ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Με αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας σχετίζεται η δυσκολία στην αναπνοή

Όσοι εμφανίζουν δύσπνοια αντιμετωπίζουν αυξημένο μακροπρόθεσμο κίνδυνο θνησιμότητας, σε σχέση με άτομα χωρίς δύσπνοια, σύμφωνα με μεγάλη και μακροχρόνια έρευνα που παρουσιάστηκε στο συνέδριο της American Thoracic Society.

Με αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας σχετίζεται η δυσκολία στην αναπνοή

Ο ερευνητής Gene Pesola, από το Columbia University της Νέας Υόρκης, δήλωσε ότι η δύσπνοια πιθανόν αποτελεί δείκτη σοβαρής νόσου, ανεξάρτητα από το αν καπνίζουν ή όχι.

Η έρευνα έγινε σε 12.000 ανθρώπους οι οποίοι παρακολουθήθηκαν για 12 χρόνια. Σύμφωνα με τα αποτελέσματά της, όσοι εμφάνιζαν δύσπνοια στην έναρξη της έρευνας είχαν υψηλότερο κίνδυνο θνησιμότητας ακόμα και όταν προσαρμόστηκε η ανάλυση για άλλους παράγοντες κινδύνου για θνησιμότητα, όπως το κάπνισμα.

Κατά τη διάρκεια της επανεξέτασης, 12 χρόνια μετά, είχαν σημειωθεί 782 θάνατοι. Πριν την προσαρμογή για άλλους πιθανούς παράγοντες κινδύνου, άνθρωποι που στην αρχή της έρευνας εμφάνιζαν δύσπνοια είχαν 2,73 φορές αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας σε σύγκριση με ανθρώπους που δεν είχαν δύσπνοια.

'Εχοντας λάβει υπόψη την ηλικία, το φύλο, την εκπαίδευση, τον δείκτη μάζας σώματος, το κάπνισμα και την αρτηριακή πίεση, η δύσπνοια παρέμενε συνδεδεμένη με 2,10 φορές αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας. Όταν αναλύθηκαν χωριστά οι μη καπνιστές, η δύσπνοια συνδέθηκε με αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας κατά 1,9 φορές.
Ο Dr. Pesola δήλωσε ότι η δύσπνοια μπορεί να αποτελεί σύμπτωμα πνευμονικής νόσου, καρδιοπάθειας ή άλλων δυνητικά απειλητικών για τη ζωή νόσων.