ΥΓΕΙΑ

Η ΔΕΠΥ μπορεί να διπλασιάσει την πιθανότητα εμφάνισης καρδιακών παθήσεων, σύμφωνα με Σουηδική μελέτη

Ερευνητές από το Ινστιτούτο Karolinska και το Πανεπιστήμιο Örebro διεξήγαγαν μια μεγάλη μελέτη παρατήρησης σε πέντε εκατομμύρια Σουηδούς ενήλικες. Η έρευνα δείχνει ότι εκείνοι με ΔΕΠΥ ήταν πιο πιθανό να αναπτύξουν κάποια μορφή καρδιακής νόσου σε σχέση με εκείνους που δεν πάσχουν από τη συγκεκριμένη νευροβιολογική διαταραχή.

Το παιδί που έχει διαγνωστεί με ΔΕΠΥ όταν ενηλικιωθεί, σύμφωνα με τη Σουηδική μελέτη, διατρέχει περισσότερες από διπλάσιες πιθανότητες να αναπτύξει μια μορφή καρδιακής νόσου σε σχέση με άλλους ενήλικες που δεν πάσχουν από τη συγκεκριμένη διαταραχή.

Τα ευρήματα, που δημοσιεύθηκαν στο World Psychiatry, εξηγούν ότι σε πολλές περιπτώσεις η ΔΕΠΥ συνυπάρχει με άλλες ψυχιατρικές και σωματικές παθήσεις, μερικές από τις οποίες είναι γνωστό ότι αυξάνουν τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων. Ωστόσο, η συγκεκριμένη μελέτη είναι από τις πρώτες που εξετάζει εάν η ΔΕΠΥ σχετίζεται με συγκεκριμένες καρδιαγγειακές παθήσεις.

Συγκεκριμένα, οι συγγραφείς της μελέτης προσπάθησαν να κατανοήσουν τη συσχέτιση μεταξύ της ΔΕΠΥ και 20 διακριτών καρδιαγγειακών παθήσεων συνυπολογίζοντας παράγοντες κινδύνου, όπως ο διαβήτης τύπου 2, η παχυσαρκία, το κάπνισμα, οι διαταραχές του ύπνου και οι ψυχικές διαταραχές.

Η επικεφαλής της μελέτης Lin Li από το Ινστιτούτο Karolinska δήλωσε σχετικά: «Διαπιστώσαμε ότι οι ενήλικες με ΔΕΠΥ είχαν περισσότερες από διπλάσιες πιθανότητες να αναπτύξουν τουλάχιστον μία καρδιαγγειακή νόσο σε σύγκριση με εκείνους χωρίς ΔΕΠΥ» και συμπλήρωσε: «Όταν λάβαμε υπόψη άλλους καθιερωμένους παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα, η συσχέτιση αποδυναμώθηκε αλλά παρέμεινε σημαντική, γεγονός που δείχνει ότι η ΔΕΠΥ είναι ένας ανεξάρτητος παράγοντας κινδύνου για ένα ευρύ φάσμα καρδιαγγειακών παθήσεων».

Ποια είναι η σχέση μεταξύ καρδιακών παθήσεων και ΔΕΠΥ;

Η ΔΕΠΥ, η οποία διαγιγνώσκεται στην παιδική ηλικία, είναι μία από τις πιο κοινές νευροαναπτυξιακές διαταραχές.

Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν δεδομένα που περιελάμβαναν πάνω από πέντε εκατομμύρια Σουηδούς ενήλικες, συμπεριλαμβανομένων 37.000 ατόμων που είχαν διαγνωστεί με ΔΕΠΥ. Μετά από μια μέση περίοδο παρακολούθησης 11,8 ετών διαπιστώθηκαν τα εξής:

  • Το 38% των ατόμων με ΔΕΠΥ είχαν διαγνωστεί με τουλάχιστον μία μορφή καρδιαγγειακής νόσου
  • Το 24% των ατόμων χωρίς ΔΕΠΥ είχαν αναπτύξει καρδιαγγειακή νόσο

