Υποθυρεοειδισμός: Προκαλεί η λεβοθυροξίνη πρόβλημα στα οστά;
Νέα μελέτη δείχνει ότι ένα κοινό συνταγογραφούμενο φάρμακο για τον θυρεοειδή, μπορεί να συνδέεται με την απώλεια οστικής μάζας.
Η λεβοθυροξίνη είναι μια συνθετική ορμόνη που συνταγογραφείται συχνά για την αντιμετώπιση του υποθυρεοειδισμού.
Ο οργανισμός των ανθρώπων με την πάθηση, δεν παράγει αρκετή θυροξίνη, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει αύξηση βάρους, κόπωση, τριχόπτωση και τελικά να οδηγήσει σε σοβαρές, ακόμη και θανατηφόρες, επιπλοκές.
Εκατομμύρια άνθρωποι λαμβάνουν καθημερινά λεβοθυροξίνη για τη διαχείριση των συμπτωμάτων.
«Τα δεδομένα δείχνουν ότι ένα σημαντικό ποσοστό των φαρμάκων αυτών μπορεί να χορηγείται σε ηλικιωμένους χωρίς υποθυρεοειδισμό», δήλωσε η επικεφαλής της μελέτης Elena Ghotbi, ερευνήτρια στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Johns Hopkins στη Βαλτιμόρη.
Το φυσιολογικό εύρος της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης (TSH) στο αίμα κυμαίνεται μεταξύ 0,4 και 5,0 μικρομονάδων ανά χιλιοστόλιτρο.
Η υπερβολική TSH έχει συνδεθεί με αυξημένο κίνδυνο καταγμάτων.
Η Ghotbi και οι συνεργάτες της θέλησαν να εξετάσουν αν η χρήση λεβοθυροξίνης και τα επίπεδα της ορμόνης στο ανώτατο όριο, θα μπορούσαν να προκαλέσουν μεγαλύτερη απώλεια οστικής μάζας με την πάροδο του χρόνου σε ηλικιωμένους με φυσιολογική λειτουργία του θυρεοειδούς.
Βασίστηκαν σε δεδομένα από 445 ηλικιωμένους με φυσιολογικά επίπεδα ορμονών του θυρεοειδούς.
Στους συμμετέχοντες περιλαμβάνονταν 49 γυναίκες και 32 άνδρες που έπαιρναν λεβοθυροξίνη και 364 που δεν έπαιρναν. Παρακολουθήθηκαν για διάμεσο διάστημα 6,3 ετών.
Αφού συνεκτιμήθηκαν παράγοντες όπως το ύψος, το βάρος, η φυλή, το ιστορικό κατανάλωσης αλκοόλ και καπνού και άλλα φάρμακα, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι όσοι έπαιρναν λεβοθυροξίνη είχαν μεγαλύτερη απώλεια ολικής οστικής μάζας και οστικής πυκνότητας.
«Η μελέτη μας δείχνει ότι ακόμη και όταν ακολουθούνται οι τρέχουσες κατευθυντήριες οδηγίες, η χρήση λεβοθυροξίνης φαίνεται να συνδέεται με μεγαλύτερη οστική απώλεια σε ηλικιωμένους», δήλωσε ο συν-συγγραφέας της μελέτης Δρ. Shadpour Demehri, καθηγητής ακτινολογίας στο Johns Hopkins.
Η επίκουρη καθηγήτρια ενδοκρινολογίας στο Johns Hopkins και συν-συγγραφέας της μελέτης, Jennifer Mammen, προέτρεψε τους ενήλικες που λαμβάνουν λεβοθυροξίνη να συζητούν τη θεραπεία τους με τον γιατρό τους και να κάνουν τακτικές εξετάσεις της θυρεοειδικής λειτουργίας.
«Θα πρέπει να γίνεται αξιολόγηση του κινδύνου και του οφέλους, σταθμίζοντας τις ενδείξεις για τη θεραπεία έναντι των πιθανών ανεπιθύμητων ενεργειών της λεβοθυροξίνης σε αυτόν τον πληθυσμό», κατέληξαν οι ερευνητές.
Τα ευρήματα παρουσιάστηκαν στη συνάντηση της Ακτινολογικής Εταιρείας της Αμερικής στο Σικάγο.