδα απαιτεί διπλάσιο αρχικό κεφάλαιο (30.000 ευρώ) σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο (16.400 ευρώ).
Επειγόντως ανάκαμψη της οικονομίας ζητά ο ΣΕΒ
Στην παρούσα συγκυρία, η ταχύτερη ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας αποτελεί προϋπόθεση για την απορρόφηση της υψηλής ανεργίας και τη σταθεροποίηση της δυναμικής των δαπανών πρόνοιας, υγείας και κοινωνικής ασφάλισης που, αν δεν αντιμετωπισθούν έγκαιρα, μπορούν να απειλήσουν την κοινωνική συνοχή της χώρας, τονίζει ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο δελτίο του και συνεχίζει:
Αυτό απαιτεί την ανάκαμψη του επενδυτικού ενδιαφέροντος που, όμως, προσκρούει στην χαμηλή ποιότητα του θεσμικού περιβάλλοντος και την υπερφορολόγηση της οικονομίας. Τώρα που διαφαίνονται κάποια πρώιμα σημάδια ανάκαμψης, είναι σημαντικό να ενισχυθεί η αναπτυξιακή διαδικασία μέσω και της εφαρμογής του μέτρου των υπεραποσβέσεων, σε ποσοστό π.χ. 200%. Οι υπεραποσβέσεις έχουν το πλεονέκτημα, έναντι άλλων σχετικά πολύπλοκων και αδιαφανών επενδυτικών κινήτρων να θέτουν τα οφέλη για το δημόσιο και τις επιχειρήσεις στην ίδια πλευρά της εξίσωσης. Έτσι, και στηρίζουν αποδοτικές παραγωγικές δραστηριότητες ή/και υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας, και διασφαλίζουν δημοσιονομική ουδετερότητα.
Αυτό συμβαίνει διότι το όφελος για την επιχείρηση (η έμμεση μείωση του φόρου) προϋποθέτει την πραγματοποίηση κερδοφόρων παραγωγικών επενδύσεων. Χωρίς επενδύσεις που φέρνουν κέρδη, (άρα αυξάνουν το ΑΕΠ και τα έσοδα), το κίνητρο δεν ενεργοποιείται. Το σημαντικότερο και πιο ποιοτικό στοιχείο της πρότασης αυτής όμως είναι ότι ευνοεί τις επενδύσεις εκείνες που συνδέονται πρωτίστως με τη βιομηχανία και τη μεταποίηση, δηλαδή με τον αναγκαίο μετασχηματισμό της οικονομίας από μια οικονομία της κατανάλωσης σε μια οικονομία της παραγωγής.
Ανάγκη για έξυπνη φορολογική πολιτική
Για να συμβεί αυτό χρειάζεται μια «έξυπνη φορολογική πολιτική», που θα επιβραβεύει τους σοβαρούς επενδυτές χωρίς να υπονομεύει τα έσοδα του κράτους. Υπολογίζεται ότι, με τα σημερινά δεδομένα, απαιτείται μία αύξηση των επενδύσεων στο σύνολο της οικονομίας κατά περίπου 3,5% (ήδη στο ενιάμηνο του 2016, οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αυξήθηκαν κατά 6,1% σε πραγματικούς όρους) έτσι ώστε η εφαρμογή του μέτρου των υπεραποσβέσεων να είναι δημοσιονομικά ουδέτερη από το πρώτο έτος εφαρμογής. Το ποσοστό αυτό αυξάνεται σε περιπτώσεις κλάδων έντασης κεφαλαίου ή χαμηλής κερδοφορίας. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το μέτρο έχει θετικά εν γένει αποτελέσματα καθώς συμβάλλει σε μία ουσιαστική τόνωση της επενδυτικής δραστηριότητας στο σύνολο της οικονομίας. Η αποτελεσματικότητα του μέτρου εξαρτάται και από τον μόνιμο χαρακτήρα του, που θα πρέπει να διασφαλιστεί και να εξειδικευτεί νομοθετικά.
Η πρόσφατη επιβεβαίωση της ποιοτικής υστέρησης του εκπαιδευτικού συστήματος στη χώρα μας από στοιχεία της Ευρ. Επιτροπής δείχνει, μέσω της υψηλής ανεργίας των νέων που μετά τις σπουδές τους αδυνατούν να βρουν απασχόληση, τη σημασία που έχει η ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει το κράτος. Χωρίς ένα αποτελεσματικό κράτος η κοινωνία και η οικονομία δεν ξεπερνούν αδυναμίες όπως αυτό αποτυπώνεται στην αγορά εργασίας και τις κοινωνικές επιδόσεις.
Στην Ελλάδα τα αποτελέσματα είναι καταστροφικά, συνεχίζει το δελτίο του ΣΕΒ, προσθέτοντας τα εξής: καθώς η ανταγωνιστικότητα επιβαρύνεται όχι μόνο από τις οργανωτικές ανεπάρκειες του κράτους αλλά και την υψηλή φορολογία που είναι αντίστοιχη χωρών που προσφέρουν δημόσιες υπηρεσίες υψηλής ποιότητας, όπως αποτυπώνονται κυρίως στην εκπαίδευση και τις υποδομές.
Αυτή είναι η περίπτωση στην Ελλάδα, και η πραγματικότητα της υψηλής ανεργίας των νέων και της κοινωνικής συνοχής που δοκιμάζεται από την απουσία επενδύσεων, και συνεπώς θέσεων εργασίας, δείχνει ότι δεν μπορεί κανείς να προσδοκά ανάπτυξη όταν επιβάλλει τους φόρους ανεπτυγμένων χωρών σήμερα και υποσχόμενος αδιάφθορο και αποτελεσματικό κράτος αύριο. Η συνταγή της επιτυχίας έχει διαφορετική σειρά με την ποιότητα του κράτους να αναβαθμίζεται πρώτα, υποστηρίζοντας την ανάπτυξη, και στη συνέχεια τους φόρους να τιμολογούν εύλογα και δίκαια αυτό το ποιοτικό κράτος.
Διαβάστε ακόμη:
Κίνδυνος αποεπένδυσης των φαρμακοβιομηχανιών, εάν συνεχισθεί το clawback