Τι εμποδίζει μια γυναίκα μεγαλύτερης ηλικίας να γίνει μητέρα;
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα μιας νέας διεπιστημονικής μελέτης που πραγματοποιήθηκε με τη συνεργασία δύο κορυφαίων διεθνώς επιστημονικών κέντρων (Monash Biomedicine Discovery Institute και University College London), ίσως τελικά να έχει βρεθεί η απάντηση και να μπορεί να υπάρξει λύση σχετικά με το γιατί οι γυναίκες προχωρημένης αναπαραγωγικής ηλικίας έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να αποβάλουν και να έχουν μωρά με κάποια χρωμοσωμική ανωμαλία.
Στη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο έγκυρο επιστημονικό περιοδικό Nature Communications, παρουσιάστηκε ένας μηχανισμός που στην περίπτωση σφάλματος οδηγεί σε ωάρια με χρωμοσωμικές ανωμαλίες. Πιο συγκεκριμένα, ο μηχανισμός αυτός αφορά τον τρόπο με τον οποίο το ωάριο ελέγχει τα επίπεδα μιας πρωτεΐνης που ονομάζεται σεκουρίνη (securin). Η συγκεκριμένη πρωτεΐνη φαίνεται πως διαδραματίζει πολύ σημαντικό ρόλο στα τελευταία στάδια της ανάπτυξης και ωρίμανσης των ωοκυττάρων, δηλαδή στις φάσεις Μείωση Ι και Μείωση ΙΙ των κυτταρικών διαιρέσεων, ακριβώς πριν από την ωορρηξία. Η σεκουρίνη είναι ιδιαίτερα σημαντική για την ομαλή διεκπεραίωση και των δύο αυτών φάσεων, αλλά απ’ ό,τι φαίνεται σε γυναίκες προχωρημένης αναπαραγωγικής ηλικίας τα επίπεδά της δεν επαρκούν στα ωάρια ώστε η Μείωση ΙΙ να συμβαίνει φυσιολογικά, γεγονός που οδηγεί σε ωάρια με χρωμοσωμικές ανωμαλίες.
Όπως μας εξηγεί η κα Χαρούλα Μπιλάλη, BSc, MMedSc, μοριακή βιολόγος με εξειδίκευση στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή «αν και οι περισσότερες χρωμοσωμικές ανωμαλίες στα ωάρια δημιουργούνται στη φάση της πρώτης μειωτικής διαίρεσης, ένας σημαντικός αριθμός συμβαίνει και κατά τη διάρκεια της δεύτερης. Η συγκεκριμένη μελέτη μάς βοηθάει να κατανοήσουμε γιατί σε γυναίκες προχωρημένης αναπαραγωγικής ηλικίας υπάρχει μεγαλύτερο ποσοστό χρωμοσωμικών ανωμαλιών: επειδή δεν υπάρχει επαρκής ποσότητα σεκουρίνης για να διαφυλάξει την ομαλή πραγματοποίηση της Μείωσης ΙΙ. Μια τέτοια ανακάλυψη ανοίγει νέους δρόμους στη διαχείριση περιστατικών υπογονιμότητας όπου η γυναίκα είναι προχωρημένης αναπαραγωγικής ηλικίας και πιθανώς έχει και πολλαπλές αποβολές».
Είναι πλέον αδιαμφισβήτητο το γεγονός ότι η γυναικεία γονιμότητα μειώνεται ραγδαία μετά την ηλικία των 37 ετών –ενώ οι γυναίκες άνω των 42 ετών έχουν μόνο 5% πιθανότητες να αποκτήσουν ένα μωρό χωρίς κάποια θεραπεία υπογονιμότητας. Το πρόβλημα είναι ότι καθώς η γυναίκα γερνάει, τα ωάρια της επίσης γερνούν –αυξάνοντας τις πιθανότητες χρωμοσωμικών ανωμαλιών. Ωστόσο, οι περισσότερες χρωμοσωμικές ανωμαλίες στα ωάρια οδηγούν σε έμβρυα που είτε αποτυγχάνουν να εμφυτευτούν στη μήτρα είτε αποβάλλονται αμέσως μετά την εμφύτευση. Στις γυναίκες άνω των 40, οι περισσότερες αποβολές προκαλούνται από κάποια ανευπλοειδία (λάθος αριθμός χρωμοσωμάτων) στα ωάρια.
Πράγματι, σύμφωνα με τον Καθηγητή John Carroll, επικεφαλής της μελέτης στο MONASH BDI, νέες θεραπευτικές προσεγγίσεις που βελτιώνουν την ποιότητα των ωαρίων σε μεγαλύτερες γυναίκες είναι ιδιαίτερα σημαντικές, ειδικά στην εποχή μας, καθώς η ηλικία που μια γυναίκα προσπαθεί να γίνει για πρώτη φορά μητέρα διαρκώς αυξάνεται. Θεραπείες που πρέπει να είναι ασφαλείς τόσο για τα ωάρια, όσο και για τα έμβρυα που προέρχονται από αυτά. Γνωρίζοντας πλέον έναν από τους κύριους λόγους που οδηγεί σε χρωμοσωμικές ανωμαλίες και αποβολές σε γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας, μπορούμε να βρούμε μηχανισμούς που θα αποτρέψουν αυτό από το να συμβεί.
«Σίγουρα δεν υπάρχει τρόπος να αντιστρέψεις το χρόνο. Τα ωάρια μιας γυναίκας θα έχουν πάντα την ίδια ηλικία με την ίδια, εκτός και αν η γυναίκα έχει προνοήσει και έχει καταψύξει αρκετά από αυτά σε νεαρότερη ηλικία. Σε διαφορετική περίπτωση, και δεδομένου πως η ανάπτυξη και η τελική ωρίμανση των ωαρίων αποτελούν πολύ σύνθετες διαδικασίες σε μοριακό-γενετικό επίπεδο, καθετί που δημιουργεί τις ιδανικές συνθήκες στις ωοθήκες και “προστατεύει” τις κυτταρικές διεργασίες, βοηθάει σε ένα καλύτερο αποτέλεσμα» καταλήγει η κα Μπιλάλη.