Ταυρίνη: Η συμβολή της στην πρόληψη του οξειδωτικού στρες και της γήρανσης
Η γήρανση είναι μια μη αναστρέψιμη φυσιολογική διαδικασία που συνοδεύεται από λειτουργικές και δομικές αλλαγές σε επίπεδο κυττάρων, ιστών και οργάνων.
Σύμφωνα με μία εκδοχή, οι διαταραχές που σχετίζονται με την ηλικία, εμφανίζονται ως αποτέλεσμα των σωρευτικών επιδράσεων των δραστικών ειδών οξυγόνου (ROS), που οδηγούν σε κυτταρική βλάβη.
Ο υπερβολικός σχηματισμός ROS προκαλεί οξειδωτικό στρες. Η ελαχιστοποίηση της βλάβης που προκαλείται από την περίσσεια ROS στις κυτταρικές δομές, θα μπορούσε να αποτρέψει ασθένειες που σχετίζονται με τη γήρανση, όπως η υπέρταση, ο διαβήτης, η αθηροσκλήρωση και οι καρδιαγγειακές και νευρογεννητικές ασθένειες.
Οι επιστήμονες διερεύνησαν την επίδραση της λήψης συμπληρώματος ταυρίνης στους βιοδείκτες του οξειδωτικού στρες στις γυναίκες.
Η ταυρίνη είναι αμινοξύ που θεωρείται αποτελεσματικό αντιοξειδωτικό επειδή εξουδετερώνει το υποχλωριώδες οξύ που παράγεται από τα λευκοκύτταρα κατά τη διάρκεια της φλεγμονής.
Οι αντιοξειδωτικές της ιδιότητες θα μπορούσαν να συμβάλουν θετικά στην ακεραιότητα και τη διατήρηση των μιτοχονδριακών λειτουργιών.
Μελέτη διαπίστωσε ότι τα συμληρώματα ταυρίνης μείωσαν τη μιτοχονδριακή δυσλειτουργία, ενώ άλλη έδειξε την ανασταλτική επίδραση της ταυρίνης στη δημιουργία δραστικών ειδών οξυγόνου.
Σχετικά με τη μελέτη
Στην παρούσα μελέτη, οι ειδικοί διερεύνησαν τις επιδράσεις του συμπληρώματος ταυρίνης στους βιοδείκτες του οξειδωτικού στρες σε γυναίκες ηλικίας 55 έως 70 ετών. Ήταν μια διπλά τυφλή, τυχαιοποιημένη κλινική δοκιμή στην οποία συμμετείχαν 24 γυναίκες που είτε έλαβαν συμπλήρωμα με ταυρίνη είτε εικονικό φάρμακο για 16 εβδομάδες. Τα κύρια αποτελέσματα ήταν ο προσδιορισμός των επιπέδων ταυρίνης στο πλάσμα και των δεικτών οξειδωτικού στρες.
Τα δευτερεύοντα αποτελέσματα ήταν ανθρωπομετρικές μετρήσεις, αξιολογήσεις ιχνοστοιχείων στο πλάσμα και έλεγχος λειτουργικής ικανότητας πριν και μετά την παρέμβαση.
Αποκλείστηκαν καπνίστριες, εξαρτημένες από το αλκοόλ και όσες είχαν ιστορικό στεφανιαίας νόσου, χρόνιας νεφρικής νόσου και μολυσματικών ασθενειών. Δεκατρείς συμμετέχουσες (ομάδα GTAU) έλαβαν 1,5 g ταυρίνης και 11 (ομάδα GC) έλαβαν 1,5 g άμυλο αραβοσίτου ως εικονικό φάρμακο.
Οι συμμετέχουσες υποβλήθηκαν σε τεστ ευκινησίας και δυναμικής ισορροπίας και μετρήσεις δύναμης (δοκιμή δύναμης χειρολαβής (HGS)). Συλλέχθηκαν δείγματα αίματος πριν και μετά την παρέμβαση για να ποσοτικοποιηθούν τα μέταλλα, η ταυρίνη και οι δείκτες οξειδωτικού στρες. Η δισμουτάση υπεροξειδίου (SOD - ένζυμο που επιδιορθώνει τα κύτταρα και μειώνει τη ζημιά που γίνεται σ' αυτά από το οξειδωτικό στρες) και η αναγωγάση της γλουταθειόνης (GR - επίσης δείκτης υπολογισμού του οξειδωτικού στρες) εκτιμήθηκαν φασματοφωτομετρικά.
