Διατήρηση βάρους στην τρίτη ηλικία: Πόσο συμβάλλει στη μακροζωία
Οι γυναίκες που καταφέρνουν να διατηρήσουν σταθερό το βάρος τους μετά την ηλικία των 60 ετών, έχουν περισσότερες πιθανότητες να ζήσουν μέχρι τα βαθιά γεράματα.
Νέα μελέτη διαπίστωσε ότι οι γυναίκες με σταθερό σωματικό βάρος στην τρίτη ηλικία είχαν 1,2 έως 2 φορές περισσότερες πιθανότητες να ξεπεράσουν την ηλικία των 90 ετών συγκριτικά με αυτές που έχασαν περισσότερο από 5% του σωματικού τους βάρους.
Οι επιστήμονες διερεύνησαν τη σύνδεση ανάμεσα στο σωματικό βάρος και το προσδόκιμο ζωής χρησιμοποιώντας δεδομένα από τη βάση Women’s Health Initiative. Στη βάση αυτή συμμετέχουν 54.437 γυναίκες με σκοπό τη διερεύνηση των πιθανών αιτίων των χρονίων παθήσεων μετά μετά την εμμηνόπαυση. Συνολικά 30.647 γυναίκες, δηλαδή περίπου το 56% του δείγματος που εξετάστηκε, κατάφεραν να ξεπεράσουν την ηλικία των 90 ετών.
Οι γυναίκες που έχασαν τουλάχιστον το 5% του σωματικού τους βάρους είχαν περίπου 51% μειωμένη πιθανότητα να φτάσουν στην ηλικία των 90 ετών. Αντιθέτως, αυτές που κατάφεραν να διατηρήσουν σταθερό το σωματικό τους βάρος αύξησαν το προσδόκιμο ζωής τους.
Οι γυναίκες που αύξησαν το σωματικό τους βάρος κατά 5% ή περισσότερο στην τρίτη ηλικία, δεν είχαν μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής σε σχέση με αυτές που διατήρησαν σταθερό το βάρος τους.
«Από τα αποτελέσματα της μελέτης μας φαίνεται ότι οι γυναίκες ιδανικά θα πρέπει να προσπαθούν να διατηρήσουν σταθερό το σωματικό τους βάρος στην τρίτη ηλικία. Γενικά, όταν μία γυναίκα στην εμμηνόπαυση βλέπει ότι χάνει βάρος χωρίς να το προσπαθεί, αυτό συνήθως είναι σύμπτωμα κάποιας χρόνιας νόσου και συνδέεται με μειωμένο προσδόκιμο ζωής», αναφέρουν οι συγγραφείς της μελέτης.
Η μελέτη έδειξε ότι η απώλεια βάρους δεν έχει οφέλη στις ηλικιωμένες γυναίκες και δεν συνδέεται με μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής. Τόνισαν ωστόσο, ότι κάποιες παχύσαρκες γυναίκες πιθανώς έχουν περισσότερα οφέλη από την απώλεια βάρους στην τρίτη ηλικία, επομένως η απόφαση για απώλεια βάρους θα πρέπει να λαμβάνεται εξατομικευμένα για την κάθε ασθενή.
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό The Journals of Gerontology.