ΥΓΕΙΑ

Αποβολή: Μακροχρόνιες επιπτώσεις και μετατραυματικό σύνδρομο

Σχεδόν 10% των γυναικών έχουν χάσει ένα μωρό με αποβολή. Αλλά συνήθως ως πρόβλημα νοείται η τρίτη αποβολή. Σύμφωνα με Βρετανούς ερευνητές αυτό πρέπει να αλλάξει.

Στη σκιά της πανδημίας πολλά άλλα σοβαρά ζητήματα υγείας μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα. Νέα έρευνα δύο Βρετανών ερευνητών που δημοσιεύτηκα στο ιατρικό περιοδικό "The Lancet" αποσκοπεί στο να ρίξει φως σε ένα εξ αυτών. Με τίτλο «Η αποβολή έχει σημασία» ο καθηγητής Σίμπαν Κουένμπι από το Πανεπιστήμιο του Γουόργουικ και ο καθηγητής Άρι Κουμαρασάμι από το Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ εφιστούν την προσοχή στις γυναίκες που έχουν βιώσει τουλάχιστον μία πρώτη αποβολή – και είναι πάρα πολλές. Κάθε χρόνο εκτιμάται ότι 23 εκατομμύρια αποβολές συμβαίνουν παγκοσμίως.

Η αποβολή θεωρείται ο πιο συνήθης λόγος απώλειας ενός εμβρύου/εμβρύων κατά τη διάρκεια μιας κύησης σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Σχεδόν το 10% των γυναικών παγκοσμίως έχει βιώσει μια αποβολή, ενώ το 15,3% των κυήσεων ενέχουν υψηλό κίνδυνο αποβολής. Ενδιαφέρον έχει μάλιστα, ότι το ποσοστό αποβολών αγγίζει το 43% σε μαύρες γυναίκες για διάφορους λόγους. «Γνωρίζουμε ότι οι μαύρες γυναίκες είναι πιο επιρρεπείς στον διαβήτη και την υπέρταση» αναφέρει ο Κουένμπι, προσθέτοντας στη γενετική προδιάθεση και κοινωνικούς παράγοντες όπως η δυσκολότερη πρόσβαση στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης τόσο στη Μεγάλη Βρετανία αλλά κυρίως στις ΗΠΑ. Εκεί έρευνες δείχνουν ότι Αφροαμερικάνες δεν λαμβάνουν συχνά καν το ίδιο επίπεδο περίθαλψης και πρόληψης γυναικολογικών ζητημάτων σε σχέση με λευκές γυναίκες.

Συμβουλευτική προσέγγιση από την πρώτη αποβολή

Εντούτοις, ακόμη και προ πανδημίας, το ζήτημα της πρώτης αποβολής δεν είχε απασχολήσει έντονα την επιστημονική κοινότητα. «Έρευνες πάνω στο ζήτημα των αποβολών δεν προσελκύουν υψηλά ποσοστά χρηματοδότησης» αναφέρει ο μαιευτήρας-γυναικολόγος Κουένμπι μιλώντας στην DW. O ίδιος εκτιμά ότι η έρευνα στο θέμα αυτό πρέπει να προχωρήσει, ώστε να βρεθούν καλύτεροι τρόποι για να βοηθηθούν οι γυναίκες που βιώνουν μια αποβολή. Θεωρεί μάλιστα ότι η αποβολή είναι ένα σοβαρό ιατρικό ζήτημα και ότι υπάρχει ακόμη ευρύ πεδίο έρευνας.

Οι δύο ερευνητές μελέτησαν ιατρικές εκθέσεις για αποβολές σε ένα δείγμα 500.000 γυναικών από διάφορες χώρες, τη Δανία, τη Σουηδία, τη Φιλανδία και τη Νορβηγία. Σύμφωνα με τον Κουένμπι μια αποβολή μπορεί να έχει πέρα από ψυχολογικές συνέπειες και μακροχρόνιες σωματικές συνέπειες. «Εάν μια γυναίκα είχε επανειλημμένες αποβολές, είναι πιθανό να έχει επιπλοκές και σε μελλοντικές εγκυμοσύνες. Διατρέχετε επίσης αυξημένο κίνδυνο καρδιακής νόσου, εγκεφαλικού και θρόμβωσης» εξηγεί ο μαιευτήρας.

Όπως σημειώνει, πολλοί μαιευτήρες-γυναικολόγοι αρχίζουν να εξετάζουν σοβαρά το θέμα των αποβολών και να παραπέμπουν σε περαιτέρω διερεύνηση από την τρίτη αποβολή και μετά. «Αυτό πρέπει να αλλάξει. Στο ιατρικό επάγγελμα επικρατεί η τάση ότι μια γυναίκα πρέπει να απευθυνθεί σε ειδικό μετά από τρεις αποβολές», λέει χαρακτηριστικά. Αντ’ αυτού ο ίδιος υποστηρίζει μια κλιμακωτή αντιμετώπιση ανάλογα με τον αριθμό των αποβολών, ξεκινώντας με συμβουλευτική προσέγγιση προς τις μέλλουσες μητέρες που έχουν αποβάλει ήδη μια φορά π.χ. να διακόψουν το κάπνισμα και το αλκοόλ, να διατηρούν σταθερό βάρος και να έχουν υπό έλεγχο τυχόν άλλες ασθένειες.

Αποβολή και μετατραυματικό σύνδρομο

Ένα κρίσιμο κομμάτι στην αντιμετώπιση μιας αποβολής είναι η ψυχολογική υποστήριξη. Όπως σημειώνει ο Κουένμπι, αυτό που βλέπει κανείς σε μια κλινική αποβολών είναι η «βαθιά θλίψη», η οποία μπορεί να μετατραπεί σε άγχος, κατάθλιψη, ακόμη και μετατραυματικό σοκ, το οποίο μπορεί να εμφανιστεί ακόμη και εννέα μήνες μετά την αποβολή.

«Το ότι μια γυναίκα ήταν έγκυος μόνο για έναν ή δύο μήνες δεν σημαίνει ότι σε αυτούς τους δύο μήνες, δεν ονειρεύτηκε το μωρό της. Με την αποβολή χάνει τις ελπίδες και τα όνειρα για το μέλλον» αναφέρει ο βρετανός μαιευτήρας. Όπως λέει χαρακτηριστικά, έχει δει σχέσεις να διαλύονται επειδή οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να μιλήσουν για αυτό που τους συνέβη. Μάλιστα η πανδημία επιδείνωσε την αντιμετώπιση μιας αποβολής. Σε πολλές κλινικές επί μήνες απαγορευόταν για λόγους προστασίας από τον κορονοϊό να βρίσκονται μαζί και οι δύο σύζυγοι/σύντροφοι. «Η αποβολή είναι κάτι που επηρεάζει το ζευγάρι. Αν εστιάζουμε μόνο στη γυναίκα, τότε χάνουμε το άλλο μισό. Αυτό μπορεί να αποβεί καταστροφικό. Δεν είχα εκτιμήσει πόσο σημαντική είναι η παρουσία και των δύο σε αυτές τις στιγμές» αναφέρει τέλος ο βρετανός μαιευτήρας.

Πηγή: DW

© 2014-2024 Onmed.gr - All rights reserved