ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Ομοιόσταση και προσαρμογές: Τι τελικά συντελεί στο να αλλάξουμε συνήθειες;

Όλοι οι οργανισμοί διαμορφώνονται από πολύπλοκα χημικά συστήματα που προσαρμόζονται και αλληλοεπιδρούν ώστε να λειτουργεί, να προσαρμόζεται και τελικά να επιβιώνει ο οργανισμός σε διαφορετικές συνθήκες (βιωσιμότητα).

Προσαρμογή ονομάζεται κάθε διαδικασία ή συμπεριφορά, δομική, λειτουργική και ανατομική, που επιτελεί ο οργανισμός για να εξασφαλίσει την επιβίωσή του. Η εξελικτική αναπτυξιακή βιολογία μελετά όλες αυτές τις διαδικασίες ανάπτυξης και το πώς τελικά ένας οργανισμός διαμορφώνεται μορφολογικά και λειτουργικά.

Παράλληλα, επιτελείται μία ακόμη διαδικασία, αυτή της ομοιόστασης. Ομοιόσταση είναι η ικανότητα του οργανισμού να διατηρεί σχετικά σταθερές τις συνθήκες στο εσωτερικό του, ανεξάρτητα από τις συνθήκες του εξωτερικού περιβάλλοντος στο οποίο ζει. Η ικανότητα αυτή επιτυγχάνεται με διάφορους ομοιοστατικούς μηχανισμούς, οι οποίοι, ενορχηστρώνοντας τις λειτουργίες διάφορων οργάνων, ρυθμίζουν: Tη θερμοκρασία του σώματος, την οξύτητα (pH) του αίματος, τη συγκέντρωση της γλυκόζης και των αλάτων του αίματος.

Οι μηχανισμοί θερμορύθμισης συντονίζονται στον υποθάλαμο του εγκεφάλου.

Αυτές είναι:

H εφίδρωση, όταν η εξωτερική θερμοκρασία είναι υψηλή, ο οργανισμός παράγει ιδρώτα, ο οποίος εξατμίζεται ώστε να διατηρήσει τη θερμοκρασία του σώματος. Ανάλογος μηχανισμός θερμορύθμισης δρα και σε χαμηλές θερμοκρασίες. Έτσι, τα αιμοφόρα αγγεία που βρίσκονται στο δέρμα συστέλλονται, ώστε να ελαχιστοποιηθεί η απώλεια θερμότητας από το αίμα που κυλάει μέσα σε αυτά. Στα εξωτερικά, όμως, όργανα που βρίσκονται εκτεθειμένα στο κρύο, όπως είναι η μύτη, τα μάγουλα και τα αυτιά, η κυκλοφορία του αίματος αυξάνεται επιτυγχάνοντας περαιτέρω αιμάτωση άρα και μείωση του δυσάρεστου συναισθήματος που προκαλεί το κρύο. Αυτός είναι και ο λόγος που αυτά τα σημεία τείνουν να κοκκινίζουν στο κρύο.

Άλλος μηχανισμός αντιμετώπισης του κρύου είναι η κίνηση. Όταν το σώμα δεν κινείται αυτοβούλως, ο οργανισμός κινεί τους μύες που βρίσκονται περιμετρικά και προστατεύουν σημαντικά όργανα, προκαλώντας το χαρακτηριστικό μη ελέγξιμο τρέμουλο. Έτσι αυξάνεται έως και πέντε φορές παραπάνω η παραγωγή θερμότητας.

Συνδυάζοντας όσα αναφέραμε παραπάνω για την προσαρμογή με τους μηχανισμούς ομοιόστασης, διαπιστώνουμε γιατί ένας άλλος ρυθμιστικός μηχανισμός στο κρύο, αυτός της ανατριχίλας, έχει αδρανήσει αρκετά στον σύγχρονο άνθρωπο σε σχέση με παλαιότερα. Η περιορισμένη, πλέον, τριχοφυΐα των ανθρώπων σε συνδυασμό με τον σύγχρονο ρουχισμό, έχουν περιορίσει τον μηχανισμό, αποδεικνύοντας πόσο καλά προσαρμόζεται ο ανθρώπινος οργανισμός στις επικρατούσες συνθήκες αποβάλλοντας οτιδήποτε άχρηστο και διατηρώντας μόνο ό,τι επιτελεί ουσιαστικό ρόλο.

