Καρδιαγγειακή νόσος: Πώς συνδέεται με τον κίνδυνο καρκίνου
Η καρδιαγγειακή νόσος και ο καρκίνος έχουν αρκετούς κοινούς παράγοντες κινδύνου που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης και των δύο ομάδων νοσημάτων.
Παρόλο που προκλινικά μοντέλα δείχνουν ότι διάφοροι τύποι καρδιαγγειακής νόσου μπορούν να επιταχύνουν την εξέλιξη του καρκίνου, οι διαθέσιμες κλινικές μελέτες δεν έχουν καθορίσει την επίδραση της αθηροσκλήρωσης στον κίνδυνο εμφάνισης κακοήθειας.
Πρόσφατη μελέτη διερεύνησε αν η καρδιαγγειακή νόσος, και ιδιαίτερα η αθηροσκληρωτική καρδιαγγειακή νόσος, σχετίζεται ανεξάρτητα με τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου.
Η μελέτη χρησιμοποίησε δεδομένα από το 2009 έως το 2019 που αντλήθηκαν από τις βάσεις δεδομένων της IBM MarketScan Research. Συνολικά 27.195.088 άτομα χωρίς διάγνωση καρκίνου και με τουλάχιστον 36 μήνες παρακολούθησης συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη. Από αυτούς, οι 5.681.601 είχαν διάγνωση καρδιαγγειακής νόσου και οι 21.513.487 δεν είχαν καρδιαγγειακό νόσημα.
Τα άτομα με καρδιαγγειακή νόσο ήταν στατιστικώς σημαντικά πιθανότερο (13%) να διαγνωστούν με καρκίνο κατά το χρονικό διάστημα παρακολούθησης συγκριτικά με όσους δεν είχαν καρδιαγγειακή νόσο. Τα άτομα με αθηροσκληρωτική καρδιαγγειακή νόσο είχαν επίσης μεγαλύτερο κίνδυνο (20%) για επακόλουθη διάγνωση κακοήθειας έναντι εκείνων χωρίς καρδιαγγειακή νόσο. Αυξημένος κίνδυνος καταγράφηκε και για τα άτομα που είχαν μη αθηροσκληρωτική καρδιαγγειακή νόσο έναντι όσων δεν είχαν καρδιαγγειακή νόσο (8%). Η αθηροσκληρωτική καρδιαγγειακή νόσος συσχετίστηκε επίσης με μεγαλύτερο κίνδυνο (11%) επακόλουθου καρκίνου έναντι της μη αθηροσκληρωτικής καρδιαγγειακής νόσου.
Η διάγνωση της αθηροσκληρωτικής καρδιαγγειακής νόσου συσχετίστηκε με σημαντικά αυξημένο κίνδυνο για 15 από τους 20 αξιολογηθέντες τύπου καρκίνους έναντι της απουσίας καρδιαγγειακής νόσου, συμπεριλαμβανομένων του καρκίνου του πνεύμονα, του ήπατος, του εγκεφάλου, των αιματολογικών κακοηθειών πλην της λευχαιμίας και του λεμφώματος και νευροενδοκρινικών κακοηθειών. Δεν παρατηρήθηκε σημαντικά αυξημένος κίνδυνος για καρκίνο του προστάτη, καρκίνο των ωοθηκών, καρκίνο του μαστού ή της μήτρας, και μελάνωμα.
Η μη αθηροσκληρωτική καρδιαγγειακή νόσος συνδέθηκε με σημαντικά αυξημένο κίνδυνο για 15 από τους 20 αξιολογηθέντες τύπου καρκίνους έναντι της απουσίας καρδιαγγειακής νόσου, συμπεριλαμβανομένων του καρκίνου του εγκεφάλου, του ήπατος, του πνεύμονα, του νεφρού και των νευροενδοκρινικών κακοηθειών. Δεν παρατηρήθηκε αυξημένος κίνδυνος για καρκίνο του προστάτη, καρκίνο των ωοθηκών, καρκίνο του μαστού ή της μήτρας, και μελάνωμα.
Επιπλέον, συγκριτικά με άτομα με μη αθηροσκληρωτική καρδιαγγειακή νόσο, εκείνα με αθηροσκληρωτική καρδιαγγειακή νόσο είχαν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο για 14 τύπους καρκίνου, συμπεριλαμβανομένων του καρκίνου του πνεύμονα, της ουροδόχου κύστης, του παχέος εντέρου, της κεφαλής και τραχήλου, του ήπατος, του προστάτη, του παγκρέατος, του νεφρού και των αιματολογικών κακοηθειών, αλλά και σημαντικά χαμηλότερο κίνδυνο για καρκίνο του μαστού, καρκίνο των ωοθηκών και της μήτρας.
Συμπερασματικά, οι ερευνητές της ενδιαφέρουσας μελέτης σημειώνουν ότι τα άτομα με καρδιαγγειακή νόσο έχουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου σε σύγκριση με εκείνους που δεν έχουν καρδιαγγειακή νόσο. Λαμβάνοντας υπόψη και τους γνωστούς παράγοντες κινδύνου για ανάπτυξη κακοήθειας, φαίνεται ότι αυτή η συσχέτιση μπορεί να οφείλεται, τουλάχιστον εν μέρει, στη σχέση μεταξύ αθηροσκλήρωσης και ορισμένων ιστολογικών υπότυπων καρκίνου.
Tα ευρήματα της πρόσφατης μελέτης των Bell και συνεργατών δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση JACC: CardioOncology.