Ευρήματα
Οι συμμετέχουσες που έλαβαν ταυρίνη και εικονικό φάρμακο, είχαν παρόμοια χαρακτηριστικά στην αρχή της μελέτης εκτός από τα επίπεδα τριακυλογλυκερόλης. Η λειτουργική τους ικανότητα παρέμεινε αμετάβλητη μετά την παρέμβαση μεταξύ των συμμετεχόντων στις δύο ομάδες.
Πριν από την παρέμβαση, οι συμμετέχουσες στην ομάδα της ταυρίνης είχαν υψηλότερη πρόσληψη ενέργειας και πρωτεΐνης από εκείνες που έλαβαν εικονικό φάρμακο. Κατά τη διάρκεια της παρέμβασης, η πρόσληψη πρωτεΐνης αυξήθηκε για όσες έλαβαν placebo και μειώθηκε σε όσες έλαβαν ταυρίνη.
Η πρόσληψη λιπιδίων και υδατανθράκων παρέμεινε αμετάβλητη πριν και μετά την παρέμβαση. Η πρόσληψη βασικών στοιχείων (ψευδάργυρος, σελήνιο, μαγνήσιο και ασβέστιο) ήταν υψηλότερη μεταξύ των μελών της ταυρίνης πριν από τη δοκιμή. Η πρόσληψη ψευδάργυρου και ασβεστίου μειώθηκε μετά την έναρξη της δοκιμής. Τα επίπεδα ταυρίνης στο πλάσμα αυξήθηκαν όπως αναμενόταν μεταξύ των συμμετεχόντων στην ομάδα της ταυρίνης, ενώ όσοι έλαβαν εικονικό φάρμακο παρουσίασαν αλλαγές.
Τα βασικά επίπεδα δισμουτάσης υπεροξειδίου και γλουταθειόνης ήταν υψηλότερα σε όσες πήραν εικονικό φάρμακο συγκριτικά με τις γυναίκες που έλαβαν ταυρίνη. Τα επίπεδα SOD αυξήθηκαν όμως μετά τη λήψη συμπληρωμάτων ταυρίνης και ήταν υψηλότερα από ό,τι στην ομάδα του εικονικού φαρμάκου. Τα επίπεδα γλουταθειόνης ήταν χαμηλότερα και στις δύο ομάδες μετά την παρέμβαση. Τα επίπεδα της μαλονοδιαλδεΰδης (MDA), ενός δείκτη υπεροξείδωσης λιπιδίων, αυξήθηκαν περισσότερο στην ομάδα του εικονικού φαρμάκου. Αντίθετα, τα άτομα που έλαβαν ταυρίνη δεν εμφάνισαν αλλαγές στα επίπεδα MDA μετά την παρέμβαση, υποδηλώνοντας ότι η ταυρίνη απέτρεψε την αύξηση της υπεροξείδωσης των λιπιδίων.
Συμπέρασμα
Η λήψη ταυρίνης επί 16 εβδομάδες είχε ως αποτέλεσμα σημαντικές αλλαγές στα επίπεδα των βιοδεικτών του οξειδωτικού στρες.
Τα ευρήματα της μελέτης υποδηλώνουν την προστατευτική επίδραση των συμπληρωμάτων ταυρίνης μέσω των υψηλότερων επιπέδων δισμουτάσης υπεροξειδίου στο πλάσμα και χαμηλότερων επιπέδων μαλονοδιαλδεΰδης MDA.
Οι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι η ταυρίνη μπορεί να ενισχύσει τα αντιοξειδωτικά αμυντικά συστήματα και να αποτελέσει ένα βιώσιμο θρεπτικό στοιχείο για την πρόληψη της οξειδωτικής βλάβης που σχετίζεται με τη γήρανση.
Τα ευρήματα δημοσειύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Nutrition.