Καλύτερη διείσδυση των αντικαρκινικών φαρμάκων στον εγκέφαλο υπόσχεται μέθοδος εστιασμένου υπερήχου
Μια νέα μέθοδο που χρησιμοποιεί εστιασμένους υπερήχους για να αυξήσει τη διείσδυση των αντικαρκινικών φαρμάκων στις μεταστάσεις που υπάρχουν στον εγκέφαλο ανέπτυξε επιστημονική ομάδα στις ΗΠΑ με επικεφαλής δύο Έλληνες ερευνητές.
Η μέθοδος του εστιασμένου υπερήχου, που δοκιμάστηκε ήδη με επιτυχία σε πειραματόζωα και βρίσκεται στο πρώτο στάδιο των κλινικών μελετών, διαπερνά τις «ασπίδες» άμυνας του εγκεφάλου, οι οποίες εμποδίζουν πολλά φάρμακα να φτάσουν στα καρκινικά κύτταρα και να εξολοθρεύσουν τους κακοήθεις όγκους.
Είναι η πρώτη φορά που αναλύονται οι μηχανισμοί πίσω από τη χρήση των εστιασμένων υπέρηχων. Η θεραπεία είναι ελάχιστα επεμβατική, εστιάζοντας πολλαπλές δέσμες ενέργειας υπερήχων στο ακριβές σημείο όπου βρίσκεται ο όγκος.
Μικροφυσαλίδες λιπιδίων, οι οποίες χορηγούνται ενδοφλεβίως στην κυκλοφορία του αίματος, δονούνται ανταποκρινόμενες στους υπερήχους, «παραβιάζοντας» έτσι προσωρινά τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό στην περιοχή στόχευσης. Με αυτόν τον τρόπο, δημιουργείται ένα άνοιγμα στα αγγεία, το οποίο μπορούν να διαπεράσουν τα φάρμακα.
Ο Κώστας Αρβανίτης, επίκουρος καθηγητής στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Τζόρτζια (Georgia Tech) και ο Βασίλης Ασκοξυλάκης από το Γενικό Νοσοκομείο της Μασαχουσέτης και την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS-Proceedings of the National Academy of Sciences).
Η ερευνητική ομάδα μελέτησε τη νέα μέθοδο σε ποντίκια με εγκεφαλικές μεταστάσεις HER2 θετικού καρκίνου του μαστού. Στα εργαστηριακά πειράματα, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι επιτεύχθηκε σημαντικά βελτιωμένη χορήγηση και διείσδυση στις εγκεφαλικές μεταστάσεις δύο αντικαρκινικών θεραπειών, του χημειοθεραπευτικού φαρμάκου δοξορουβικίνη και ενός προϊόντος σύζευξης αντισώματος-φαρμάκου (τραστουζουμάμπη-DM1, T-DM1).
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν εξελιγμένα μικροσκόπια για να καθορίσουν τις μεταβολές στις ιδιότητες μεταφοράς των φαρμάκων σε κυτταρικό επίπεδο και σε επίπεδο ιστού. Χρησιμοποίησαν επίσης μαθηματικά μοντέλα για να προσδιορίσουν τις παραμέτρους που επηρεάζουν τη χορήγηση και τη μεταφορά των φαρμάκων στους εγκεφαλικούς όγκους.
«Ο αιματοεγκεφαλικός φραγμός αποτελεί πρόκληση για τη θεραπεία των κακοηθειών του εγκεφάλου, καθώς μπορεί να εμποδίσει τη χορήγηση των φαρμάκων» σύμφωνα με τον Κ. Αρβανίτη.
«Ακόμη κι αν ένα φάρμακο φτάσει στην κυκλοφορία του εγκεφάλου, τα αφύσικα αιμοφόρα αγγεία μέσα και γύρω από τους όγκους οδηγούν σε ανομοιόμορφη χορήγηση του φαρμάκου, με χαμηλές συγκεντρώσεις σε μερικές περιοχές του όγκου. Αν ένα φάρμακο τα καταφέρει να φτάσει σε μια περιοχή του όγκου και να διασχίσει το τείχος των αφύσικων αιμοφόρων αγγείων, συναντά πυκνό ιστό μέσα στον όγκο, ο οποίος μπορεί να μπλοκάρει την πρόσβαση στα κακοήθη κύτταρα. Αναζητήσαμε μια νέα μεθοδολογία που μπορεί να βελτιώσει τη χορήγηση και την αποτελεσματικότητα των φαρμάκων σε όλο τον εγκεφαλικό όγκο».
«Εξηγώντας τους μηχανισμούς μεταφοράς των φαρμάκων και προσδιορίζοντας τη δυνατότητα των συνδυασμών του εστιασμένου υπερήχου με τα διαφορετικά αντικαρκινικά φάρμακα, ελπίζουμε πως τα ευρήματά της έρευνάς μας θα συμβάλουν στην καλύτερη δυνατή κλινική χρήση της τεχνολογίας του εστιασμένου υπερήχου για τη θεραπεία των πρωτογενών και των μεταστατικών όγκων του εγκεφάλου» δήλωσε ο Β. Ασκοξυλάκης.
(Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ)