Γιατί υποτροπιάζουν οι ουρολοιμώξεις & πώς θα προστατευθείτε
Ως υποτροπιάζουσα λοίμωξη του ουροποιητικού συστήματος ορίζεται συνήθως η επανεμφάνιση τριών ή περισσότερων επεισοδίων μέσα σε διάστημα ενός έτους, ή δύο ή περισσότερων εντός εξαμήνου.
Τα συνηθέστερα συμπτώματα των επαναλαμβανόμενων υποτροπών είναι η δυσκολία έναρξης της ούρησης, η συχνοουρία και η επώδυνη ούρηση.
Η ουρολοίμωξη θα πρέπει να επαληθεύεται τουλάχιστον με μία καλλιέργεια ούρων για την επιβεβαίωση της διάγνωσης και τον καθορισμό της ενδεδειγμένης θεραπείας.
Ποιοι είναι, όμως, οι παράγοντες κινδύνου για τις υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις;
Οι ανεξάρτητοι παράγοντες κινδύνου στις γυναίκες που βρίσκονται πριν από την εμμηνόπαυση είναι:
- η σεξουαλική επαφή τρεις ή περισσότερες φορές την εβδομάδα
- η χρήση σπερματοκτόνων
- η ύπαρξη καινούργιων ή πολλαπλών σεξουαλικών συντρόφων
- η ύπαρξη περιστατικού ουρολοίμωξης πριν από την ηλικία των 15 ετών
Στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, η ανεπάρκεια οιστρογόνων και η κατακράτηση ούρων είναι ισχυροί παράγοντες.
Οι συχνές σεξουαλικές επαφές προκαλούν μόλυνση της ουρήθρας και της ουροδόχου κύστης από τα βακτήρια που ζουν στο έντερο, ενώ η χρήση σπερματοκτόνου διαταράσσει την υγιή χλωρίδα του κόλπου, επιτρέποντας την αύξηση των ουροπαθογόνων.
Στις γυναίκες που βρίσκονται πριν από την εμμηνόπαυση, η σεξουαλική επαφή τρεις ή περισσότερες φορές την εβδομάδα τριπλασιάζει τον κίνδυνο.
Άλλοι παράγοντες κινδύνου στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες είναι η ακράτεια, ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1 ή 2, όπως και το ιστορικό περισσότερων από πέντε ουρολοιμώξεων.
Ο ρόλος της κληρονομικότητας
Κληρονομικοί παράγοντες φαίνεται να επηρεάζουν την ευαισθησία μιας γυναίκας να εμφανίζει πολλαπλά επεισόδια. Η ύπαρξη μιας γυναίκας με συγγένεια πρώτου βαθμού που έχει ιστορικό πέντε ή περισσότερων ουρολοιμώξεων αποτελεί παράγοντα κινδύνου για υποτροπιάζουσες λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος.
Τρόποι προφύλαξης
Η καθημερινή ή η μετά τη συνουσία λήψη προληπτικών σχημάτων αντιβιοτικών χαμηλών δόσεων μειώνουν την επανεμφάνιση συμπτωματικών ουρολοιμώξεων κατά 95% περίπου, παρόλο που οι ασθενείς μπορεί να επανέλθουν στα ποσοστά επανεμφάνισης πριν από την προφύλαξη μόλις διακοπεί η φαρμακευτική θεραπεία.
Η λήψη αναλγητικών ή αντιφλεγμονωδών φαρμάκων για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της ουρολοίμωξης μπορεί να περιορίσει τη χρήση αντιβιοτικών σε ασθενείς που παρακολουθούνται στενά από τον θεράποντα ιατρό τους.
Εναλλακτικά ο γιατρός μπορεί να προτείνει προϊόντα cranberry, τα οποία μπορούν να μειώσουν τις υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις σε προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, αλλά είναι λιγότερο αποτελεσματικά από την αντιβιοτική προφύλαξη.
Οι μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με ατροφική κολπίτιδα μπορεί να ωφεληθούν από τοπική θεραπεία με οιστρογόνα.