Μπασκόζος: Η έρευνα & η παραγωγή των εμβολίων να εναρμονιστεί με τις ανάγκες της κοινωνίας
Στο έργο που έχει επιτελεστεί από το υπουργείο Υγείας αναφορικά με τον εμβολιασμό προσφύγων-μεταναστών και τη σημασία που έχει η δράση αυτή για τη δημόσια υγεία, αλλά και στις προκλήσεις που παρουσιάζει ο εμβολιασμός, αναφέρθηκε ο Γενικός Γραμματέας Δημόσιας Υγείας, Γιάννης Μπασκόζος, ο οποίος συμμετέχει στις εργασίες της 70ης Παγκόσμιας Συνέλευσης του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας που πραγματοποιείται στην έδρα του Οργανισμού στη Γενεύη (22-31.05.2017).
Ο κ. Μπασκόζος αναφέρθηκε στις προκλήσεις που υπάρχουν σήμερα όσον αφορά την προμήθεια και τη διανομή εμβολίων, ενώ την ίδια ώρα έχουν παρατηρηθεί ελλείψεις για σημαντικά εμβόλια σε διεθνές επίπεδο, όπως είπε, όπως αυτό του κοκκύτη και της αδρανοποιημένης πολιομυελίτιδας. Επίσης, όπως ανέφερε, η έρευνα και η επαρκής παραγωγή καθώς και το κόστος των εμβολίων πρέπει να ευθυγραμμιστούν περαιτέρω με τις ανάγκες των κοινωνιών, ιδίως των φτωχότερων και των πιο ευάλωτων ατόμων.
Εν τω μεταξύ, κατά την πρώτη μέρα των εργασιών της Συνέλευσης, ο ΓΓ εκλέχθηκε από τα κράτη-μέλη σε θέση αξιωματούχου (Raporteur) της Επιτροπής Α.
Στο περιθώριο των εργασιών, πραγματοποιήθηκε στρογγυλό τραπέζι (Technical Βriefing) υψηλού επιπέδου με κεντρικό θέμα την ανοσοποίηση και τίτλο «Reaching everyone, everywhere with life-saving vaccines», στο οποίο συμμετείχε ο κος Μπασκόζος με παρέμβασή του.
Στο στρογγυλό τραπέζι συμμετείχαν η Γενική Διευθύντρια του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (Π.Ο.Υ.), Dr. Margaret Chan, η Περιφερειακή Διευθύντρια του Παναμερικανικού Γραφείου Π.Ο.Υ., Dr. Carissa F. Etienne, η Αναπληρωτής Γενική Διευθύντρια του Οργανισμού, Dr. Flavia Bustreo, εκπρόσωπος της Gavi the Vaccine Alliance, o Υπουργός Υγείας της Αγκόλας, καθώς και εκπρόσωποι των Υπουργείων Υγείας της Ινδίας, της Υεμένης και της Δανίας.
Στη διάρκεια της ομιλίας του, ο κ. Μπασκόζος τόνισε την ανάγκη των χωρών που υφίστανται το βάρος περίθαλψης επιπλέον πληθυσμών, για εύκολη πρόσβαση και επαρκή ποσότητα εμβολίων αλλά και σε προσιτή τιμή. Για τον λόγο αυτόν, τόνισε, «οι απαιτήσεις των εταιρειών παραγωγής θα πρέπει να υποταχτούν στις ανάγκες των κοινωνιών», ενώ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα θέματα προμήθειας και διάθεσης εμβολίων αποτελούν κεντρικό θέμα διεθνούς συνεργασίας. Εξήρε τη σημασία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τον σκοπό αυτόν και τόνισε τη σημασία του Ευρωπαϊκού Σχεδίου Δράσης 2015-2020 ως βασικό εργαλείο για την ενίσχυση των συστημάτων δημόσιας υγείας των χωρών της Ευρώπης.
Συνόψισε στο τέλος της ομιλίας του τα βασικά σημεία στα οποία η χώρα μας έχει να επιδείξει αξιοσημείωτη πρόοδο, και κατάθεσε τις προτεραιότητες του Υπουργείου στο θέμα της ανοσοποίησης. Τα βασικά σημεία της παρέμβασης έχουν ως εξής:
«Τα εμβόλια που περιλαμβάνονται στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμού παρέχονται δωρεάν σε όλους τους πολίτες ανεξάρτητα από το οικονομικό, κοινωνικό, επαγγελματικό και ασφαλιστικό τους καθεστώς».
