Καρκίνος μαστού: Ποιες γυναίκες μπορούν να παραλείψουν την ακτινοθεραπεία
Κάποιες γυναίκες με μια πρώιμη μορφή καρκίνου του μαστού, γνωστή ως πορογενές καρκίνωμα in situ, μπορούν να παραλείψουν με ασφάλεια την ακτινοθεραπεία μετά τη χειρουργική επέμβαση, σύμφωνα με νέα έρευνα.
Το «κλειδί» για την απόφαση να υποβληθεί μία γυναίκα σε ακτινοθεραπεία ή να την παραλείψει, είναι τα αποτελέσματα ενός εξελιγμένου γενετικού τεστ, λένε οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Northwestern στο Σικάγο.
«Η χρήση αυτών των εξατομικευμένων διαγνωστικών εργαλείων για την πρόβλεψη του κινδύνου υποτροπής ή εξέλιξης, μπορεί να αποτρέψει την υπερθεραπεία για ορισμένες ασθενείς», δήλωσε η Δρ. Seema Khan, καθηγήτρια χειρουργικής και έρευνας για τον καρκίνο στην Ιατρική Σχολή Feinberg του πανεπιστημίου και επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης.
Το πορογενές καρκίνωμα in situ (DCIS) είναι η πιο πρώιμη μορφή καρκίνου του μαστού, το οποίο στην σταδιοποίηση του καρκίνου θεωρείται στάδιο 0.
Πρόκειται για συχνή κακοήθεια, στην οποία αρχίζουν να αναπτύσσονται άτυπα κύτταρα -δηλαδή κύτταρα που παρουσιάζουν σοβαρή διαταραχή στην δομή τους- εντός των γαλακτοφόρων πόρων, αλλά δεν διηθούν το τοίχωμα των πόρων ώστε να εξαπλωθούν στον υπόλοιπο μαστό.
Παρότι πρόκειται για έναν προ-επεμβατικό καρκίνο, συνήθως αντιμετωπίζεται με χειρουργική επέμβαση, επειδή αυτά τα κύτταρα μπορούν να εξαπλωθούν σε άλλα σημεία του μαστού.
Μετά την επέμβαση, πολλές γυναίκες υποβάλλονται σε ακτινοθεραπείες, αλλά όπως σημειώνει η Khan, «υπάρχει μια αυξανόμενη συνειδητοποίηση ότι το πορογενές καρκίνωμα in situ συνεπάγεται ένα περιττό θεραπευτικό βάρος για πολλές γυναίκες».
Η ίδια και οι συνεργάτες της, θέλησαν να διαπιστώσουν αν ορισμένες ασθενείς θα μπορούσαν να αποφύγουν με ασφάλεια την ακτινοθεραπεία.
Η μελέτη περιελάμβανε 171 γυναίκες που υποβλήθηκαν σε παρακέντηση.
Ο μαστικός ιστός των ασθενών υποβλήθηκε σε εργαστηριακή εξέταση Oncotype DX, μια μοριακή διαγνωστική εξέταση που αναλύει την επιμέρους βιολογία του καρκίνου του μαστού εξετάζοντας τη δράση 21 γονιδίων στον καρκινικό ιστό. Τα αποτελέσματα της ανάλυσης τροφοδοτούνται σε έναν μαθηματικό τύπο που παράγει το Recurrence Score® (Βαθμό Υποτροπής).
Η βαθμολογία κυμαίνεται από 0 έως 100. Η υψηλότερη βαθμολογία σημαίνει περισσότερες πιθανότητες υποτροπής του καρκίνου, εξηγούν οι ερευνητές.
Οι ερευνητές θεώρησαν ότι οι ασθενείς, των οποίων το σκορ του τεστ Oncotype ήταν κάτω από 39, είχαν σχετικά χαμηλό κίνδυνο υποτροπής του καρκίνου και γι' αυτό ήταν επιλέξιμες να παραλείψουν την ακτινοθεραπεία παρακολούθησης.
Όσες σημείωσαν βαθμολογία από 39 και πάνω, έλαβαν συστάσεις για ακτινοθεραπείες.
Σχεδόν όλες οι ασθενείς (93%) ακολούθησαν τις συστάσεις των γιατρών.
Παρακολουθώντας την πορεία της υγείας τους πέντε χρόνια μετά τη χειρουργική επέμβαση κάθε ασθενούς, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα ποσοστά καρκίνου ήταν παρόμοια -περίπου 5%- στην ομάδα χαμηλού κινδύνου που επέλεξε να μην κάνει ακτινοθεραπεία και στην ομάδα υψηλότερου κινδύνου που έκανε ακτινοθεραπείες.
Με άλλα λόγια, η παράλειψη της ακτινοθεραπείας δεν φάνηκε να αυξάνει τον κίνδυνο υποτροπής του καρκίνου μεταξύ των γυναικών των οποίων οι εξετάσεις τους επέτρεψαν να επιλέξουν να μην κάνουν τη θεραπεία.
«Οι γυναίκες που παρέλειψαν την ακτινοβολία με βάση αυτό το σκορ, δεν αντιμετώπισαν υπερβολικό κίνδυνο υποτροπής στον ίδιο μαστό κατά την πενταετή περίοδο παρακολούθησης», κατέληξε η Khan. «Τα ευρήματα αυτά αποκαλύπτουν μια νέα προσέγγιση για την καθοδήγηση των θεραπευτικών αποφάσεων, καθορίζοντας ποιες ασθενείς μπορούν να ωφεληθούν από την ακτινοθεραπεία και ποιες ασθενείς μπορούν να την παραλείψουν με ασφάλεια».
Τα ευρήματα παρουσιάστηκαν στο ετήσιο συμπόσιο για τον καρκίνο του μαστού στο Σαν Αντόνιο, στο Τέξας.
Πηγή: healthday.com