Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής: Οι συστάσεις της για τις αμβλώσεις - Ο ρόλος των γιατρών στο ΕΣΥ
Σε συστάσεις, αναφορικά με την τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης, όταν δεν υπάρχει κίνδυνος για τη ζωή ή την υγεία της γυναίκας, προχώρησε η Εθνική Επιτροπή Βιοθηκής.
Αφορμή για την έκδοση των συστάσεων, αποτέλεσε το ζήτημα που δημιουργήθηκε μετά από την ανακοίνωση των αναισθησιολόγων του δημόσιου νοσοκομείου της Σάμου, περί άρνησης συμμετοχής τους σε σχετικές ιατρικές πράξεις για λόγους συνείδησης, εφόσον δεν υπάρχει απειλή για τις εγκύους.
«Δικαίωμα οποιουδήποτε ιατρού αποτελεί η άρνηση τόσο της διενέργειας τεχνητής διακοπής της εγκυμοσύνης, όσο και της σύμπραξης με οποιονδήποτε τρόπο σε αυτήν, για συνειδησιακούς λόγους, αλλά αποτελεί και δικαίωμα κάθε γυναίκας να μπορεί να προχωρήσει σε διακοπή κύησης σε δημόσια νοσοκομεία» τονίζει η Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής.
Σύμφωνα με την Εθνική Επιτροπή Βιοθηκής , η τεχνητή διακοπή μιας εγκυμοσύνης, για οποιονδήποτε λόγο αποτελεί ιατρική πράξη, με την οποία αντιμετωπίζεται μια κρίσιμη σύγκρουση αξιών: αφ’ ενός της αξίας της ζωής του κυοφορουμένου και αφ’ ετέρου, της αυτονομίας της γυναίκας που κυοφορεί.
Επισημαίνει ωστόσο πως η Ελλάδα ανήκει στην ομάδα εκείνων των κρατών των οποίων η έννομη τάξη δεν δέχεται ως μόνο λόγο για την διακοπή της εγκυμοσύνης την προστασία της ζωής και τη υγείας της γυναίκας, αλλά προσθέτουν και άλλους λόγους, σημαντικότερος εκ των οποίων είναι «η αναγνώριση της απολύτως ελεύθερης επιλογής της γυναίκας να τεκνοποιήσει (επομένως και να διακόψει την εγκυμοσύνη) στο πρώιμο στάδιο της ανάπτυξης του εμβρύου, το οποίο συνήθως οριοθετείται στο πρώτο τρίμηνο από τη στιγμή της σύλληψης».
Συγκεκριμένα, με το άρθρο 304 του Ποινικού Κώδικα, η νομοθεσία της Ελλάδας δικαιολογεί την τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης: α) για την προστασία της ζωής ή της υγείας της εγκύου, χωρίς χρονικό περιορισμό, β) ως ελεύθερη επιλογή της εγκύου, μέχρι τη 12η εβδομάδα της εγκυμοσύνης, γ) για λόγους παθολογίας του εμβρύου, μέχρι την 24η εβδομάδα της εγκυμοσύνης και δ) για «κοινωνικούς» λόγους (σε περιπτώσεις αιμομιξίας ή βιασμού), μέχρι τη 19η εβδομάδα της εγκυμοσύνης.
Επισημαίνει επίσης, πως οι επιλογές του νόμου βασίζονται σε συγκεκριμένες ηθικές αξιολογήσεις, παράγοντας δικαιώματα και υποχρεώσεις που δεσμεύουν κάθε πολίτη, χωρίς πάντως να «καταργούν» τον ηθικό προβληματισμό. «Ο προβληματισμός αυτός παραμένει ελεύθερος, αφορά δε κυρίως τη συνείδηση του καθένα, που μπορεί και να διαφωνεί με τον νόμο. Στις δημοκρατικές κοινωνίες, η ελευθερία αυτή της συνείδησης δεν αποτελεί απλώς μια πρακτική δυνατότητα («η συνείδηση δεν φυλακίζεται»), αλλά κατοχυρώνεται επίσης ως θεμελιώδες δικαίωμα» αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Οι ελευθερίες της συνείδησης και της έκφρασης στο ελληνικό δίκαιο αναγνωρίζονται, στο επίπεδο του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ. Ωστόσο, στην ιατρική πρακτική, έχει κατοχυρωθεί νομικά το δικαίωμα συνειδησιακής αντίρρησης του γιατρού στη διενέργεια συγκεκριμένων πράξεων με ιδιαίτερη ηθική και θρησκευτική φόρτιση, όπως η τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης, η θεραπεία αντισύλληψης, η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή κ.λπ. (άρθ. 2 παρ. 5 του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας - ν. 3418/2005).
