Καρκίνος μαστού: Ποιες γυναίκες κινδυνεύουν περισσότερο
Πολύ λίγες άλλες παθήσεις έχουν μελετηθεί τόσο εντατικά τις τελευταίες δεκαετίες όσο ο καρκίνος του μαστού. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι αποτελεί τη συχνότερη μορφή καρκίνου στις γυναίκες.
Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία απ’ όλο τον κόσμο, 1 σε κάθε 9-12 γυναίκες, αναλόγως της χώρας διαβίωσης, θα εμφανίσει τη νόσο κάποια στιγμή στη ζωής της. Στη Ελλάδα η κατάσταση φαίνεται να είναι καλύτερη σε σχέση με τις χώρες του βόρειου ημισφαιρίου. Τα νέα περιστατικά που καταγράφονται κάθε χρόνο στη χώρα μας υπολογίζονται, κατά προσέγγιση, στα 4.500, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 25% των περιπτώσεων καρκίνου που εμφανίζονται στις Ελληνίδες.
Η αιτιολογία της νόσου είναι πολυπαραγοντική. Σε αυτή συμβάλλουν γενετικοί, μεταβολικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες. Οι σημαντικότεροι παράγοντες κινδύνου που έχουν αναγνωριστεί είναι:
- Η μεγάλη ηλικία. Το 80% των καρκίνων εμφανίζονται σε γυναίκες μεγαλύτερες των 50 ετών. Αυτός είναι ένας από τους σημαντικούς λόγους για τους οποίους στις περισσότερες χώρες ο πληθυσμιακός προληπτικός έλεγχος με μαστογραφία ξεκινά απ’ αυτή την ηλικία.
- Η ύπαρξη oικoγενειακού ιστoρικού. Τέτοιο επιβαρυμένο οικογενειακό ιστορικό, που χρήζει ιδιαίτερης μελέτης, έχουν οι γυναίκες με:
1. Έναν ή περισσότερους συγγενείς 1ου ή 2ου βαθμού που εμφάνισε καρκίνο του μαστού σε νεαρή ηλικία (μικρότερη των 40-50 ετών, πριν την εμμηνόπαυση). Συγγενείς πρώτου βαθμού είναι οι γονείς, οι αδελφοί και τα παιδιά.
2. Καρκίνο του μαστού και ένα δεύτερο καρκίνο (όχι μεταστατικό) σε άλλο όργανο (ιδιαίτερα των ωοθηκών) σε συγγενή 1ου βαθμού.
3. Καρκίνο του μαστού σε άρρενα συγγενή 1ου βαθμού.
4. Δύο ή περισσότερους συγγενείς που εμφάνισαν καρκίνο του μαστού σε οποιαδήποτε ηλικία.
5. Εβραϊκή καταγωγή (ασκεναζίμ) με έναν εξ αίματος συγγενή με καρκίνο του μαστού που διαγνώστηκε πριν από την ηλικία των 50 ή με καρκίνο των ωοθηκών σε οποιαδήποτε ηλικία.
Η ύπαρξη οικογενειακού ιστορικού δεν σημαίνει αναγκαστικά ύπαρξη βλαβών (μεταλλάξεων) σε γονίδια που κληρονομούνται από τους γονείς στα παιδιά τους. Η αυξημένη συχνότητα καρκίνου του μαστού σε μια οικογένεια μπορεί να οφείλεται σε κοινές διατροφικές συνήθειες ή παρόμοιες συνθήκες ζωής. Αν μια γυναίκα έχει αναφέρει στο οικογενειακό ιστορικό της κάποια από τις περιπτώσεις που αναφέρθηκαν πιο πάνω, θα πρέπει να επισκεφτεί εξειδικευμένο με τον καρκίνο του μαστού γιατρό ή να αναζητήσει συμβουλή από μια γενετική συμβουλευτική ομάδα.
