Τα ακριβά σκευάσματα, η ελληνική φαρμακοβιομηχανία & το debate στο Ευρωκοινοβούλιο
Σε μία εποχή όπου όλη η συζήτηση γύρω από την υγειονομική και φαρμακευτική αγορά είναι επικεντρωμένη στο κόστος καθώς οι πόροι ολοένα και λιγοστεύουν, πραγματοποιήθηκε ένα ενδιαφέρον debate στο Ευρωπαικό Κοινοβούλιο γύρω από τα υπερκοστολογημένα φάρμακα των πολυεθνικών εταιρειών.
Ειδικότερα, οι νέες βελτιωμένες θεραπείες για την ηπατίτιδα C αποτέλεσαν την αφορμή για το debate στους κόλπους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου γύρω από την πρόσβαση στα λεγόμενα καινοτόμα φάρμακα και τις νέες ακριβές φαρμακευτικές θεραπείες.
Σε συζήτηση που έγινε στις 16 Σεπτεμβρίου, τέθηκε το φλέγον ζήτημα της θεραπευτικής καινοτομίας, το οποίο με τη σειρά του φέρνει στο προσκήνιο το καυτό θέμα του κόστους των φαρμάκων.
Μάλιστα έντονη είναι η συζήτηση που εξελίσσεται τους τελευταίους μήνες στην Ευρωπαϊκή Ένωση γύρω από την πρόσβαση σε νέες φαρμακευτικές θεραπείες, με το θέμα να εμφανίζεται όλο και πιο συχνά στα πρωτοσέλιδα πολλών εφημερίδων (στη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ισπανία κλπ).
Η ανακοίνωση της τιμής του «sofosbuvir», ενός φαρμάκου που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της ηπατίτιδας C, αποτέλεσε την αφορμή να τεθεί το ζήτημα της φαρμακευτικής καινοτομίας, σε συνδυασμό με το σχετιζόμενο με αυτήν κίνδυνο άνισης αντιμετώπισης των ασθενών, λόγω του υπερβολικού κόστους των λεγόμενων καινοτόμων φαρμάκων. Το sofosbuvir πωλείται από τη φαρμακευτική εταιρεία Gilead, η οποία στην Ευρωζώνη χρεώνει, κατά κανόνα, από 50.000 έως 60.000 ευρώ ανά ασθενή για θεραπευτική αγωγή διάρκειας 12 εβδομάδων.
Το «sofosbuvir» δεν αποτελεί δυστυχώς μεμονωμένη περίπτωση, καθώς η υψηλή τιμολόγηση τέτοιου είδους φαρμάκων δεν αποτελεί νέα τάση, αλλά σηματοδοτεί πλέον τον κανόνα στη θεραπεία κι άλλων σοβαρών ασθενειών. Παρόμοια είναι η κατάσταση όσον αφορά στο φάρμακο «Kadcyla», που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία του καρκίνου του μαστού και του «Nexavar», που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία του καρκίνου των νεφρών και του ήπατος. Η αντιμετώπιση του κόστους των νέων θεραπειών αξιολογήθηκε από την πλειονότητα των μελών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που μετείχαν στην σχετική συζήτηση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ως επείγουσα δράση. Και αυτό, γιατί είναι προφανές, ότι επηρεάζει ή θα επηρεάσει σύντομα τους Ευρωπαίους πολίτες και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς.
Σε τοποθέτησή της, η Ελληνίδα Ευρωβουλευτής κυρία Εύα Καϊλή ανέφερε μεταξύ άλλων για το θέμα: «Εκεί που τα ανθρώπινα δικαιώματα υπερέχουν των πνευματικών δικαιωμάτων (όπως τα θέματα της υγείας) γιατί δεν ελέγχεται τουλάχιστον, με υποχρεωτικές διαφανείς διαδικασίες, το πραγματικό κόστος των ερευνών που διεξάγουν οι πολυεθνικές εταιρείες; Kαι, στη συνέχεια, σε περιπτώσεις αισχροκέρδειας στην τελική τιμή, να λήγει υποχρεωτικά, σε λιγότερο από 20 χρόνια η ισχύς του πατέντου (των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας) για τα συγκεκριμένα φάρμακα, ή να εξορθολογίζονται οι τιμές τους; Η Ευρωπαϊκή Ένωση, σε συνεννόηση με τα κράτη μέλη μέσω των δημοσίων συστημάτων υγείας τους, θα μπορούσε να αρνείται να αγοράζει από τις εταιρίες αυτά τα νέα φάρμακα σε εξωφρενικά ακριβές τιμές.