Προκλήσεις στην προμήθεια και διανομή εμβολίων
«Στην Ελλάδα, η εμβολιαστική κάλυψη του γενικού πληθυσμού έχει αποδειχθεί ότι είναι υψηλή για τα περισσότερα είδη εμβολίων. Η χώρα μας είναι ελεύθερη από ερυθρά και ιλαρά εδώ και 36 μήνες, ενώ έχει ανακηρυχθεί ελεύθερη πολιομυελίτιδας από το 2002. Παρ' όλα αυτά, υπάρχουν συγκεκριμένες προκλήσεις όσον αφορά ορισμένες πληθυσμιακές ομάδες και ορισμένα εμβόλια. Ο εμβολιασμός δεν είναι ο βέλτιστος για ορισμένες κατηγορίες εμβολίων και δόσεις (π.χ. 2η δόση MMR) αλλά και για ορισμένες ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες, ενώ η ανοσοποίηση των εφήβων και ενηλίκων (π.χ. εμβόλιο κατά της γρίπης) είναι μια πρόκληση στην οποία οφείλουμε να ανταποκριθούμε.
Επιπλέον, υπάρχουν προκλήσεις όσον αφορά την προμήθεια και τη διανομή εμβολίων. Έχουν παρατηρηθεί ελλείψεις για σημαντικά εμβόλια σε διεθνές επίπεδο, συμπεριλαμβανομένων αυτών του κοκκύτη και της αδρανοποιημένης πολιομυελίτιδας. Το γεγονός αυτό έχει μεγάλη σημασία για μια χώρα που αντιμετωπίζει καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, όπως η Ελλάδα, αναφορικά με την εμβολιαστική κάλυψη των προσφύγων και των μεταναστών. Αυτές οι προκλήσεις πρέπει να αντιμετωπιστούν σε συνδυασμό με την εκπόνηση και την εφαρμογή στο εθνικό πλαίσιο του ευρωπαϊκού σχεδίου δράσης του Π.Ο.Υ. 2015-2020. Επιπλέον, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι τα εμβόλια IPV πρέπει να παρέχονται κατά προτεραιότητα σε χώρες που φέρουν το βάρος της φροντίδας προσφύγων και μεταναστών».
Η έρευνα των εμβολίων και οι ανάγκες της κοινωνίας
«Επίσης, η έρευνα και η επαρκής παραγωγή καθώς και το κόστος των εμβολίων πρέπει να ευθυγραμμιστούν περαιτέρω με τις ανάγκες των κοινωνιών, ιδίως των φτωχότερων και των πιο ευάλωτων, σε σχέση με τα συμφέροντα των εταιρειών παραγωγής, τα οποία θα πρέπει να προσαρμοστούν στις ανάγκες των κοινωνιών.
Σχετικά με την εμβολιαστική κάλυψη προσφύγων και μεταναστών, το πρόγραμμα εμβολιασμού που εφαρμόστηκε περιλάμβανε εμβολιασμό κατά δέκα παιδικών ασθενειών. Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκέντρωσε η Ομάδα Εργασίας του Υπουργείου Υγείας για τον συντονισμό του εμβολιασμού των προσφύγων-μεταναστών, πραγματοποιήθηκαν περισσότερα από 30.000 εμβολιασμοί σε όλη τη χώρα. Η εκτιμώμενη κάλυψη εμβολιασμού (με την πρώτη δόση εμβολίου) των παιδιών (αναλογικά με την κατάλληλη ηλικία εμβολιασμού) είναι: 83% για την ιλαρά-παρωτίτιδα, 82% για την πολιομυελίτιδα-τέτανο, 75% για τον Haemophilus influenzae τύπου b (Hib) και 79% για την ηπατίτιδα Β. Για την πολιομυελίτιδα, ο αριθμός των εμβολιασμένων παιδιών κατά τη διάρκεια του πρώτου εμβολιασμού (Ιούνιος 2016-Ιανουάριος 2017) είναι πάνω από 6.000 παιδιά, γεγονός που δίνει ένα συνολικό ποσοστό κάλυψης γενικού πληθυσμού των παιδιών περίπου 83%».
Προσοχή στην ανεπαρκή πληροφόρηση
«Σε αυτό το ποσοστό πρέπει να προστεθούν και οι εμβολιασμοί που έχουν γίνει στις χώρες προέλευσης και διέλευσης.
Τέλος, αν και ο εμβολιασμός έχει γίνει όλο και πιο ασφαλής και αποτελεσματικός, μία από τις σημαντικότερες προκλήσεις σήμερα είναι η αντίθεση του πληθυσμού ενάντια στην ανοσοποίηση. Τα προγράμματα ανοσοποίησης απειλούνται από ανεπαρκή πληροφόρηση, από αδικαιολόγητες φήμες για ανεπιθύμητες ενέργειες ή από ομάδες που για πολλούς λόγους αντιτίθενται στον εμβολιασμό. Η ανακοίνωση των σωστών επιστημονικών δεδομένων είναι επομένως σημαντική για να μπορέσουν οι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής και το κοινό να κάνουν μια ενημερωμένη επιλογή».