ΥΓΕΙΑ

Οστεοαρθρίτιδα και καρδιαγγειακά: Ποιοι είναι οι κοινοί παράγοντες κινδύνου

Η οστεοαρθρίτιδα είναι μία από τις πιο κοινές μυοσκελετικές παθήσεις παγκοσμίως και σχετίζεται με ένα ευρύ φάσμα επιπλοκών για την υγεία, συμπεριλαμβανομένων των καρδιαγγειακών.

Τόσο η οστεοαρθρίτιδα όσο και η καρδιαγγειακή νόσος μπορεί να είναι συνέπεια περιβαλλοντικών παραγόντων κινδύνου, όπως η προχωρημένη ηλικία, το κάπνισμα, η σωματική αδράνεια και η παχυσαρκία.

Σε κάποιους ασθενείς, οι δύο καταστάσεις συνυπάρχουν, γεγονός που μπορεί να οφείλεται είτε στους κοινούς περιβαλλοντικούς παράγοντες κινδύνου είτε σε κοινά γενετικά αίτια.

Παρόλο που ορισμένοι γενετικοί παράγοντες κινδύνου συμβάλλουν σημαντικά στην αιτιολογία τόσο της οστεοαρθρίτιδας όσο και της καρδιαγγειακής νόσου, παραμένει ασαφής ο βαθμός στον οποίο οι δύο κατηγορίες παθήσεων έχουν κοινές γενετικές αιτίες.

Νέα μελέτη εντοπίζει τους κοινούς γενετικούς παράγοντες κινδύνου μεταξύ της οστεοαρθρίτιδας και των καρδιαγγειακών παθήσεων, οι οποίοι μπορεί να συμβάλλουν στην αιτιολογία και των δύο.

Οι επιστήμονες διερευνούν κατά πόσον η συνύπαρξη οστεοαρθρίτιδας και καρδιαγγειακής νόσου οφείλεται σε κοινούς γενετικούς ή περιβαλλοντικούς παράγοντες κινδύνου.

Στην τελική ανάλυση συμπεριλήφθηκαν συνολικά 59.970 δίδυμοι από 29.985 ζεύγη διδύμων. Οι 7.363 είχαν οστεοαρθρίτιδα χεριών, ισχίου ή γόνατος και 13.685 είχαν μια μορφή σοβαρής καρδιαγγειακής νόσου, συμπεριλαμβανομένων των καρδιακών αρρυθμιών, της στεφανιαίας νόσου, της καρδιακής ανεπάρκειας και του εγκεφαλικού.

Η οστεοαρθρίτιδα και η καρδιαγγειακή νόσος αναγνωρίστηκαν ως οι πιο διαδεδομένες συνδυασμένες διαγνώσεις.

Η συμφωνία για αυτές τις διαγνώσεις ήταν υψηλότερη στους μονοζυγωτικούς διδύμους σε σύγκριση με τους διζυγωτικούς διδύμους.

Η ανάλυση των γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων αποκάλυψε ότι ένα μεγάλο ποσοστό της συννοσηρότητας μπορεί να εξηγηθεί από κοινούς γενετικούς παράγοντες που είναι ανεξάρτητοι από την ηλικία, το φύλο, το μορφωτικό επίπεδο, τον δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ), το κάπνισμα και το επίπεδο σωματικής δραστηριότητας.

Μια κοινή γενετική αιτία συνέβαλε περισσότερο στη συνύπαρξη σοβαρών καρδιαγγειακών νοσημάτων με την οστεοαρθρίτιδα του ισχίου παρά με την οστεοαρθρίτιδα του γόνατος. Η ανάλυση εντόπισε μοναδικούς περιβαλλοντικούς παράγοντες που συμβάλλουν στη συνύπαρξη οστεοαρθρίτιδας γόνατος και σοβαρών καρδιαγγειακών νοσημάτων.

Μεταξύ συγκεκριμένων καρδιαγγειακών νοσημάτων από τα οποία έπασχαν συμμετέχοντες στη μελέτη, οι κοινοί γενετικοί παράγοντες συνέβαλαν περισσότερο στη συνύπαρξη της οστεοαρθρίτιδας με καρδιακή αρρυθμία, στεφανιαία νόσο ή εγκεφαλικό επεισόδιο. Συγκριτικά, οι μοναδικοί περιβαλλοντικοί παράγοντες έπαιζαν μεγαλύτερο ρόλο στη συνύπαρξη οστεοαρθρίτιδας και καρδιακής ανεπάρκειας - ωστόσο, η παρατήρηση αυτή είναι ασαφής λόγω της σπανιότητας των περιπτώσεων.