Παράλληλα, εξαιρετικό ενδιαφέρον φαίνεται να εμφανίζει η τοποθέτηση του Ευρωβουλευτή κ. Γ. Γραμματικάκη στο συγκεκριμένο ζήτημα, ο οποίος αναφερόμενος στα ελληνικά δεδομένα, επεσήμανε τα εξής: «Τα τελευταία χρόνια έχουν παρατηρηθεί σημαντικές ελλείψεις φαρμάκων στην Ελλάδα. Εκεί οδήγησε ένα εκρηκτικό μείγμα παραγόντων, άμεσα σχετιζομένων με την οικονομική κρίση και τα σκληρά και παράλογα μνημόνια που έχουν επιβληθεί στη χώρα. Στο πλαίσιο εξορθολογισμού της φαρμακευτικής δαπάνης, οι τιμές των φαρμάκων μειώθηκαν αισθητά. Δημιούργησαν όμως παράλληλα σημαντικές παρενέργειες.»
Στην ίδια λογική, κινήθηκε και η τοποθέτηση του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ κ. Κ. Χρυσόγονου, ενώ ιδιαίτερη αναφορά έκανε και στο θέμα των ανάλγητων πολιτικών της τρόικας, σημειώνοντας μεταξύ άλλων: «Στην χειρότερη κατάσταση από όλους, βρίσκονται οι χώρες κάτω από καθεστώς μνημονίου, όπου η Τρόικα ακολουθεί πολιτικές βίαιης φτωχοποίησης, με αποτέλεσμα οι ασθενείς να αδυνατούν να καταβάλουν τη συμμετοχή τους στη φαρμακευτική δαπάνη και να αυξάνεται η θνησιμότητα. Ως αποτέλεσμα στην Ελλάδα, οι θάνατοι από 108.000 το 2009 αυξήθηκαν στις 117.000 το 2012.»
H κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης των πολυεθνικών φαρμακευτικών εταιριών, σε συνδυασμό με τη συνεχή αύξηση στις τιμές των ακριβών κυρίως νέων φαρμάκων τους (τα οποία αντικαθιστούν παλαιότερες δοκιμασμένες φαρμακευτικές θεραπείες) φαίνεται να ξεπερνά τα σύνορα της χώρας μας και να εξουθενώνει τα συστήματα υγείας των περισσοτέρων Ευρωπαϊκών κρατών. Όπως τονίστηκε και στη συζήτηση στο Στρασβούργο, η αλυσίδα δημιουργίας αυτών των φαρμάκων δε δικαιολογεί με κανέναν τρόπο το τελικό κόστος τους.
Η περίπτωση του «sofosbuvir» προστίθεται στον κατάλογο των πολλών περιπτώσεων που επιβεβαιώνουν την άναρχη, ανεξέλεγκτη και ασύδοτη συμπεριφορά των πολυεθνικών φαρμακευτικών εταιρειών, η οποία δεν επιτρέπει, λόγω κόστους, τη σωστή φαρμακευτική αγωγή και στοιχίζει τη ζωή σε ολοένα και περισσότερους πολίτες της ΕΕ. Στο πλαίσιο της συζήτησης του Στρασβούργου, τέθηκε εύλογα το ερώτημα σχετικά με το πότε θα εξεταστούν σοβαρά οι εναλλακτικές, οι οποίες παρόλο που ενδεχομένως να μην ικανοποιούν ορισμένες πολυεθνικές, θα ωφελήσουν τα δημόσια συμφέροντα της ΕΕ.
Το σκηνικό που περιγράφηκε κατά τη συζήτηση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επικαιροποιεί τις αιτιάσεις της Ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας για αδικαιολόγητη εύνοια από την Πολιτεία στα ακριβά εισαγόμενα φαρμάκα των πολυεθνικών φαρμακευτικών εταιρειών, σε βάρος της ελληνικής παραγωγής - ενός καινοτόμου και εξωστρεφούς κλάδου με ποιοτική και επώνυμη παραγωγή και σημαντική συνεισφορά στην ανάπτυξη και την απασχόληση.
Διαβάστε ακόμη:
Αδιαφορεί η κυβέρνηση για τους ασφαλισμένους με βιβλιάρια πρόνοιας
Η φαρμακοβιομηχανία καταγγέλλει και ζητά το δίκαιο των αιτημάτων της. Ο κ. Βορίδης θα επανορθώσει;