Με βάση αυτά λοιπόν, ένας γιατρός διατηρεί το δικαίωμα να αρνηθεί να διενεργήσει τεχνητή διακοπή μιας εγκυμοσύνης ή να συμπράξει σε αυτήν με οποιονδήποτε τρόπο, για συνειδησιακούς λόγους.
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αποτελεί δικαίωμα οποιουδήποτε ιατρού η άρνηση τόσο της διενέργειας τεχνητής διακοπής της εγκυμοσύνης, όσο και της σύμπραξης με οποιονδήποτε τρόπο σε αυτήν, για συνειδησιακούς λόγους» αναφέρει η Επιτροπή και θεωρεί ότι το δικαίωμα αυτό απολαμβάνουν όλοι οι ιατροί, ανεξάρτητα από τη μονάδα που παρέχουν τις υπηρεσίες τους (δημόσιο ή ιδιωτικό νοσοκομείο, κέντρο υγείας, ιδιωτικό ιατρείο κ.λπ.). Επί πλέον, η αντίρρηση συνείδησης, εν προκειμένω, δεν είναι απαραίτητο να τεκμηριώνεται ειδικά από τον ιατρό, καθώς αποτελεί κατ’ εξοχήν ζήτημα του forum internum της προσωπικότητας: αρκεί η επίκληση της αντίρρησης, για να ενεργοποιηθεί το δικαίωμα αποχής από τη συγκεκριμένη πράξη.
Η Επιτροπή όμως, επισημαίνει ότι η Πολιτεία είναι υποχρεωμένη να εξασφαλίσει με κάθε τρόπο τη διενέργεια της ιατρικής αυτής πράξης ανεξάρτητα των λόγων σύγκρουσης. «Η σύγκρουση καθίσταται πιο σημαντική, όταν η γυναίκα προσφεύγει σε δημόσιο νοσοκομείο για να ασκήσει το δικαίωμά της. Διότι, εξ ορισμού, από τη δημόσια παροχή φροντίδας υγείας δεν νοείται να εξαιρούνται νόμιμες ιατρικές πράξεις προς όλους τους πολίτες, εν όψει του κοινωνικού δικαιώματος της Υγείας (άρθ. 21 παρ. 3 Συντ.). Επομένως, η Πολιτεία πρέπει να εξασφαλίσει με αποτελεσματικό τρόπο τη διενέργεια κάθε νόμιμης ιατρικής πράξης, ανεξάρτητα μάλιστα από τους λόγους που αυτή εμποδίζεται (οικονομικούς, διοικητικούς ή ηθικούς)» επισημαίνεται.
Προτάσεις της Επιτροπής
Λύσεις ωστόσο υπάρχουν κατά την άποψη της Επιτροπής κατά θα μπορούσαν να είναι:
- Είτε η πρόβλεψη διενέργειας της πράξης από ιδιώτες ιατρούς, με επιβάρυνση της δημόσιας ασφάλισης.
- Είτε η πρόβλεψη μετάβασης ιατρού από άλλο δημόσιο νοσοκομείο για τη διενέργεια της πράξης στο νοσοκομείο του τόπου κατοικίας της ενδιαφερομένης.
- Είτε η διευκόλυνση μεταφοράς της τελευταίας σε άλλο δημόσιο νοσοκομείο για τη διενέργεια της ιατρικής πράξης, ιδίως όταν η περιοχή που κατοικεί η ενδιαφερόμενη είναι απομακρυσμένη.
Τέλος, η Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής, επισημαίνει την ανάγκη εκπόνησης από την Πολιτεία μιας ολοκληρωμένης πολιτικής σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης, ενημέρωσης για τις ασφαλείς μεθόδους αντισύλληψης και οικογενειακού προγραμματισμού, που θα εντάσσεται κατά πρώτο λόγο στη σχολική εκπαίδευση, χωρίς όμως να περιορίζεται σε αυτήν. Δηλαδή, να βασίζεται σε επιστημονικά δεδομένα καθώς και στον σεβασμό των αξιών μιας ελεύθερης κοινωνίας που είναι ασύμβατες με την ενοχοποίηση της σεξουαλικής ζωής και συναφείς αναχρονιστικές προκαταλήψεις.
Διαβάστε ακόμη:
2η ΥΠΕ: Θα διερευνήσει το θέμα των γιατρών της Σάμου, που αρνούνται αναισθησία για διακοπή κύησης
Αντισύλληψη στην εφηβεία: Τα ελληνόπουλα έχουν έλλειμμα σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης