Πρωτοποριακή μέθοδος τενοντομετάθεσης προς αποκατάσταση της λειτουργικότητας των άνω άκρων
Με μία πρωτοποριακή τεχνική μεταφοράς τενόντων από την αρχική τους θέση σε κάποια άλλη μπορεί να αποκατασταθεί η λειτουργία των άνω άκρων ατόμων με τετραπληγία αλλά και ανθρώπων που λόγω τραυματισμού έχουν χάσει τη λειτουργικότητα των χεριών τους.
Κάθε χρόνο, 250.000-500.000 υγιείς και νέοι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο μένουν παράλυτοι, ενώ στο 50% των περιπτώσεων προκαλείται κάκωση του νωτιαίου μυελού στην αυχενική μοίρα, η οποία οδηγεί σε τετραπληγία. Οι τενοντομεταθέσεις αποτελούν τη μοναδική λύση για ασθενείς όλων των ηλικιών που για κάποιον λόγο (τροχαίο, εγκεφαλική βλάβη, μαιευτική παράλυση, τραυματισμός κ.λπ.) έχουν υπολειμματική λειτουργία στο άνω άκρο.
«Η τενοντομετάθεση είναι η μεταφορά ενός τένοντα από την αρχική θέση του σε μία άλλη, έτσι ώστε να επιτελεί πλέον μια λειτουργία διαφορετική από την αρχική. Με τον τρόπο αυτόν, χρησιμοποιείται ένας λειτουργικός τένοντας για να αποκαταστήσει μια λειτουργία άλλου τένοντα ή τενόντων, η οποία για κάποιον λόγο είχε χαθεί. Τα συγκεκριμένα χειρουργεία των τενοντομεταθέσεων είναι απαιτητικά, επειδή απαιτούν υψηλό επίπεδο γνώσεων και τεχνικής κατάρτισης. Είναι απολύτως εξατομικευμένα και προσαρμοσμένα στις ανάγκες του κάθε ασθενούς, με μικρά ποσοστά επιπλοκών και άμεση μετεγχειρητική κινητοποίηση», εξηγεί ο αναπληρωτής καθηγητής Ορθοπαιδικής στο ΑΠΘ, Παναγιώτης Γκιβίσης, με αφορμή τη διοργάνωση του 2ου Σεμιναρίου Τενοντομεταθέσεων Άνω Άκρου σε Νωπά Πτωματικά Παρασκευάσματα, που θα πραγματοποιηθεί από την Πέμπτη 28 έως και το Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2016, στο ΚΕΔΕΑ και στον χώρο του Ανατομείου του ΑΠΘ.
Στη διάρκεια του Σεμιναρίου, το οποίο θα παρακολουθήσουν 36 γιατροί από τη Γερμανία, την Ιορδανία, τη Ρουμανία, την Τουρκία και την Ελλάδα, θα παρουσιαστεί μία πρωτοποριακή μέθοδος συρραφής των τενόντων που αναπτύχθηκε από την Α’ Ορθοπαιδική Κλινική του ΑΠΘ, σε συνεργασία με το Sahlgrenska University Hospital της Σουηδίας. Ο τρόπος συρραφής που ακολουθείται σε αυτή τη μέθοδο (διπλό συνεχές ράμμα με επικάλυψη πέντε εκατοστών) οδηγεί στην ανθεκτικότητα της τενοντομετάθεσης με αποτέλεσμα τις λιγότερες επιπλοκές κατά τη μετεγχειρητική περίοδο και την ταχεία μετεγχειρητική κινητοποίηση του ασθενούς.
«Με αυτόν τον τρόπο, ο ασθενής οδηγείται σε αυτονομία, καθώς το αποτέλεσμα είναι μόνιμο, προσφέρει δυνατότητες αποκατάστασης, βελτίωσης της καθημερινότητας και της ποιότητας ζωής αλλά και επανένταξης στον εργασιακό χώρο. Ο ασθενής, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, μπορεί να εξέλθει την επόμενη μετεγχειρητική ημέρα. Το πρόγραμμα φυσικοθεραπείας και επανεκπαίδευσης για τις νέες κινητικές δυνατότητες που αποκτά ο ασθενής ποικίλλει», εξηγεί ο κ. Γκιβίσης.