Σωματικό λίπος: Πόσο αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου στο μαστό
Ανανεώθηκε:
Οι γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας με περίσσιο σωματικό λίπος αντιμετωπίσουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού, ακόμη και αν το βάρος τους είναι εντός των φυσιολογικών ορίων, σύμφωνα με νέα μελέτη.
«Αυτό υποδηλώνει ότι οι γυναίκες δεν πρέπει να εστιάζουν μόνο στο βάρος» δήλωσε η Mia Gaudet, διευθύντρια έρευνας για τον καρκίνο του μαστού και τους γυναικολογικούς καρκίνους της Αμερικανικής Αντικαρκινικής Εταιρείας.
«Αντ' αυτού, θα έπρεπε να επικεντρωθούν σε πράγματα που θα τις βοηθήσουν να μειώσουν το σωματικό λίπος, όπως η υγιεινή διατροφή και η τακτική άσκηση» πρόσθεσε η Gaudet, η οποία δεν συμμετείχε στην έρευνα.
Παλαιότερες έρευνες έχουν διαπιστώσει ότι οι υπέρβαρες και παχύσαρκες γυναίκες έχουν γενικά μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού μετά την εμμηνόπαυση.
Αλλά οι γιατροί χρησιμοποιούν εδώ και χρόνια τον δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) για να υπολογίσουν εάν οι άνθρωποι έχουν φυσιολογικό βάρος.
Το πρόβλημα ωστόσο είναι ότι ο ΔΜΣ δεν κάνει διάκριση μεταξύ λίπους, μυών και οστού. Επομένως, είναι ένα ανακριβές όργανο μέτρησης της σωματικής σύνθεσης και των πιθανών κινδύνων από ασθένειες, όπως έχουν δείξει πρόσφατες μελέτες.
Πλέον είναι καλά τεκμηριωμένο ότι ο ΔΜΣ δεν αποτελεί τον καλύτερο δείκτη κινδύνου ενός ατόμου για παθήσεις όπως ο διαβήτης τύπου 2 και οι καρδιακές παθήσεις, δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής Δρ Neil Iyengar.
Αυτό φαίνεται ότι ισχύει και για τον καρκίνο του μαστού, δήλωσε ο Iyengar, ογκολόγος στο Κέντρο Καρκίνου Memorial Sloan Kettering, στη Νέα Υόρκη.
Τα ευρήματα στηρίζονται σε στοιχεία για 3.460 γυναίκες ηλικίας 50 έως 79 ετών που συμμετείχαν σε μια μεγάλη μελέτη που ονομάζεται «Πρωτοβουλία για την Υγεία των Γυναικών». Όλες οι γυναίκες είχαν φυσιολογικό ΔΜΣ στην έναρξη της μελέτης, ενώ το σωματικό λίπος τους μετρήθηκε με Απορροφησιομετρία Ακτίνων Χ διπλής ενέργειας (DXA), μια εξέταση σάρωσης όλους του σώματος που καταγράφει τη σωματική σύσταση.
Σε διάστημα 16 χρόνων, 182 γυναίκες εμφάνισαν καρκίνο του μαστού. Οι περισσότερες είχαν όγκους που ήταν θετικοί για υποδοχείς οιστρογόνων, κάτι που σημαίνει ότι τα οιστρογόνα βοηθούν στην ανάπτυξή τους.
Κατά μέσο όρο, σύμφωνα με τη μελέτη, οι γυναίκες με υψηλότερα επίπεδα σωματικού λίπους αντιμετώπιζαν μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν θετικό για υποδοχή οιστρογόνων καρκίνο του μαστού.
Οι γυναίκες με επίπεδα λίπους πάνω από τα αποδεκτά (25%) είχαν διπλάσιες πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνο στο μαστό σε σύγκριση που όσες είχαν χαμηλά επίπεδα σωματικού λίπους.
Τα ευρήματα δεν αποδεικνύουν οριστικά ότι το σωματικό λίπος προκάλεσε τους καρκίνους, σύμφωνα με τον Iyengar. Η ομάδα του συνυπολόγισε πολλούς άλλους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένου του οικογενειακού ιστορικού γυναικείου καρκίνου του μαστού, της ορμονοθεραπείας και άλλων συνηθειών, όπως η άσκηση και η κατανάλωση αλκοόλ.
Το επιπλέον σωματικό λίπος ήταν παράγοντας κινδύνου, γιατί, όπως εξηγεί ο επικεφαλής της έρευνας, το λίπος είναι «ενεργός ιστός» και συμβάλλει στην αύξηση των δεικτών φλεγμονής και της εκτροφής ουσιών που ονομάζονται αυξητικοί παράγοντες και ευνοούν την ανάπτυξη καρκίνου.
Επιπλέον, το λίπος αποτελεί πηγή συνεχούς παραγωγής οιστρογόνων σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.
Οι ερευνητές υπογραμμίζουν ότι ακόμη και αν οι γυναίκες έχουν φυσιολογικό ΔΜΣ, θα πρέπει να ακολουθούν υγιεινή διατροφή και να γυμνάζονται τακτικά, κάνοντας κατά προτίμηση ασκήσεις αντίστασης για τη διατήρηση και την ανάπτυξη των μυών τους.
Πηγή: healthday.com
Διαβάστε επίσης:
Πέντε ερωτήσεις για τον καρκίνο του μαστού (vid)
Αλλαντικά & καρκίνος του μαστού: Σε ποια ποσότητα είναι επικίνδυνα