Οι κίνδυνοι ήταν αυξημένοι για όλους τους τύπους καρδιαγγειακών παθήσεων και σημαντικά υψηλότεροι για καρδιακή ανακοπή, αιμορραγικό εγκεφαλικό επεισόδιο και περιφερικές αγγειακές παθήσεις και η συσχέτιση ήταν ελαφρώς ισχυρότερη στους άνδρες από ό, τι στις γυναίκες. Επίσης, ορισμένες ψυχιατρικές παθήσεις, ιδιαίτερα οι διαταραχές διατροφής και χρήσης ουσιών, αύξησαν σημαντικά τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου σε άτομα με ΔΕΠΥ.

Επιπλέον, κανένα στοιχείο δεν δείχνει ότι η θεραπεία ή τα ψυχιατρικά φάρμακα όπως τα αντικαταθλιπτικά ή τα φάρμακα κατά του άγχους έχουν αξιοσημείωτο αντίκτυπο στη σχέση μεταξύ ΔΕΠΥ και καρδιακών παθήσεων.

Οι ερευνητές σημείωσαν ότι λόγω της παρατηρητικής φύσης της μελέτης, τα ευρήματα δεν μπορούν να τεκμηριώσουν την αιτιώδη σχέση ανάμεσα στη ΔΕΠΥ και τα καρδιακά προβλήματα. Τα δε δεδομένα που συνέλεξαν ήταν ελλιπή σε συγκεκριμένους τομείς, όπως ο τρόπος ζωής, οι διατροφικές συνήθειες και η σχέση με την άσκηση.

Τα συμπτώματα της ΔΕΠΥ

Στα παιδιά τα κύρια συμπτώματα της Διαταραχής Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας είναι η διάσπαση της προσοχής, η παρορμητικότητα και η υπερκινητικότητα.

Στους ενήλικες τα κύρια συμπτώματα της ΔΕΠΥ είναι τα εξής:

  • Απροσεξία
  • Έλλειψη οργανωτικών δεξιοτήτων
  • Δυσκολία συγκέντρωσης
  • Δυσκολία ολοκλήρωσης μιας δουλειάς
  • Προβλήματα μνήμης
  • Ακραία ανυπομονησία
  • Αδυναμία ιεράρχησης των υποχρεώσεων
  • Χάσιμο αντικειμένων
  • Νευρικότητα και εναλλαγές της διάθεσης
  • Αδυναμία διαχείρισης του στρες
  • Υπερκινητικότητα
  • Παρορμητικότητα
  • Συναισθηματική αστάθεια
  • Χαμηλή αυτοεκτίμηση λόγω πολλών εμπειριών αποτυχίας

Τι προκαλεί ΔΕΠΥ

Μια μελέτη του 2021 που πραγματοποιήθηκε από ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Ben-Gurion του Ιατρικού Κέντρου Negev και Soroka-University διαπίστωσε ότι το γονίδιο που προκαλεί ΔΕΠΥ μπορεί να είναι το CDH2. Το εν λόγω γονίδιο είναι αυτό που κωδικοποιεί τη Ν-καντχερίνη. Ωστόσο, μια μετάλλαξη στο γονίδιο CDH2 μεταβάλλει αυτή τη δραστηριότητα. Αυτή, με τη σειρά της, επηρεάζει τις μοριακές οδούς και τα επίπεδα ντοπαμίνης σε δύο συγκεκριμένες δομές του εγκεφάλου, την κοιλιακή μοίρα του μεσεγκεφάλου και τον προμετωπιαίο φλοιό.

Αυτά τα πορίσματα θα μπορούσαν να συμβάλουν στην περαιτέρω κατανόηση του τρόπου λειτουργίας της ΔΕΠΥ και του τρόπου με τον οποίο μπορεί να αντιμετωπιστεί.

Με πληροφορίες από το jpost.com

© 2014-2024 Onmed.gr - All rights reserved