- Γενετικές μεταλλάξεις σε γονίδια που κληρονομούνται από τους γονείς στα παιδιά. Το 5-8% των καρκίνων του μαστού οφείλονται σε κληρονομούμενες μεταλλάξεις γονιδίων υψηλής διεισδυτικότητας, όπως είναι τα γονίδια BRCA-1, BRCA-2, PTEN, ATM κ.λ.π. Οι γυναίκες με υποψία κληρονομικότητας αναγνωρίζονται από το επιβαρυμένο οικογενειακό ιστορικό τους (βλ. προηγούμενη κατηγορία), μετά από ενδελεχή μελέτη του. Με ειδικές εργαστηριακές εξετάσεις είναι δυνατό να εντοπιστούν τα «χαλασμένα» γονίδια.
- Η ύπαρξη σε προηγούμενη βιοψία μαστού διηθητικού ή μη διηθητικού καρκινώματος ή άτυπης υπερπλασίας. Μια γυναίκα που έχει παρουσιάσει μία φορά καρκίνο του μαστού έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να εμφανίσει νέο καρκίνο στον ίδιο ή στον άλλο μαστό.
- Η μεγάλη έκθεση σε νεαρή ηλικία σε ακτινοβολία στην περιοχή του στήθους για τη θεραπεία κάποιας πάθησης.
Εκτός από τους αυτούς τους παράγοντες υπάρχουν και άλλοι, που έχουν μικρότερη επίδραση, όπως είναι:
- Η έναρξη της περιόδου σε μικρή ηλικία και η παύση της σε μεγάλη ηλικία.
- Η μακροχρόνια λήψη αντισυλληπτικών και oρμoνικής υπoκατάστασης.
- Η ατεκνία ή η απόκτηση πρώτoυ παιδιoύ σε μεγάλη ηλικία.
- Η μεγάλη κατανάλωση oινoπνεύματoς και η παχυσαρκία.
Οι γυναίκες που εμφανίζουν έναν από τους σημαντικούς παράγοντες κινδύνου (και ακόμα περισσότερο όσες εμφανίζουν συνδυασμό των παραπάνω παραγόντων) θεωρούνται γυναίκες υψηλού κινδύνου να εμφανίσουν καρκίνο του μαστού.
Στις μέρες μας, στις ειδικές κλινικές μαστού, για την εκτίμηση αυτού του κινδύνου χρησιμοποιούνται ειδικά ερωτηματολόγια που μετά από στατιστική επεξεργασία αποδίδουν αριθμητικά την επικινδυνότητα που υπάρχει για μια γυναίκα να εμφανίσει καρκίνο του μαστού μέσα στα επόμενα 5 χρόνια ή σε όλη τη διάρκεια της ζωής της. Με βάση αυτούς τους υπολογισμούς και σε συνδυασμό με την κλινική και απεικονιστική εξέταση, ο θεράπων γιατρός μπορεί να αποκτήσει μια καλύτερη εικόνα του κινδύνου για την κάθε ασθενή του.
Πρόσφατα μια νέα μέθοδος χρησιμοποιείται σε επιλεγμένα κέντρα, συμβάλλοντας στην καλύτερη εκτίμηση του κινδύνου εμφάνισης του καρκίνου του μαστού. Η μέθοδος στηρίζεται στην κυτταρολογική εξέταση των κυττάρων που συλλέγονται μετά από πλύση των γαλακτοφόρων πόρων (ductal lavage).
Με την εισαγωγή ενός ειδικού μικροκαθετήρα στους γαλακτοφόρους πόρους μπορεί να χορηγηθεί με ένεση ποσότητα φυσιολογικού ορού, η οποία ξεπλένει τον πόρο και συμπαρασύρει μεγάλο αριθμό κυττάρων από τα τοιχώματά του. Τα κύτταρα αυτά, αφού υποστούν επεξεργασία από ειδικό μηχάνημα, είναι δυνατό να μελετηθούν στο κυτταρολογικό εργαστήριο.
Εφόσον ο αριθμός των κυττάρων είναι ικανοποιητικός για έλεγχο, η μελέτη τους μπορεί να αναδείξει ότι αυτά είναι φυσιολογικά, εμφανίζουν ατυπία ή είναι καρκινικά. Ενώ αρχικά υπήρχε η ελπίδα ότι θα μπορούσε η μέθοδος να χρησιμεύσει ως ένα τεστ Παπ για τον μαστό, στη συνέχεια φάνηκε ότι κάτι τέτοιο δεν ήταν εφικτό.