Οι δύο αυτοί μηχανισμοί, ομοιόστασης και προσαρμογών, δρουν επικουρικά ή ανταγωνιστικά σε πληθώρα άλλων λειτουργειών. Έτσι, κάθε φορά που ένα ερέθισμα τείνει να αλλάξει την ομοιόσταση του οργανισμού, συντελείται μία σειρά λειτουργειών ώστε να επιτευχθεί η αντίστοιχη προσαρμογή. Τέτοιες είναι οι προσαρμογές σε αθλητικές προπονήσεις, η αντοχή στον πόνο, η γεύση (γλυκό- αλμυρό) ακόμη και η ανταπόκριση του οργανισμού σε φάρμακα.

Συγκεκριμένα, όταν κάποιος πραγματοποιεί σωματική άσκηση, διαταράσσεται η ομοιόσταση του οργανισμού, προκαλώντας στρες. Συνεχίζοντας την άσκηση, ο οργανισμός θα αναγκαστεί να προσαρμοστεί αναλόγως. Τα μιτοχόνδρια, τα κύτταρα δηλαδή που είναι υπεύθυνα για την παραγωγή ενέργειας, θα αυξηθούν σε αριθμό και σε μέγεθος για να καλύψουν την αυξημένη ζήτηση για ενέργεια. Αυτό εξηγεί γιατί περίπου τέσσερις εβδομάδες μετά την έναρξη συστηματικής άσκησης (ανάλογα τον οργανισμό) αρχίζει να παρατηρείται το αίσθημα καθημερινής ευεξίας και αυξημένης ενέργειας.

Αντίστοιχα, ο εγκέφαλος έχει τη δυνατότητα να προσαρμόζεται στα συναισθήματα που δέχεται. Ο πόνος είναι ένα από αυτά. Όταν κάποιος πονάει πολύ, αυτόματα ταράσσεται εσωτερικά η ισορροπία του οργανισμού σε σχέση με το εξωτερικό περιβάλλον. Η συστηματική όμως λήψη παυσίπονων για την καταπολέμηση του πόνου, δημιουργεί προσαρμογές στις ουσίες αυτές και τελικά μειώνει τη δράση των αναλγητικών.

Επίσης, σε περιπτώσεις που κάποιος πονάει παράλληλα σε δύο διαφορετικά σημεία, ο εγκέφαλος τείνει να «επικεντρώνεται» στο σημείο με τον πιο έντονο πόνο. Ενώ, όταν κάποιος πάσχει από χρόνιους πόνους, ακόμη και αν υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση, η οποία θα συμβάλλει στην παύση του πόνου, συχνά παρατηρούνται φαινόμενα όπου ο ασθενής δηλώνει ότι αισθάνεται τον ίδιο περίπου πόνο μετά την επέμβαση. Αυτό συμβαίνει διότι η συνήθεια του συγκεκριμένου πόνου έχει εντυπωθεί στον εγκέφαλό του και αυτός με τη σειρά του χρειάζεται ένα εύλογο χρονικό διάστημα για να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα.

Τέλος, η αίσθηση της γεύσης τείνει επίσης να «εκφράζει» τη συνήθεια που έχει δημιουργηθεί με βάση τις επιλογές του οργανισμού. Κάποιος ο οποίος συστηματικά πίνει τον καφέ του δίχως ζάχαρη, δεν θα παραπονεθεί ποτέ ότι έχει άσχημη γεύση, αντίθετα κάποιος που έχει συνηθίσει να καταναλώνει ζάχαρη με τον καφέ, αδυνατεί να τον πιεί χωρίς ζάχαρη. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει με την ποσότητα αλατιού στο φαγητό και την ανάγκη για επιδόρπιο μετά το γεύμα. Είναι όλα προσαρμογές, οι οποίες όμως μπορούν εύκολα να τροποποιηθούν αρκεί να δοθεί ένα περιθώριο περίπου ενός μηνός στον οργανισμό.

Το βιολογικό ρολόι επίσης προσαρμόζεται με την ίδια μέθοδο. Γενικά κάθε αλλαγή που κάνει το σώμα, είναι μια προσπάθεια να το καταστήσει λειτουργικό και αποτελεσματικό. Ο τρόπος με τον οποίο αφομοιώνει ο καθένας τις αλλαγές αυτές και πόσο συχνά το κάνει, θα επηρεάσει αυτές τις προσαρμογές και θα καθορίσει πόσο καιρό χρειάζονται.

Δεν πρέπει λοιπόν να απογοητευόμαστε όταν προσπαθούμε να βελτιώσουμε μια κακή συνήθεια. Χρειάζεται απλά υπομονή και επιμονή! Οι προσαρμογές είναι δεδομένες!

© 2014-2024 Onmed.gr - All rights reserved