Επαναλαμβανόμενες ή καθ' έξιν αποβολές: Ο συνδυασμός φαρμάκων που τις αποτρέπει
Η αποβολή είναι η απώλεια της εγκυμοσύνης μέσα στις πρώτες 24 εβδομάδες της κύησης, με την πλειοψηφία των αποβολών να συμβαίνει κυρίως μέσα στις πρώτες 13 εβδομάδες της κύησης.
Πρόκειται για μία από τις πιο τραυματικές εμπειρίες που αφορά περίπου 1 στις 4 γυναίκες.
Ο όρος «καθ’ έξιν» ή επαναλαμβανόμενες αποβολές αναφέρεται στις αυτόματες αποβολές τριών ή περισσοτέρων κλινικά αναγνωρισμένων κυήσεων.
Πολλές φορές τα αίτια της αποβολής παραμένουν άγνωστα. Η αιτία πίσω από μια αποβολή ενδέχεται να είναι κάποια ανωμαλία στο αρχικό στάδιο της εγκυμοσύνης, ενώ σε μεταγενέστερο στάδιο, μπορεί να προκληθεί από διάφορες καταστάσεις όπως ο αδύναμος τράχηλος, μια λοίμωξη κ.α.
Επιστήμονες στο Πανεπιστήμιο του Κόμπε, στην Ιαπωνία, διαπίστωσαν ότι ο συνδυασμός δύο ευρέως χρησιμοποιούμενων φαρμάκων μπορεί να βοηθήσει τις γυναίκες που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο αποβολής και άλλων επιπλοκών της εγκυμοσύνης.
Ειδικότερα, η χαμηλή δόση ασπιρίνης, είτε μόνη της είτε σε συνδυασμό με ηπαρίνη (ένα ευρέως χρησιμοποιούμενο αντιπηκτικό), μπορεί να αποτρέψει έναν συγκεκριμένο τύπο υποτροπιάζουσας απώλειας εγκυμοσύνης.
Σε προηγούμενη μελέτη τους, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το 20% των γυναικών με υποτροπιάζουσα απώλεια εγκυμοσύνης, φέρουν αυτοαντισώματα που στοχεύουν μια συγκεκριμένη πρωτεΐνη που βρίσκεται στην επιφάνεια πολλών κυττάρων, συμπεριλαμβανομένων των κυττάρων στη μήτρα που είναι σημαντικά για την υποστήριξη της κύησης, γνωστά ως βήτα-2-γλυκοπρωτεΐνη Ι (β2GPI).
Άλλες έρευνες είχαν δείξει ότι τα αντισώματα κατά της β-2-GPI μπορούν να παίξουν ρόλο στην πρόκληση του αντιφωσφολιπιδικού συνδρόμου (APS), μιας αυτοάνοσης νόσου που είναι γνωστό ότι αυξάνει τον κίνδυνο αποβολής.
Οι ερευνητές βρήκαν επίσης ότι ορισμένες γυναίκες με υποτροπιάζουσα απώλεια εγκυμοσύνης μπορούν να φέρουν παρόμοια αντισώματα που στοχεύουν στη βήτα-2-GPI ακόμη και αν δεν πάσχουν από APS.
Η χαμηλή δόση ασπιρίνης, που χρησιμοποιείται συνήθως παράλληλα με την ηπαρίνη, θεωρείται ήδη ότι μειώνει τον κίνδυνο αποβολής σε γυναίκες με APS. Έτσι, οι ερευνητές εξέτασαν εάν η ίδια προληπτική θεραπεία θα μπορούσε να βοηθήσει τις γυναίκες χωρίς APS που έφεραν αυτά τα αντισώματα κατά της βήτα-2-GPI.
Στη νέα μελέτη συμμετείχαν 47 έγκυες με υποτροπιάζουσα απώλεια εγκυμοσύνης, οι οποίες βρέθηκαν θετικές για τα αντισώματα που είχαν ανακαλύψει οι ερευνητές προηγουμένως. Οι 39 από αυτές έλαβαν χαμηλή δόση ασπιρίνης και/ή ηπαρίνης. Συνολικά, πάνω από το 80% των γυναικών στην ομάδα θεραπείας γέννησαν φυσιολογικά, σε σύγκριση με το 50% της ομάδας που δεν έλαβε τη θεραπεία. Αυτές οι γυναίκες είχαν επίσης πολύ χαμηλότερο κίνδυνο για άλλες επιπλοκές της εγκυμοσύνης.
«Το μέγεθος του δείγματος είναι μάλλον μικρό, αλλά τα αποτελέσματα εξακολουθούν να δείχνουν ξεκάθαρα ότι μια θεραπεία με χαμηλή δόση ασπιρίνης ή ηπαρίνης είναι πολύ αποτελεσματική στην πρόληψη της απώλειας εγκυμοσύνης ή επιπλοκών, σε γυναίκες που έχουν αυτά τα πρόσφατα ανακαλυφθέντα αντισώματα» εξήγησε η Τανιμούρα Κέντζι, επικεφαλής ερευνήτρια και μαιευτήρας στο Πανεπιστήμιο του Κόμπε.
Ορισμένες από τις γυναίκες που είχαν αυτά τα αντισώματα βρέθηκαν επίσης θετικές για APS, περιπλέκοντας δυνητικά τα αποτελέσματα. Αλλά οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι γυναίκες χωρίς APS είχαν ακόμη υψηλότερο ποσοστό επιτυχούς εγκυμοσύνης όταν έλαβαν θεραπεία με αυτά τα φάρμακα (πάνω από 92%). Η Κέντζι σημείωσε ότι τα αντισώματα αντι-βήτα-2-GPI μπορεί επίσης να προκαλέσουν στειρότητα και άλλες παθήσεις στις γυναίκες, όπως η θρόμβωση, επομένως τα ευρήματά τους θα μπορούσαν να έχουν εφαρμογή και εκεί.
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Frontiers in Immunology.