Πάνω από 30 «ενεργές» ΤΟΜΥ μέχρι το τέλος Ιουνίου σε Πελοπόννησο, Δυτ. Ελλάδα, Ήπειρο και Ιόνιο
Περισσότερες από 30 τοπικές ομάδες υγείας αναμένεται να λειτουργούν μέχρι το τέλος Ιουνίου στην 6η υγειονομική περιφέρεια, όπως αναφέρει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο υποδιοικητής της περιφέρειας, Δημήτρης Κωστακιώτης.
Στην 6η Υ.ΠΕ., η οποία καλύπτει όλες τις περιοχές της Πελοποννήσου, της Δυτικής Ελλάδας, της Ηπείρου και των Ιονίων Νησιών, λειτουργούν ήδη, σύμφωνα με τον Δημήτρη Κωστακιώτη, «23 τοπικές ομάδες υγείας, με προοπτική έως το τέλος του μήνα να έχουμε ξεπεράσει τις 30».
Κάνοντας έναν πρώτο απολογισμό για τη λειτουργία των μονάδων, ο υποδιοικητής αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «οι ομάδες αυτές λειτουργούν με πάρα πολύ κέφι» και προσθέτει: «Το σύνολο του προσωπικού που τις απαρτίζει είναι νέοι άνθρωποι με υψηλά προσόντα, δηλαδή με πολύ καλά βιογραφικά και με όρεξη για δουλειά».
Όσον αφορά στην ανταπόκριση του κόσμου, σημειώνει ότι «υπάρχει μια πολύ καλή ανταπόκριση όταν ενημερώνεται για το τι γίνεται και τι μπορεί να τους προσφέρει μια τέτοια ομάδα και μονάδα υγείας».
Μάλιστα, φέρνει το παράδειγμα της μονάδας του Ναυπλίου, λέγοντας ότι «κατά τη διάρκεια του τελευταίου τριμήνου που λειτουργεί αυτή η μονάδα, ο παθολόγος που έχει διοριστεί έχει ήδη εγγράψει 1.450 άτομα, τα οποία τον έχουν επιλέξει ως οικογενειακό γιατρό».
Τα πρώτα βήματα για τη λειτουργία των τοπικών ομάδων υγείας έγιναν από την Πάτρα και τα Ιωάννινα.
Όπως λέει ο Δημήτρης Κωστακιώτης, «η περιοχή των Ιωαννίνων είναι μια περιοχή όπου υπήρξε μια πολύ καλή ανταπόκριση από πλευράς ιατρικού προσωπικού, με βάση τον αρχικό σχεδιασμό των έξι δομών, ώστε να προχωρήσουμε πιο γρήγορα και με πιο πλήρη σύνθεση».
Επίσης, προσθέτει ότι «στην πόλη των Ιωαννίνων έχει γίνει μια πάρα πολύ καλή δουλειά, όπου αυτή τη στιγμή έχουμε τη λειτουργία τεσσάρων ομάδων, οι οποίες στεγάζονται σε πάρα πολύ καλούς χώρους είναι πλήρως αναπτυγμένες και διαθέτουν τον απαραίτητο ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό. Το επόμενο χρονικό διάστημα, συνεχίζει, «περιμένουμε να ετοιμαστούν άλλοι δύο χώροι, ώστε να δημιουργήσουμε άλλες δύο ομάδες και να αρχίσουν να λειτουργούν».
Στην Πάτρα, σύμφωνα με τον υποδιοικητή, «δημιουργήθηκε μια πάρα πολύ καλή μονάδα στο κτίριο που ενοικιάστηκε από τον ΕΦΚΑ, αλλά, όπως πρόσθεσε, «έχουμε να αντιμετωπίσουμε μια αντίδραση από μέρος ενοίκων της πολυκατοικίας που στεγάζεται η μονάδα, οι οποίοι παρ’ ότι έχουν ενημερωθεί για τα πλεονεκτήματα λόγω της λειτουργίας μιας τέτοιας οργανωμένης μονάδας, θεωρούν ότι δεν θα έπρεπε να υπάρχει μια τέτοια δομή, γι’ αυτό και έχουν προσφύγει στη δικαιοσύνη».
Όπως εκτιμά, «οι ένοικοι δεν έχουν καταλάβει ακριβώς το νόημα αυτής της δημόσιας δομής, που έχει γίνει με πολύ σωστές προδιαγραφές, με σεβασμό στις ανάγκες των ευαίσθητων ομάδων και των ΑΜΕΑ με ευκολία πρόσβασης».
Για τις υπόλοιπες δομές της Πάτρας, συνεχίζει, «έχουμε μεγάλες δυσκολίες με τους χώρους, γι’ αυτό έχουμε μείνει πίσω στη μεταφορά του εξοπλισμού, ώστε να λειτουργούν πλήρως οι μονάδες».