Αυτό που προσέφερε είναι μια πρόσθετη πληροφορία στην καλύτερη εκτίμηση της επικινδυνότητας που υπάρχει για την εμφάνιση του καρκίνου του μαστού σε γυναίκες υψηλού κινδύνου κι αυτό γιατί η ύπαρξη ατυπίας στα κύτταρα έχει φανεί ότι αποτελεί παράγοντα κινδύνου αρκετά σημαντικό.
Η μέθοδος εφαρμόζεται στη χώρα μας στην Ελληνική Αντικαρκινική Εταιρεία και στο Αττικό Νοσοκομείο.
Οι γυναίκες που θα καταταγούν μετά από την ειδική διαδικασία αξιολόγησης τους στην ομάδα υψηλού κινδύνου θα πρέπει να:
- ενημερώνονται πλήρως για την κατάστασή τους
- επιδεικνύουν αυξημένη επαγρύπνηση (δηλ. να μάθουν τη σύσταση των μαστών τους για να μπορούν να ελέγχουν και να αναγνωρίζουν μόνες τους τυχόν ύποπτες αλλαγές που θα εμφανίσουν. Επίσης, να ακολουθούν χωρίς απουσίες τον τακτικό προληπτικό έλεγχο που τους καθορίζουν οι θεράποντες γιατροί τους)
- υποβάλλονται σε πρόγραμμα τακτικότερου ελέγχου (κλινική εξέταση ανά 6μηνο και απεικονιστικός έλεγχος κάθε 6 μήνες ή έναν χρόνο),
- προσαρμόσουν τον τρόπο ζωής τους, αποφεύγοντας τους παράγοντες κινδύνου (π.χ. παχυσαρκία, κατανάλωση οινοπνεύματος κ.λπ.) και υιοθετώντας συνήθειες που μειώνουν τον κίνδυνο (π.χ. δίαιτα με λίγα λιπαρά, τακτική σωματική άσκηση, θηλασμός για όσο το δυνατόν περισσότερο χρονικό διάστημα)
- λάβουν χημειοπροφύλαξη (ταμοξιφένη ή ραλοξιφένη).
Σε γυναίκες που μετά από εργαστηριακή επιβεβαίωση αποδειχθεί η ύπαρξη μεταλλαγμένων γονιδίων, εκτός από τις παραπάνω ενέργειες θα πρέπει, σε συνεργασία με τους ειδικούς γιατρούς, να εξετάσουν την πιθανότητα να υποβληθούν σε προφυλακτική μαστεκτομή και ωοθηκεκτομή.
Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και για τις γυναίκες υψηλού κινδύνου, θα πρέπει να μην ξεχνάμε το γεγονός ότι παρ' όλη την μεγάλη συχνότητα εμφάνισης της νόσου (η οποία θα συνεχίσει να υφίσταται και στο άμεσο μέλλον), υπάρχει μεγάλη αισιοδοξία για την ακόμα πιο αποτελεσματική αντιμετώπισή της, αφού με βάση τα υπάρχοντα επιδημιολογικά στοιχεία προκύπτει ότι συνεχώς επιμηκύνεται και βελτιώνεται η επιβίωση όσων γυναικών έχουν προσβληθεί από αυτήν.
Αυτό σε μεγάλο βαθμό αποδίδεται στις νέες θεραπευτικές μεθόδους, όμως, πολύ περισσότερο οφείλεται στο γεγονός ότι ολοένα και πιο συχνά η νόσος ανακαλύπτεται στα αρχικά στάδια ανάπτυξής της, χάρη στην αυξημένη επαγρύπνηση των γυναικών, με τακτικότερη συμμετοχή σε προληπτικούς ελέγχους.
Ευάγγελος Φιλόπουλος, Χειρουργός, Διευθυντής Κλινικής Μαστού Αντικαρκινικού Νοσοκομείου «Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ» και Πρόεδρος της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας
Διαβάστε επίσης:
Επιθετικός καρκίνος του μαστού: Ο κομβικός ρόλος της παχυσαρκίας
Καρκίνος μαστού: Πέντε στρατηγικές που αποτρέπουν την επανεμφάνισή του