Τσάι Κομπούχα: Τα οφέλη του για τους διαβητικούς
Η Κομπούχα είναι ένα τσάι που έχει υποστεί ζύμωση και πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι έχει πολλά οφέλη για την υγεία.
Νέα, μικρή έρευνα δείχνει ότι το τσάι Κομπούχα μπορεί να συμβάλλει στη μείωση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα σε άτομα με διαβήτη τύπου 2.
Προϊόν ζύμωσης με βακτήρια και ζυμομύκητες, το τσάι αυτό καταναλώνεται στην Κίνα από το 200 π.Χ., ενώ στις Ηνωμένες Πολιτείες άρχισε να γίνεται γνωστό τη δεκαετία του 1990, σύμφωνα με τους ερευνητές.
Στη νέα μελέτη συμμετείχαν 12 ενήλικες, οι οποίοι κλήθηκαν να καταναλώνουν το συγκεκριμένο τσάι καθημερινά μαζί με το δείπνο τους επί τέσσερις εβδομάδες.
Για το ίδιο διάστημα, οι συμμετέχοντες στην ομάδα ελέγχου κατανάλωναν ένα άλλο αφέψημα με παρόμοια γεύση και εμφάνιση. Μετά από τέσσερις εβδομάδες, τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα όσων έπιναν Κομπούχα, μειώθηκαν σημαντικά, κάτι που δεν συνέβη σε όσους έπιναν το άλλο ρόφημα.
Πρόκειται για μικρής κλίμακας έρευνα και χρειάζεται περισσότερη μελέτη για να επιβεβαιωθούν τα συμπεράσματα. Μελέτες σε ζώα έχουν δείξει ωστόσο, ότι η Κομπούχα μπορεί να αυξήσει το ποσοστό των ωφέλιμων βακτηρίων που ζουν στο έντερο, το οποίο με τη σειρά του μπορεί να επηρεάσει το μεταβολισμό και να έχει επίδραση στο σάκχαρο του αίματος.
Το ρόφημα μπορεί επίσης να βοηθήσει στην αναγέννηση των βήτα παγκρεατικών κυττάρων, τα οποία παράγουν την ορμόνη ινσουλίνη για τη ρύθμιση του σακχάρου στο αίμα.
Τέλος, επειδή η Κομπούχα προκαλεί αίσθημα κορεσμού, μπορεί να μειώνει την όρεξη και οι άνθρωποι να τρώνε λιγότερο.
Ο Δρ. Dan Merenstein, ένας από τους συγγραφείς της μελέτης από το Πανεπιστήμιο Georgetown στις ΗΠΑ, είπε: «Από όσο γνωρίζουμε αυτή είναι η πρώτη κλινική δοκιμή που εξετάζει τις επιδράσεις της Κομπούχα σε άτομα με διαβήτη. Πρέπει να γίνει περισσότερη έρευνα, αλλά το συμπέρασμα είναι ελπιδοφόρο».
Ο έλεγχος του σακχάρου στο αίμα των διαβητικών είναι σημαντικός για την αποφυγή επιπλοκών, όπως είναι τα εμφράγματα, τα εγκεφαλικά επεισόδια, τα διαβητικά έλκη και τα οφθαλμολογικά προβλήματα.
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση Frontiers in Nutrition.