Σημασία της μελέτης

Οι γενικοί παράγοντες κινδύνου που μοιράζονται η οστεοαρθρίτιδα και τα καρδιαγγειακά νοσήματα μπορεί να συμβάλλουν στην αιτιολογία και των δύο ομάδων ασθενειών, ανεξάρτητα από την επίδραση κοινών περιβαλλοντικών παραγόντων κινδύνου. Το εύρημα αυτό αμφισβητεί την κυρίαρχη μέχρι σήμερα άποψη ότι η οστεοαρθρίτιδα αποτελεί βασικό παράγοντα κινδύνου για τα καρδιαγγειακά νοσήματα.

Οι παρατηρήσεις αυτές μπορούν να εξηγήσουν, τουλάχιστον εν μέρει, τα ευρήματα προηγούμενης μετα-ανάλυσης που αναφέρει αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου κατά 24-69% σε ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό.

Οι μοναδικοί περιβαλλοντικοί παράγοντες που επηρεάζουν τη συνύπαρξη αυτών των ασθενειών υποδεικνύουν μιας αντίθετη επίδραση, παρόμοια με αυτή που συμβαίνει στις αθλητικές επιδόσεις, όπου η συμμετοχή σε υψηλό επίπεδο αυξάνει τον κίνδυνο τραυματισμού και επακόλουθης οστεοαρθρίτιδας, αλλά μειώνει τον κίνδυνο καρδιαγγειακών ασθενειών.

Η παρατηρούμενη γενετική επικάλυψη μεταξύ της οστεοαρθρίτιδας και των καρδιαγγειακών παθήσεων υπογραμμίζει την ανάγκη επανεκτίμησης των σημερινών διαγνωστικών ορίων μεταξύ των εν λόγω παθήσεων.

Οι επιστήμονες επισημαίνουν επίσης την πιθανότητα ύπαρξης ενός ξεχωριστού φαινότυπου οστεοαρθρίτιδας/καρδιαγγειακής νόσου, ο οποίος χρήζει περαιτέρω διερεύνησης.

Μελλοντικές μελέτες θα πρέπει επίσης να εντοπίσουν συγκεκριμένα γονίδια ή γενετικούς δείκτες που θα μπορούσαν να εξηγήσουν την κοινή κληρονομικότητα αυτών των ασθενειών και να διερευνήσουν τον ρόλο των τυπικών παραγόντων του τρόπου ζωής στην τροποποίηση της γενετικής επιρροής.

Η γονεϊκή οστεοαρθρίτιδα ή η καρδιαγγειακή νόσος αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης αυτών των νόσων στους απογόνους, τονίζοντας τη σημασία που έχει για τους γιατρούς να εξετάζουν το οικογενειακό ιστορικό αυτών των νόσων στους ασθενείς τους.

Επομένως, εκτός από την παροχή νέων γνώσεων σχετικά με την αιτιολογία των ασθενειών, τα ευρήματα της μελέτης μπορεί να διευκολύνουν την έγκαιρη ανίχνευση ή πρόληψη των συνυπάρχοντων ασθενειών και την ανάπτυξη εξατομικευμένης φροντίδας με στόχο την πρόληψη σοβαρών ασθενειών και αναπηρίας.

Ένα σημαντικό πλεονέκτημα της παρούσας μελέτης είναι η συμπερίληψη ενός μεγάλου, πληθυσμιακού δείγματος διδύμων. Η μελέτη χρησιμοποίησε τη μοντελοποίηση διδύμων σε μια σειρά περιπτώσεων οστεοαρθρίτιδας και καρδιαγγειακών παθήσεων, η οποία μπορεί να χρησιμεύσει ως βάση για την εκτίμηση πιο σύνθετων γενετικών και περιβαλλοντικών μηχανισμών.

Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Nature Communications.

© 2014-2024 Onmed.gr - All rights reserved