Σχετικά με τις άλλες περιοχές, ο Δημήτρης Κωστακιώτης λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «στο Ναύπλιο έχουμε μία πάρα πολύ καλή μονάδα, η οποία στεγάζεται στον χώρο του πρώην ΙΚΑ, που έχει αξιοποιηθεί πάρα πολύ καλά, και όταν συμπληρώσουμε και το ιατρικό προσωπικό, θα είναι μια πάρα πολύ καλή μονάδα».
Επίσης, σύμφωνα με τον υποδιοικητή, «έχει γίνει μια καλή αξιοποίηση δύο δομών στην Αιτωλοακαρνανία, μία στο Μεσολόγγι και μία στο Αγρίνιο, ενώ έχουμε και έναν αξιοπρεπή χώρο στον νομό της Άρτας».
Ακόμη, όπως αναφέρει, «έγινε μια πολύ καλή αξιοποίηση του παλαιού ΙΚΑ της Ηγουμενίτσας, που μετατράπηκε σε τοπική μονάδα υγείας, όπου μάλιστα στεγάστηκε και το κέντρο ψυχικής υγείας, που στεγαζόταν μέχρι πρότινος σε χώρο με ενοίκιο».
Στην Κόρινθο, συνεχίζει, «έχουμε αξιοποιήσει το κτίριο που στέγαζε το ΙΚΑ, το οποίο είναι αξιοπρεπές, αλλά πρέπει να βρούμε και δεύτερο χώρο, αφού έχουμε δημιουργήσει και δεύτερη τοπική ομάδα υγείας».
Στην Πρέβεζα, στη Ζάκυνθο και στην Κέρκυρα, σύμφωνα με τον Δημήτρη Κωστακιώτη, «οι μονάδες θα αρχίσουν να λειτουργούν και να εξυπηρετούν τον κόσμο, αλλά υπάρχουν αντιρρήσεις και διαμαρτυρίες σχετικά με το στεγαστικό, καθώς και μικρή ανταπόκριση ιατρικού προσωπικού, ενώ στην Καλαμάτα έχουμε ήδη ανοίξει μία δομή».
Ωστόσο, ο Δημήτρης Κωστακιώτης αναγνωρίζει ότι υπάρχουν προβλήματα και δυσκολίες στις προσπάθειες που καταβάλλονται για την πλήρη λειτουργία των τοπικών ομάδων υγείας.
Ειδικότερα, όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, «προχωράμε με σχετικά δύσκολα βήματα, κυρίως λόγω της μη επαρκούς ανταπόκρισης των γενικών γιατρών και παθολόγων, όσον αφορά τη στελέχωση των μονάδων, και το αποτέλεσμα ήταν ότι δεν υπήρχε το απαραίτητο προσωπικό, προκειμένου να λειτουργήσουν όλες οι δομές με πλήρη σύνθεση από την αρχή».
Ταυτόχρονα, αναφέρει ότι «αν σε αυτό προστεθεί μια δυσκολία που υπήρχε όσον αφορά τη συνεργασία μας με δήμους σε διάφορες περιοχές για την εξεύρεση δωρεάν χώρων ή παραχωρήσεων από τον ΕΦΚΑ ή άλλους δημόσιους οργανισμούς, αυτό δημιούργησε την ανάγκη να προχωρήσουμε σε διαγωνισμούς για την ανεύρεση κτιρίων, ώστε να στεγάσουμε τις τοπικές μονάδες υγείας».
Όσον αφορά το ιατρικό προσωπικό, ο Δημήτρης Κωστακιώτης σημειώνει επίσης ότι «οι ομάδες υγείας έχουν ένα πραγματικό ζήτημα, το οποίο έχει να κάνει με το γεγονός ότι δεν έχουν πλήρη σύνθεση ιατρικού προσωπικού και ως εκ τούτου οι ανάγκες καλύπτονται, σε κάποιες περιπτώσεις, με μετακίνηση από άλλες δομές πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας που ήδη λειτουργούσαν, δηλαδή είτε από κάποια περιφερειακά κέντρα υγείας και περιφερειακά ιατρεία, είτε από γιατρούς που υπηρετούσαν σε κέντρα υγείας πόλεων, δηλαδή στο παλιό ΙΚΑ».
Μάλιστα, όπως σημειώνει, «υπάρχει συγκεκριμένη δυσκολία και το βλέπουμε αυτό όταν προκηρύσσονται σε κάποιες περιοχές μόνιμες θέσεις για γιατρούς και αυτές παραμένουν άγονες, διότι δεν υπάρχει ενδιαφέρον».
