ΥΓΕΙΑ

Ο ρόλος του ύψους στις καρδιομεταβολικές παθήσεις

Από το 1990, ο επιπολασμός της παχυσαρκίας στα παιδιά και τους εφήβους (που καθορίζεται από τον δείκτη μάζας σώματος) έχει τετραπλασιαστεί, ενώ τα ποσοστά παχυσαρκίας στους ενήλικες έχουν υπερδιπλασιαστεί.

Οι επιστήμονες θεωρούν βέβαιο ότι αυτή η δυναμική της επιδημίας της παχυσαρκίας, θα αυξήσει και τον κίνδυνο ασθενειών που σχετίζονται με τον ΔΜΣ, κυρίως των καρδιαγγειακών και του διαβήτη τύπου 2.

Οι ερευνητές του DZD (Deutsches Zentrum für Diabetesforschung - Γερμανικό Κέντρο Έρευνας για το Διαβήτη) Norbert Stefan, Matthias Schulze και οι συνεργάτες τους, υπέθεσαν ότι η αύξηση του ύψους που σημειώθηκε στις περισσότερες χώρες παγκοσμίως τις τελευταίες δεκαετίες, μπορεί να επηρεάσει αυτόν τον καρδιομεταβολικό κίνδυνο που σχετίζεται με τον ΔΜΣ.

Στη μελέτη με τίτλο "Impact of higher BMI on cardiometabolic risk: does height matter?" (Επίδραση του υψηλότερου ΔΜΣ στον καρδιομεταβολικό κίνδυνο: έχει σημασία το ύψος;), παρέχουν νέα δεδομένα που δείχνουν ότι η αύξηση της λιπώδους μάζας και ο κίνδυνος διαβήτη τύπου 2 είναι αυξημένα στους ψηλότερους ανθρώπους. Με βάση τα ευρήματά τους, υποθέτουν ότι ο καρδιομεταβολικός κίνδυνος ενός υψηλότερου ΔΜΣ μπορεί να υποτιμάται στους ψηλότερους πληθυσμούς που αναπτύσσονται παγκοσμίως.

Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Παχυσαρκίας 2024 (4 Μαρτίου), δημοσιεύτηκε μελέτη στην επιστημονική επιθεώρηση The Lancet για τους παράγοντες κινδύνου των μη μεταδοτικών ασθενειών, σε συνεργασία με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), στην οποία αναφέρονται μετρήσεις βάρους και ύψους από 222 εκατομμύρια ανθρώπους σε 200 χώρες.

Στην εν λόγω μελέτη, ο ΔΜΣ, που υπολογίζεται με βάση μετρήσεις βάρους και ύψους, χρησιμοποιήθηκε για να διερευνηθεί πώς η παχυσαρκία και το χαμηλό βάρος έχουν αλλάξει παγκοσμίως από το 1990 έως το 2022. Διαπίστωσαν ότι πάνω από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι παγκοσμίως ζουν σήμερα με παχυσαρκία (που ορίζεται ως ΔΜΣ ≥30 kg/m2 στους ενήλικες).

Λαμβάνοντας υπόψη το πολύ υψηλό φορτίο ασθενειών που σχετίζονται με τον υψηλό ΔΜΣ (π.χ. το 2015 για 4 εκατομμύρια θανάτους, που αντιπροσωπεύουν το 7,1% όλων των θανάτων- η καρδιαγγειακή νόσος ήταν η κύρια αιτία και ο διαβήτης η δεύτερη κύρια αιτία θανάτου που σχετίζεται με τον υψηλό ΔΜΣ), αναμένεται αύξηση των ασθενειών που σχετίζονται με τον ΔΜΣ από το 1990 έως το 2022.

Ωστόσο, οι Norbert Stefan (Helmholtz του Μονάχου και Πανεπιστήμιο του Tübingen), Matthias Schulze (Γερμανικό Ινστιτούτο Ανθρώπινης Διατροφής Potsdam-Rehbrücke) και οι συνεργάτες τους, οι οποίοι έχουν μελετήσει την επίδραση του ύψους στον κίνδυνο εμφάνισης καρδιομεταβολικών νοσημάτων, υποστηρίζουν ότι οι υπολογισμοί αυτοί θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη άλλες σημαντικές τάσεις στην ανθρωπομετρία, ιδίως στο ύψος, οι οποίες μπορεί να επηρεάσουν την ερμηνεία του ΔΜΣ ως μέτρο του σωματικού λίπους.

Ο Stefan αναφέρει: «Ο ΔΜΣ αποτελεί μόνο μια προσέγγιση της μάζας λίπους και ο ΔΜΣ δεν είναι απαραίτητα ανεξάρτητος από το ύψος. Είναι σημαντικό ότι από το 1985 έως το 2020 το μέσο ύψος των παιδιών και των εφήβων αυξήθηκε στις περισσότερες χώρες παγκοσμίως».

Ο Schulze προσθέτει: «Στους εφήβους και τους νεαρούς ενήλικες, η μέτρια έως μεγάλη αύξηση του ύψους παράλληλα με μικρή ή καθόλου αύξηση του ΔΜΣ που παρατηρείται από το 1985 έως το 2019 σε ορισμένες χώρες θεωρείται υγιής τάση. Ωστόσο, είναι άγνωστο αν το αυξημένο ύψος ενδεχομένως τροποποιεί τη σημασία του ΔΜΣ ως μέτρο του σωματικού λίπους και του καρδιομεταβολικού κινδύνου».

Αναλύοντας δεδομένα από 972 άτομα που συμμετείχαν στην οικογενειακή μελέτη Tübingen Diabetes Family Study, οι συγγραφείς διαπίστωσαν ότι η θετική σχέση μεταξύ του ΔΜΣ και της συνολικής μάζας σωματικού λίπους γίνεται ισχυρότερη με την αύξηση του ύψους, τόσο στις γυναίκες όσο και στους άνδρες. Η σχέση αυτή δεν επηρεάστηκε από την ηλικία ή τον σκελετικό όγκο του άνω και κάτω μέρους του σώματος.

Στη συνέχεια, οι συγγραφείς ανέλυσαν δεδομένα από 25.393 συμμετέχοντες στη μελέτη European Prospective Investigation into Cancer and Nutrition (EPIC)-Potsdam. Διαπίστωσαν ότι οι αναλογίες κινδύνου, προσαρμοσμένες με βάση τους συγχυτικούς παράγοντες που επιλέχθηκαν βάσει ενός αιτιώδους μοντέλου, για μια διαφορά του ΔΜΣ κατά 5 kg/m2 για διαβήτη τύπου 2, αυξήθηκαν σταδιακά από 1.58 (95% CI 1,12-2,23) στη χαμηλότερη κατηγορία ύψους (≤150 cm) σε 2,85 (95% CI 2,37-3,42) στην υψηλότερη κατηγορία ύψους (>180 cm).

Οι συγγραφείς συμπεραίνουν από τα ευρήματά τους ότι ο ΔΜΣ αντικατοπτρίζει καλύτερα τη λιπώδη μάζα και, συνεπώς, τον καρδιομεταβολικό κίνδυνο σε ψηλότερα άτομα σε σύγκριση με τα κοντύτερα. Υποθέτουν επίσης ότι, για παρόμοιο ΔΜΣ, οι σημερινοί ενήλικες μπορεί να αντιμετωπίζουν μεγαλύτερη επιβάρυνση υγείας που σχετίζεται με τον ΔΜΣ σε σύγκριση με προηγούμενους πληθυσμούς, επειδή είναι κατά μέσο όρο ψηλότεροι.

Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να ληφθεί υπόψη η αύξηση του ύψους κατά τις τελευταίες δεκαετίες, ώστε να εκτιμηθεί καλύτερα η επιβάρυνση των καρδιομεταβολικών νοσημάτων που σχετίζεται με την παχυσαρκία στο μέλλον.

Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση The Lancet Diabetes & Endocrinology.

© 2014-2024 Onmed.gr - All rights reserved