Αναφερόμενος στο οικονομικό ζήτημα, τονίζει ότι «παρ’ ότι τα χρήματα που παίρνουν οι γιατροί είναι με τις αποδοχές του επιμελητή Α΄ και με κάποια νομοθετική παρέμβαση το επόμενο χρονικό διάστημα θα είναι με τις αποδοχές του επιμελητή Α΄ και με χρονική προϋπηρεσία, έχουμε να αντιμετωπίσουμε ένα πολύ δύσκολο ανταγωνιστικό περιβάλλον».
Χαρακτηριστικές περιπτώσεις, λέει, «είναι οι αντίστοιχες προσφορές για τον παθολόγο-οικογενειακό γιατρό από χώρες του εξωτερικού, που είναι υψηλότερες, τη στιγμή που στην Ελλάδα οι αποδοχές είναι περίπου 1.700 ευρώ καθαρά, παρά το δύσκολο ανταγωνιστικό περιβάλλον».
Πάντως, όπως προσθέτει, «πολλά θα εξαρτηθούν από την προκήρυξη που θα βγει αυτόν τον μήνα, ώστε να δούμε πόσοι γιατροί θα συμμετάσχουν».
Όσον αφορά στις αγροτικές περιοχές, ο Δημήτρης Κωστακιώτης λέει ότι «εκεί υπάρχουν οι γενικοί ιατροί, που μπορούν να αναλάβουν τον τοπικό πληθυσμό, ως οικογενειακοί γιατροί», φέρνοντας ως παράδειγμα την περιοχή της Κάτω Αχαΐας, στην οποία, όπως σημειώνει, «υπάρχουν αρκετοί γενικοί ιατροί και, ως εκ τούτου, μπορεί να γίνει ένας λογικός καταμερισμός με βάση την αναλογία ένας ιατρός ανά 2.000 κατοίκους».
Επίσης, θέτει και το ζήτημα των ελευθεροεπαγγελματιών ιατρών, δηλαδή κατά πόσο θα ανταποκριθούν στη στήριξη του θεσμού του οικογενειακού ιατρού μέσω των συμβάσεων του ΕΟΠΥΥ.
Σχετικά με το ζήτημα του εξοπλισμού, αναφέρει ότι «στα κέντρα υγείας και στα περιφερειακά ιατρεία υπάρχει ήδη ο αναγκαίος εξοπλισμός, ενώ για κάποιες πόλεις το ζήτημα αυτό θα αντιμετωπιστεί με τις διαγωνιστικές διαδικασίες».
Καταλήγοντας, ο Δημήτρης Κωστακιώτης τονίζει ότι «το θετικό στην όλη διαδικασία είναι η στόχευση που γίνεται με αυτή την προσπάθεια, η οποία είναι απαραίτητη, ώστε να προχωρήσουμε στην επόμενη ημέρα για τη φροντίδα της υγείας στη χώρα μας».
Όπως προσθέτει, «το ΕΣΥ που δημιουργήθηκε πριν από 35 χρόνια δούλεψε πολύ καλά, δημιουργήθηκαν πολλά νοσοκομεία και υπήρξε μια σχετικά καλή κάλυψη σε επίπεδο πρωτοβάθμιας υγείας με τα κέντρα υγείας στις αγροτικές περιοχές».
Αυτό που έλειπε, συνεχίζει, «ήταν ένα συντονισμένο σχέδιο δράσης σε όλη τη χώρα για τα αστικά κέντρα και αυτό που υλοποιείται αυτή τη στιγμή είναι το πρώτο βήμα, δηλαδή η πρώτη επαφή που πρέπει να γίνεται από κάθε πολίτη με τον προσωπικό του γιατρό, ώστε για να γνωρίζει όλο το ιστορικό του και να μπορεί να τον παρακολουθεί για θέματα πρόληψης».
Άλλωστε, όπως τονίζει, «η δουλειά του οικογενειακού γιατρού, ο οποίος έχει την ανάλογη εκπαίδευση, είναι να παραπέμπει άμεσα τον ασθενή εκεί που χρειάζεται και με τον βαθμό που επείγοντος που μπορεί να υπάρχει».
Αυτό προσθέτει, «πρέπει να περάσει στη συνείδηση όλων μας, διότι αντιμετωπίζει ολιστικά την υγεία όλων, ενώ ταυτόχρονα γίνεται καλύτερα η κατανομή των πόρων που έχουμε στην διάθεσή μας για το δημόσιο σύστημα υγείας».
Διαβάστε επίσης:
Βαρδαρός: Οι ΤΟΜΥ κυβερνητική προτεραιότητα και παρέμβαση διεύρυνσης του Εθνικού Συστήματος Υγείας
Ξανθός από Ιωάννινα: Η ΠΦΥ θα αναδιοργανώσει συνολικά το σύστημα υγείας - Στοίχημα η εμπιστοσύνη